ΜΙΑ ΕΝΟΡΙΑ ΓΕΝΝΗΘΗΚΕ

Του Πρωτοπρεσβυτέρου Νικηφόρου Καλαϊτζίδη

Υπόθεση σπουδαία και σημαντική για όσους αντιλαμβάνονται την αναγκαιότητα μιας πνευματικής αναφοράς, καθώς και για εκείνους οι οποίοι θεωρούν την Εκκλησία σαν αναπόσπαστο κομμάτι της ταυτότητας και της ιδιοσυγκρασίας τους, ή της ίδιας τους της ζωής, η ίδρυση μιας ενορίας.

Θα μπορούσαμε να πούμε ότι έχει κοινά παράλληλα με την γέννηση ενός παιδιού που περιβεβλημένο την αθωότητα του, σπαργανώνεται από την φυσική μητέρα, έτσι και η ενορία «σπαργανώνεται» μέσα στην πνευματική μέριμνα του οικείου Επισκόπου και στεγάζεται σ’ έναν Ναό.


συνέχεια του άρθρου

1η Σεπτεμβρίου η Αρχή της Ινδίκτου, ήτοι του νέου Εκκλησιαστικού Έτους .

0 σχόλια


 








υπό του πρωτ. Γεωργίου Δορμπαράκη




«Την 1η Σεπτεμβρίου, η Εκκλησία μας εορτάζει την Αρχή της Ινδίκτου, δηλαδή την αρχή του νέου Εκκλησιαστικού έτους. Για την ημέρα αυτή, ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης γράφει στον Συναξαριστή του:
«Πρέπει να ηξεύρωμεν, αδελφοί, ότι η του Θεού αγία Eκκλησία εορτάζει σήμερον την Iνδικτιώνα, διά τρία αίτια. Πρώτον, επειδή και αυτή είναι αρχή του χρόνου. Διά τούτο και κοντά εις τους παλαιούς Pωμάνους πολλά ετιμάτο αυτή εξ αρχαίων χρόνων. Iνδικτιών δε κατά την ρωμαϊκήν, ήτοι λατινικήν γλώσσαν, θέλει να ειπή ορισμός. Kαι δεύτερον εορτάζει ταύτην η Eκκλησία, επειδή και κατά την σημερινήν ημέραν, επήγεν ο Kύριος ημών Iησούς Xριστός μέσα εις την Συναγωγήν των Iουδαίων, και εδόθη εις αυτόν το Bιβλίον του Προφήτου Hσαΐου, καθώς γράφει ο Eυαγγελιστής Λουκάς (Λουκ. δ΄). Tο οποίον Bιβλίον ανοίξας ο Kύριος, ω του θαύματος! ευθύς εύρε τον τόπον εκείνον, ήτοι την αρχήν του εξηκοστού πρώτου κεφαλαίου του Hσαΐου, εις το οποίον είναι γεγραμμένον διά λόγου του τα λόγια ταύτα: «Πνεύμα Kυρίου επ’ εμέ, ου ένεκεν έχρισέ με, ευαγγελίσασθαι πτωχοίς απέσταλκέ με, ιάσασθαι τους συντετριμμένους την καρδίαν, κηρύξαι αιχμαλώτοις άφεσιν και τυφλοίς ανάβλεψιν, αποστείλαι τεθραυσμένους εν αφέσει, κηρύξαι ενιαυτόν Kυρίου δεκτόν». Aφ’ ου δε ανέγνωσεν ο Kύριος τα περί αυτού λόγια ταύτα, εσφάλισε το Bιβλίον και το έδωκεν εις τον υπηρέτην. Έπειτα καθίσας, είπεν εις τον λαόν «ότι σήμερον ετελειώθησαν οι λόγοι της Προφητείας ταύτης εις τα εδικά σας αυτία». Όθεν ο λαός ταύτα ακούων, εθαύμαζε διά τα χαριτωμένα λόγια, οπού εύγαινον εκ του στόματός του, ως τούτο γράφει ο αυτός Eυαγγελιστής Λουκάς (αυτόθι).
Eίναι δε και τρίτη αιτία, διά την οποίαν η Eκκλησία του Xριστού κάμνει σήμερον ενθύμησιν της Iνδίκτου, και εορτάζει την αρχήν του νέου χρόνου: ήγουν, ίνα διά μέσου της υμνωδίας και ικεσίας, οπού προσφέρομεν εις τον Θεόν εν τη εορτή ταύτη, γένη ο Θεός ίλεως εις ημάς, και ευλογήση τον νέον χρόνον, και χαρίση τούτον εις ημάς ευτυχή και γεμάτον από όλα τα σωματικά αγαθά. Kαι ίνα φωτίση τας διανοίας μας, εις το να περάσωμεν όλον τον χρόνον καθαρώς και με αγαθήν συνείδησιν, και εις το να ευαρεστήσωμεν τω Θεώ, με την φύλαξιν των εντολών του. Kαι ούτω να τύχωμεν των εν Oυρανοίς αιωνίων αγαθών».

Αρχή της νέας εκκλησιαστικής χρονιάς η 1η Σεπτεμβρίου, γι’ αυτό και όλη η εκκλησιαστική ακολουθία, πέραν βεβαίως εκείνης που αναφέρεται και στους άλλους αγίους που εορτάζουμε σήμερα, όπως τον όσιο Συμεών τον στυλίτη, τις άγιες σαράντα γυναίκες μάρτυρες, αποτελεί στην πραγματικότητα μία ευχή: να ευλογήσει ο Κύριος τη χρονιά αυτή – «ευλόγησον τον στέφανον του ενιαυτού της χρηστότητός Σου, Κύριε» -που σημαίνει να δώσει τη χάρη Του, ώστε να ζήσουμε οι άνθρωποι με ειρήνη και ομόνοια, ακολουθώντας τις άγιες εντολές Εκείνου. Είναι πολύ σημαντικό το γεγονός ότι η Εκκλησία μας μόνο με τον τρόπο αυτό θεωρεί ότι υπάρχει ευλογία στον κόσμο: όχι αν οι άνθρωποι απλώς ευημερούν οικονομικά, όχι αν όλα τους έρχονται βολικά, όπως λέμε, αλλά αν βρισκόμαστε «εν ομονοία και ειρήνη», κυρίως όμως, αν τηρούμε τις άγιες εντολές του Θεού. Η προτεραιότητα του συντονισμού μας με το θέλημα του Θεού, η πραγματοποίηση, όπως σημειώνουν οι ύμνοι σήμερα, των αιτημάτων του «Πάτερ ημών», για να έχουμε την ευλογία του Θεού, δεν σημαίνει βεβαίως υποτίμηση και υποβάθμιση και των οικονομικών μεγεθών: χωρίς αυτά δεν μπορεί ο άνθρωπος να επιβιώσει σ’ αυτόν τον κόσμο. Σημαίνει ότι τα οικονομικά δεν έχουν την προτεραιότητα. Το πρώτο στη ζωή μας είναι το «ελθέτω η βασιλεία Σου», όπως άλλωστε δίδαξε την ορθή ιεράρχηση των πραγμάτων ο ίδιος ο Κύριος: «ζητείτε πρώτον την βασιλείαν του Θεού και την δικαιοσύνην Αυτού και ταύτα πάντα (όλα τα υλικά και επίγεια) προστεθήσεται υμίν».

Δυστυχώς, στην εποχή μας, η ιεράρχηση αυτή, σ’ ένα μεγάλο ποσοστό, έχει ανατραπεί. Ο Θεός και το άγιο θέλημά Του έχει μπει στο περιθώριο, αν δεν έχει διαγραφεί πλήρως, και προτεραιότητα ως αποκλειστικός σχεδόν σκοπός του ανθρώπου έχει γίνει το οικονομικό στοιχείο. Ίνδαλμα για τους πολλούς φαντάζει ο άφρων πλούσιος της γνωστής παραβολής, ο οποίος ναι μεν ευφραινόταν καθ’ ημέραν λαμπρώς, ο θάνατος όμως ήλθε αδυσώπητος και απροειδοποίητα στη ζωή του και του…ανέτρεψε τα σχέδια, βυθίζοντάς τον στην άφατη οδύνη. Από την άποψη αυτή, η εποχή μας είναι εποχή αφροσύνης, η οποία περιλαμβάνει όχι μόνον πολλούς πλουσίους, αλλά και ένα πολύ μεγάλο μέρος των πτωχών. Γιατί και οι πτωχοί, αν επιθυμούν ως προτεραιότητα της ζωής τους τα χρήματα και τα υλικά αγαθά, έστω κι αν δεν τα έχουν, ως άφρονες πλούσιοι αντιμετωπίζονται από τον λόγο του Θεού. Το περιεχόμενο της καρδιάς μας είναι εκείνο που έχει πάντοτε προ οφθαλμών Του ο Θεός, κατά την αποκάλυψη του ίδιου του Θεού.

Η Εκκλησία μας σήμερα, με την πρωτοχρονιά που εορτάζει, υπενθυμίζοντάς μας και την έναρξη της δημόσιας δράσης του Κυρίου, με το κήρυγμά Του στη συναγωγή της ιδιαίτερης πατρίδας Του Ναζαρέτ, όπου μεταξύ των άλλων αποκαλύπτει για τον εαυτό Του ότι ήλθε «κηρύξαι ενιαυτόν Κυρίου δεκτόν», να κηρύξει δηλαδή την έναρξη μίας καινούργιας εποχής, δεκτής και ευάρεστης στον Θεό, η Εκκλησία μας λοιπόν μας φέρνει σε ισορροπία, διότι μας προτείνει αυτό που συνιστά το αιώνιο θέλημα του Θεού: πάνω από όλα να θέτουμε ακριβώς Εκείνον και τον λόγο Του. Μας ανοίγει και πάλι τα μάτια, σε μία εποχή σύγχυσης και θόλωσης της διάνοιας, για να συνειδητοποιούμε ότι στη ζωή βρισκόμαστε κατά χάριν Θεού, ότι Εκείνος παρατείνει τον χρόνο της διαμονής μας σ’ αυτόν, ως «καιρούς και χρόνους εν τη ιδία εξουσία θέμενος», προκειμένου να ζούμε κατά το θέλημά Του.

Με άλλα λόγια, η Εκκλησία μάς υπενθυμίζει ότι ο χρόνος αποτελεί δωρεά του Θεού, όχι για να τη σπαταλάμε σε ανοησίες και αμαρτίες, αλλά να την αξιοποιούμε προς ανοδική πορεία πάντοτε προς Αυτόν, δηλαδή σε πορεία αγάπης προς τον συνάνθρωπο. Και τότε, μας λέει, θα δούμε ό,τι υποσχέθηκε ο Κύριος: την ώρα που θα θέτουμε αυτό το θέλημά Του ως βάση της ζωής μας, την ίδια ώρα θα ενεργοποιούνται και οι δυνάμεις Εκείνου, προς υπέρβαση αφενός των όποιων προβλημάτων μας, προς αποκατάσταση αφετέρου και όλης της δημιουργίας. Δεν είναι τυχαίο ότι εδώ και αρκετά χρόνια, το Οικουμενικό μας Πατριαρχείο έχει προβάλει την αρχή του εκκλησιαστικού έτους ως ημέρα προστασίας του περιβάλλοντος. Και εύλογα: το θέλημα του Θεού, όπως είπαμε, βιούμενο από τον 
«βασιλιά» της κτίσεως, τον άνθρωπο, έχει άμεση αντανάκλαση και σε όλη τη φύση και σε όλη τη δημιουργία. Το έχουμε ξαναπεί: η λύση στη σημερινή οικονομική κρίση, που μας την επισείουν ως «μορμολυκείον» αδιάκοπα ενώπιόν μας οι ιθύνοντες και τα Μ.Μ.Ε., θα έλθει, μόλις αρχίσουμε να ζούμε ως πραγματικοί άνθρωποι, με βάση τον νόμο του Θεού. Με απλά λόγια, η κρίση είναι κατ’ ουσίαν πνευματική.

1η Σεπτεμβρίου η μνήμη των Αγίων : Συμεών του Στυλίτου , Αγίων Αμμούν του Διακόνου συν ταις 40 παρθενομάρτυσι εν Ανδριανουπόλει και του Οσίου Μελετίου του εν Κιθαιρώνι .

0 σχόλια

Όσιος Συμεών ο Στυλίτης

Πρωτ. π. Γεωργίου Παπαβαρνάβα
Ο Όσιος Συμεών ο Στυλίτης, με τη δύναμη του Θεού ξεπέρασε την υλική αυτή φθαρτή φύση, ζώντας με τρόπο αδιανόητο για έναν άνθρωπο αυτού του κόσμου.
Ο Σεπτέμβριος είναι για την Εκκλησία ο πρώτος μήνας της Ινδίκτου, ήτοι του νέου έτους και η πρώτη του ημέρα είναι πρωτοχρονιά. Την ημέρα αυτή, δηλαδή την πρώτη του μηνός Σεπτεμβρίου, η Εκκλησία μας εορτάζει την μνήμη του Οσίου Συμεών του Στυλίτου.

Στην χορεία των Οσίων της Εκκλησίας μας συγκαταλέγονται και οι Άγιοι εκείνοι που ονομάζονται στυλίτες. Αυτοί επέλεξαν σαν τρόπο άσκησης την διαμονή τους σε έναν στύλο και γι’ αυτό έλαβαν αυτήν την επωνυμία.

Ο όσιος Συμεών ο Στυλίτης καταγόταν από ένα χωριό που ονομαζόταν Σισάν και το οποίο βρισκόταν ανάμεσα στην επαρχία των Σύρων και των Κιλίκων. Έζησε τον 5ο μ. Χ. αιώνα, επί αυτοκράτορος Λέοντος του Μεγάλου και όταν Πατριάρχης Αντιοχείας ήταν ο Μαρτύριος. Αγάπησε την προσευχή και την άσκηση από την νεαρή του ηλικία και με την βοήθεια των πνευματικών του Διδασκάλων έφθασε στα υψηλότερα σημεία της πνευματικής ζωής. Αφού έζησε στην αρχή την κοινοβιακή ζωή, στην συνέχεια πήγε σε ησυχαστικά μέρη και εγκαταστάθηκε σε έναν λάκκον άνυδρο και εκεί ησύχαζε, δηλαδή ζούσε με άσκηση και προσευχή. Κατόπιν εγκαταστάθηκε σε ένα μοναχικό κελί και στην συνέχεια, επειδή απέκτησε μεγάλη φήμη και πήγαιναν πολλοί να τον δουν, με αποτέλεσμα να μη βρίσκει ησυχία, γι’ αυτό και έπηξε στην γη ένα στύλο υψηλόν, τριανταέξι πήχεις και εκεί έμενε όρθιος ημέρα και νύκτα. Κάτω από τον στύλο του Οσίου συνέρρεαν πλήθη ανθρώπων για να τον δουν και να ακούσουν τον θεόπνευστο παρηγορητικό του λόγο και πολλοί αλλόθρησκοι εβαπτίζοντο.

«Μιμήθηκε την ζωή των αγγέλων με υλικόν σώμα, τόσον πολύ ώστε μερικοί να απορούν γι’ αυτόν και να διερωτώνται μήπως ήταν κάποια ασώματη φύση» (Αγ. Νικοδήμου Αγορείτου, Συναξαριστής, εκδ. Σπανός, τόμ. Α, σελ. 4).

Έφυγε από την πρόσκαιρη αυτή ζωή σε ηλικία πενηνταέξι ετών. Σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα έφθασε σε τόσο μεγάλα ύψη αρετής, ώστε οδήγησε χιλιάδες λαού στην Θεογνωσία, ευεργέτησε και συνεχίζει να ευεργετεί με τις πρεσβείες του και το πλήθος των θαυμάτων που επιτελεί.

Ο άγιος Συμεών ο Στυλίτης με τον τρόπο της ζωής του φανερώνει:

Πρώτον, τον τρόπο με τον οποίον οι άγιοι ασκούν ποιμαντικό και ιεραποστολικό έργο. Και ο τρόπος αυτός, όπως φανερώνουν τα πράγματα, είναι και ο αποτελεσματικότερος. Διδάσκουν, νουθετούν, παρηγορούν με τον τρόπο της ζωής και με τον λόγο τους, που δεν είναι εγκεφαλικός, ηθικίστικος, αλλά αναγεννητικός και ζωοποιός, αφού βγαίνει μέσα από μια καρδιά καθαρή, αναγεννημένη και γεμάτη από την χάρη του αγίου Πνεύματος. Δεν επεδίωκε να έχει κοντά του κόσμο και πολύ περισσότερο δεν ήθελε να έχει οπαδούς. Δεν προσκαλούσε τα πλήθη, ίσα - ίσα τα απέφευγε και επεδίωκε την ησυχία. Όσο όμως επιθυμούσε την αφάνεια και την ησυχία, τόσο η φήμη τον κατεδίωκε. Κατέβηκε σε λάκκο να κρυφτεί και τον βρήκαν. Ανέβηκε σε ψηλό στύλο και έτρεχαν από κάτω και παρέμεναν στην ζέστη και το κρύο, περιμένοντας ένα του λόγο, μια του νουθεσία, που παρηγορούσε, έλυνε προβλήματα και γιάτρευε πληγές. Με την προσευχή του θεράπευε τους ανθρώπους σωματικά και ψυχικά. Τους αναγεννούσε, τους οδηγούσε στο βάπτισμα και την βίωση της κατά Χριστόν ζωής.

Φαίνεται καθαρά ότι η ιεραποστολή που γίνεται με το παράδειγμα και την ένταση της προσευχής, με την αυταπάρνηση και την θυσιαστική αγάπη έχει σωτήρια αποτελέσματα.

Δεύτερον, ότι οι Άγιοι είναι οι μεγαλύτεροι ευεργέτες της ανθρωπότητος. Προσφέρουν στον άνθρωπο αυτό που έχει ανάγκη περισσότερο από όλα. Δηλαδή, απάντηση στα μεγάλα υπαρξιακά ερωτήματα που τον τυραννούν, και τον τρόπο με τον οποίο θα αποκτήσει νόημα ζωής. Γιατί το μεγαλύτερο πρόβλημα του ανθρώπου, σήμερα και πάντοτε, είναι το να βρει νόημα στην ζωή του. Να πεισθεί ότι η ζωή του έχει κάποιο νόημα, κάποιο σκοπό και ως εκ τούτου αξίζει να ζει. Και αυτό που δίνει αξία και νόημα στην ζωή του ανθρώπου είναι η άκτιστη χάρη του Θεού, που τον βοηθά να υπερβεί τον θάνατο στα όρια της προσωπικής του ζωής και έτσι να αποκτήσει «ζωήν και περισσόν ζωής». Να βιώσει την νέκρωση του θανάτου και να χαίρεται αληθινά την ζωή. Να βγει έξω από την φυλακή των αισθήσεων, όπου τον έχουν αιχμαλωτισμένο και κλεισμένο τα πάθη και να χαρεί την ελευθερία του. Την αληθινή ελευθερία από την υποδούλωση στην αμαρτία και τον διάβολο. Ο στύλος του αγίου Συμεών είναι το σύμβολο της πραγματικής ελευθερίας, της αληθινής αγάπης προς τον Θεό και τον άνθρωπο και της αυθεντικής ζωής, η οποία έχει νόημα και σκοπό, αφού αποβλέπει στην θέωση, στην κοινωνία με τον Άγιο Τριαδικό Θεό.

Το τελειότερο δημιούργημα του Θεού είναι ο άνθρωπος, και αποτελεί την μεγαλύτερη ευλογία για την κτίση, όταν παραμένει άνθρωπος ή καλύτερα, όταν προχωρεί ακόμη περισσότερο και γίνεται κατά χάριν θεός. Αλλά επίσης και το μεγαλύτερο και αγριότερο θηρίο πάνω στην γη είναι και πάλιν ο άνθρωπος, όταν έχει υποδουλωθεί στα πάθη και έχει χάση την ανθρωπιά του.

Σε μια εποχή υλιστική, όπως η δική μας που χαρακτηρίζεται από την ιδιοτέλεια και το ατομικό συμφέρον, από την φιλαυτία και την υποδούλωση στα πάθη της φιλαργυρίας, της κενοδοξίας και της φιληδονίας, ο βίος και η πολιτεία του οσίου Συμεών αποτελούν ισχυρό ράπισμα για αφύπνιση. Το να νικήσει κανείς τα πάθη του δεν είναι σίγουρα εύκολο πράγμα. Χρειάζεται θέληση, ισόβιος αγώνας και προσευχή. Όταν όμως αυτό κατορθωθεί, τότε ο άνθρωπος αποκτά και πάλι την χαμένη ανθρωπιά του και γίνεται αληθινός άνθρωπος. Μεταβάλλεται σε αστείρευτη πηγή χαράς και ευλογίας για τούς ανθρώπους γύρω του, για ολόκληρη την οικουμένη.



Η χορεία των 40 Γυναικών μαρτύρων



Οι Σαράντα γυναίκες μάρτυρες άσκήτριες κατήγοντο από την Άδριανούπολιν της Θράκης και ζούσαν εκει ως μαθήτριες του Διακόνου Αμμούν.Την εποχή έκείνην το έτος 305 μ.Χ. βασίλευε ό αύτοκράτορας Λικίνιος οτό ανατολικό μέρος της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, φοβερός διώκτης των Χριστιανών. Ό Λικίνιος λοιπόν είχε δώσει διάταγμα γιά έξόντωση των Χριστιανών, και ή τυραννική του διαταγή έφταοε σ' όλες τις πόλεις και τα χωριά, και οι Χριστιανοί πεφτανε στον ιερό αγώνα της πίστεως μέ αυτοθυσία, διότι δεν ύπετάχθησαν στην απειλή του και δεν προσκύνησαν τα είδωλα.
 Σ' αυτήν την φοβερή εποχή για τους Χριστιανούς ζήσανε και έμαρτύρησαν οί Σαράντα παρθένες ασκήτριες, μαθήτριες του Διακόνου 'Αμμούν, τα όνόματα των οποίων είναι τα εξής:Αδαμαντινή, Καλλιρόη, Χαρίκλεια, Πηνελόπη, Κλειώ, Θάλεια, Μαριάνθη, Ευτέρπη, Τερψιχόρη, Ουρανία, Κλεονίκη, Σαπφώ, Ερατώ, Πολύμνια, Δωδώνη, Αθηνά, Τρωάδα, Κλεοπάτρα, Κοραλία, Καλλίστη, Θεονόη, Θεανώ, Ασπασία, Πολυνίκη, Διόνη, Θεοφάνη, Ερασμία, Ερμηνεία, Αφροδίτη, Μαργαρίτα, Αντιγόνη, Πανδώρα, Χάιδω, Λάμπρω, Μόσχω, Αριβοία, Θεονύμφη, Ακριβή, Μελπομένη και Ελπινίκη. Ήσαν πλασμένες με αστραφτερή ομορφιά στο σώμα και την ψυχή, και την ομορφιά τους αυτή δεν ήθελαν να την χαρίσουν στην θλιβερή ματαιότητα των υλικών αγαθών. Είχαν προορισμό για ανώτερα αγαθά, τα αγαθά του παραδείσου
 Το μαρτύριο τους
 Δεν υπέκυψαν λοιπόν στις προκλήσεις του τυράν­νου Λικινίου να προσκυνήσουν τα είδωλα και έμαρτύρησαν με φρικτά βασανιστήρια την 1ην Σεπτεμβρίου, ημέραν κατά την οποίαν εορτάζεται και ή μνήμη τους, όπως γράφεται εις το Μηναίον του Σεπτεμβρίου: «Μνήμη των αγίων Τεσσαράκοντα γυναικών μαρτύρων, παρθένων και άσκητριών και 'Αμμούν δια­κόνου και διδασκάλου αυτών». Δι' αποφάσεως του τυράννου Λικινίου, «αϊ μεν δέκα έρρίφθησαν» μέσα σε φωτιά, «αϊ δε οκτώ μετά του διδασκάλου αυτών 'Αμμούν άπεκεφαλίσθησαν», άλλες δέκα έτελειώθησαν με ξίφος «κατά στόμα και καρδίαν», έξι κατεκόπησαν ύπό μαχαιρών και αί λοιποί έξι «σίδηρα πυρακτωμένα κατά στόμα λαβούοαι προς Κυριον έξεδήμησαν». Τα βασανιστήρια πού υπέστησαν οι Σαράντα μάρτυρες παρθένες και άσκήτριες ήσαν φοβερά, όπως αναφέρουν τα επίσημα στοιχεία που βρήκαμε στο Μηναίον του Σεπτεμβρίου.Με αυτά τα βασανιστικά μαρτύρια οι σαράντα παρθένες και ό δάσκαλος τους Διάκονος 'Αμμοϋν έξεδήμησαν εις Κυριον και τώρα ακτινοβολούν εις το στερέωμα της Εκκλησίας.

  "Εγιναν ένδοξες μάρτυρες με την θερμή τους θέληση, και όταν έβασανίζοντο, βλέπανε ανοιχτούς τους ουρανούς και στα δεξιά τους τον Υίόν του Θεού, πού και εκείνος έμαρτύρησε πριν άπ' αυτές, άπ' τους σταυρωτές του.Ό σκληρός Λικίνιος διέταξε να τις θανατώσουν και τις σαράντα με φρικτά μαρτύρια. Δεν γνώριζε όμως πώς στους μάρτυρες δεν υπάρχει θάνατος, διότι όλο το είναι τους είναι γεμάτο από τον μόνον αθάνατον, Κυριον και Θεόν μας Ιησοϋν Χριστόν και ότι νικούν κάθε θάνατον και κάθε άμαρτίαν με την δύναμιν του Ύπεραθανάτου Κυρίου μας. Ούτε αισθάνονται φόβον για τα μαρτύρια, και αυτό μας το βεβαιώνουν όλα τα Μαρτυρολόγια, πού διηγούνται και εξυμνούν την δύναμιν και την άφοβίαν των Μαρ­τύρων ενώπιον των βασανιστηρίων
 Είναι μεγάλο μυστήριον πώς την εποχή εκείνη υπήρχε ώργανωμένη ή πίστη των Αγίων Παρθένων και πώς φύτρωσε μέσα τους ό θείος και γόνιμος σπόρος της εγκράτειας και της αγιότητας. Στά ασκητικά τους καθήκοντα, τα όποια εμείς δεν γνω­ρίζουμε έπι πόσα χρόνια ασκούσαν, όσο δύσκολα και αν ήσαν αυτά, υπηρετούσαν με πλήρη υποταγή.Ή ενδόμυχη πνευματική άφύπνισι της πίστεως και της πνευματικότητας είχαν ανυψώσει το είναι τους στο πνευματικό και ακατάλυτο θαϋμα να μπορέσουν να θυσιασθοΰν για τον Χριστό. Ή άφοσίωση στα πνευ­ματικά τους καθήκοντα τους έδωσε την δύναμι να διατηρήσουν την λάμψι της αγνότητας και της παρ­θενίας· στοιχεία απαραίτητα για κάθε γυναίκα.  Κοντά στον Διάκονο καϊ δάσκαλο τους 'Αμμούν αναγεννήθηκαν και απέκτησαν την αγιότητα και την αγάπη προς τον πλησίον. Ή συνείδησή τους ακουγόταν από μέσα τους σαν φωνή θεϊκής αποστολής και ήσαν έτοιμες για το μαρτύριο..Ή πνευματική ζωή είναι άνύψωσις πνεύματος, και οι σαράντα μάρτυρες το είχαν βάλει στήν αγνή τους καρδιά για τα καλά, γι' αυτό δεν λογάριασαν πλούτη και υλικά αγαθά ούτε στολίδια και κοσμική ζωή, που τους προσέφερε ό άρχοντας της Άδριανουπόλεως. Προτίμησαν τα στολίδια της αγάπης και της πίστεως στόν Λυτρωτή του κόσμου.Έμειναν ασυμβίβαστες με τους Νόμους της ειδωλολατρίας και αγωνίσθηκαν τον καλόν αγώνα της πίστεως με την φώτιση του Αγίου Πνεύματος, πού είχαν για οδηγό τους. Ή καρδιά τους ήταν καθαρή από λογισμούς και με κατάνυξι πνευματική προσηύχοντο στον μόνο αληθινό Θεό, για να τους δώση δύναμι να μη λυγίσουν ποτέ μπροστά στα μαρτύρια πού τις περίμεναν.  Είχαν επιλέξει για επίγεια πνευματική τροφή την πνευματική άγαλλίασι και την ουράνια ευφροσύνη. Ή αγάπη σ' όλους τους ανθρώπους ήταν ή μοναδική.Με αυτά τα βασανιστικά μαρτύρια οι σαράντα παρθένες και ό δάσκαλος τους Διάκονος 'Αμμούν έξεδήμησαν εις Κυριον και τώρα ακτινοβολούν εις το στερέωμα της Εκκλησίας. 
Πηγή το βιβλιαράκι«Οι Άγιες Σαράντα Παρθενομάρτυρες»της Βασιλικής Σ.Βασιλοπούλου εκδ.Αποκάλυψις





  Ο Όσιος Μελέτιος ο εν  Κιθαιρώνι 


Ο Όσιος Μελέτιος ο νέος, άκμασε κατά τον ΙΑ’ αιώνα, επί αυτοκράτορος Αλεξίου Α΄ Κομνηνού (1081-1118). Ήταν ένας από τους μεγάλους αναμορφωτές του μοναχικού βίου στην κυρίως Ελλάδα, δραστηριοποιούμενος παράλληλα με τον άλλο μεγάλο όσιο της εποχής του, τον Όσιο Λουκά τον Στειριώτη (+953) και τον Όσιο Νίκωνα τον «Μετανοείτε” (+998). Και οι τρεις αυτοί Άγιοι με τα έργα και τους λόγους τους συνέβαλαν αποτελεσματικά στην εδραίωση της χριστιανικής πίστεως στο έθνος και την Εκκλησία, σε κρίσιμες στιγμές.
Ο Άγιος Μελέτιος λοιπόν, γεννήθηκε το 1035 μ. Χ. στο χωριό Μουταλάσκα της Καππαδοκίας, από το οποίο καταγόταν και ο επιφανής ασκητής του Ε΄ μ. Χ. αιώνος, Σάββας ο ηγιασμένος (+532). Οι γονείς του Μελετίου, Ιωάννης και Σοφία, διακρινόμενοι για την ευσέβεια και την αρετή τους, τον ανέθρεψαν με ιδιαίτερη επιμέλεια. Επειδή όμως εμφάνιζε κατά την παιδική του ηλικία κάποιου είδους δυσμάθεια, ο νεαρός Μελέτιος κατέφυγε στο ναό της περιοχής του, για να ζητήσει τη Χάρη και την ευλογία του Θεού. Το γεγονός αυτό μαρτυρεί την έγκαιρη ανάπτυξη ιερών πόθων και κλίσεων μέσα του.
Ήταν δεκαπενταετής νέος, όταν οι γονείς του σκέφθηκαν να τον νυμφεύσουν. Εκείνος όμως, δραπέτευσε απ’ το πατρικό του σπίτι, κατέφυγε στην Κωνσταντινούπολη, παίρνοντας μαζί του μόνο το σώμα του και επτά οβολούς, και έτσι, απαλλαγμένος από κάθε γήινη φροντίδα, εισήχθη στην Μονή του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου,της οποίας η τοποθεσία παραμένει άγνωστη για μας ακόμη και σήμερα. Μετά από τριετή δοκιμασία εκεί, εκάρη μοναχός και «επεδόθη εις πνευματικόν καταρτισμόν”, διακρινόμενος σύντομα μεταξύ των συμμοναστών του για την αυστηρή του προσήλωση στα ιδεώδη του μοναχισμού, ενώ δεν παρέλειπε να επισκέπτεται συχνά τα ιερά σεβάσματα της πόλεως, και μάλιστα το ναό της του Θεού Σοφίας.
Αργότερα, επιθυμώντας να επισκεφτεί την Ρώμη και τα Ιεροσόλυμα, για να προσκυνήσει τους Αγίους Τόπους, πήγε στην Θεσσαλονίκη, όπου επισκέφθηκε τον ναό του Αγίου Δημητρίου. Έπειτα όμως από θεία υπόδειξη, ανέβαλε την μεγάλη του αποδημία στη Ρώμη και στα Ιεροσόλυμα, και ήλθε στην Αθήνα, όπου επισκέφθηκε τον ναό της Θεοτόκου που βρισκόταν στην Ακρόπολη, (Παναγία η Αθηνιώτισσα, πρώην Παρθενώνας). Από εκεί πορεύθηκε προς την Θήβα και κατέληξε στο «ευκτήριον του Αγίου Γεωργίου”, που βρίσκονταν είκοσι στάδια νοτίως της πόλεως.
Εκεί παρέμεινε ο Όσιος επί 28 έτη, ασκούμενος και μετέβαλε, με την αθρόα προσέλευση πολλών μιμητών του βίου του, τον ναό αυτό σε Μοναστήρι! Ο βίος όμως του Οσίου εδώ δεν πέρασε χωρίς σκάνδαλα. Συγκεκριμένα, κάποια γυναίκα απ’ τις αριστοκρατικές οικογένειες της πλούσιας τότε πόλεως των Θηβών, θέλησε να τον παρασύρει στην ανηθικότητα. Ο Όσιος την απομάκρυνε αμέσως, και επέβαλε στον εαυτό του νηστεία 40 ημερών και επί πλέον, ετήσια αποξένωση από όλους τους λοιπούς ανθρώπους, καίτοι είχε ανάγκη περιθάλψεως, λόγω του ότι είχε ασθενήσει σοβαρά.
Έπειτα από λίγο χρόνο, ο Όσιος αποφάσισε να εκπληρώσει την παλαιότερη επιθυμία του, και ταξίδεψε στα Ιεροσόλυμα και στη Ρώμη. Μεταβαίνοντας όμως στην Παλαιστίνη, υπέστη καθ’ οδόν από τους Αγαρηνούς πολλά δεινά, ξυλοδαρμούς, λιθοβολισμούς, ύβρεις, «κατά κόρης ραπίσματα”, και το χειρότερο, κινδύνευσε να θανατωθεί, διότι οι Αγαρηνοί αξίωναν απ’ αυτόν να ρίξει κατά γης τον Τίμιο Σταυρό και να τον ποδοπατήσει. Τελικώς σώθηκε με την επέμβαση προφανώς κάποιου Εμίρη.
Έτσι, ο Όσιος Μελέτιος επέστρεψε στο Μοναστήρι του στη Θήβα, προξενώντας μεγάλη χαρά στους μοναχούς, οι οποίοι τον δέχθηκαν με ιδιαίτερο σεβασμό. Τον πρόσεχαν μάλιστα σαν Άγιο, όπως και πράγματι ήταν! Αλλ’ εκείνος ταπεινώνοντας τον εαυτό του, έδωσε για μία ακόμη φορά, το παράδειγμα της πραγματικής μοναχικής ζωής, «δι’ αδιακόπου εργασίας και λιτής διαίτης, τρίχινον ιμάτιον φορών και σανδάλια, ψάλλων, αγρυπνών και καθ’ υπερβολήν μοχθών εις κηπίας και φυτουργίας, προσευχάς και στερήσεις”!
Στην περίοδο αυτή, αναφέρονται, μεταξύ των θαυμαστών έργων του Οσίου, πολλά άξια διηγήσεως, η φήμη των οποίων διέδωσε παντού το ιερό όνομα του Οσίου και είλκυε προς το μοναστήρι πλήθη λαού. Η συρροή όμως πολλών επισκεπτών, ήταν ενοχλητική για τον Όσιό μας. Για τούτο, αφού άφησε 12 μοναχούς με ηγούμενο κάποιο Νικόλαο, αναχώρησε απ’ τη Μονή του Αγίου Γεωργίου και ήλθε σε έναν έρημο τόπο, στο όρος Φιλάγριον, προφανώς σε κάποια απόμερη πτυχή του Κιθαιρώνος, όπου άρχισε να οικοδομή κελιά. Αλλά, μόλις αντιλήφθηκε ότι ο τόπος ήταν ακατάλληλος, προχώρησε προς τα όρια της Αττικής και της Βοιωτίας, μέχρι τις δύσβατες και τραχείες κορυφές του όρους Κιθαιρώνος, όπου και η λεγόμενη Μυούπολις, και εγκαταστάθηκε μόνιμα στην Μονή «του Συμβόλου”, η οποία ήταν αφιερωμένη στους Αγίους Ασωμάτους Αγγέλους. Ο ηγούμενος της Μονής Θεοδόσιος, παραχώρησε στον Όσιο Μελέτιο τον ναό του Σωτήρος. Σ’ αυτόν συγκεντρώθηκαν, ελκυόμενοι απ’ την αγιότητα του Οσίου, 100 περίπου μοναχοί, και έτσι, ιδρύθηκαν ακόμη δύο νέοι ναοί, προς τιμήν της Θεοτόκου και του Προφήτου Ηλιού. Για την κάλυψη των πνευματικών αναγκών των μοναχών, ο Όσιος παρακάλεσε και έλαβε από τον Πατριάρχη Κων/λεως Νικόλαο τον Γ’, τον επονομαζόμενο Γραμματικό (1084-1111), τον ιερατικό βαθμό με την ιδιότητα του εξομολόγου.
Μετά τον θάνατο του ηγουμένου Θεοδοσίου, ο Μελέτιος αναδέχθηκε και την Μονή του Συμβόλου, την οποίαν μετέβαλε πια σε Κεντρική Λαύρα, και έτσι εξελίχτηκε στο μοναστήρι που σώζεται ως σήμερα. Ο έκτοτε πνευματικός οργασμός έφθασε στο αποκορύφωμά του με την ίδρυση πλείστων παραλαυρίων – μικρών και μεγαλύτερων μονών. Η φήμη του Οσίου, εκίνησε τον θαυμασμό του αυτοκράτορος Αλεξίου του Α’ Κομνηνού, ο οποίος παρεχώρησε τιμητικώς μεγάλο ποσόν απ’ τους δημοσίους δασμούς της Αττικής, για την οικονομική αυτάρκεια της Ιεράς Μονής. Ο Όσιος όμως αποδέχθηκε μόνον 422 χρυσά νομίσματα ετησίως, επειδή απέφευγε προ πάντως την απόκτηση κτηματικής ή χρηματικής περιουσίας, προτιμώντας να συντηρείται η μοναχική κοινότητα με την εργασία των μοναχών, των οποίων η κατά Χριστόν τελείωσις θα επιτυγχανόταν με την αυστηρή άσκηση και αυτάρκεια. Με αυτόν τον τρόπο, σε μια εποχή κατά την οποία ο Ελλαδικός μοναχισμός είχε «εν πολοίς” εκτραπεί του προορισμού του, ο Όσιος Μελέτιος μόχθησε για την εξύψωσή του, βαδίζοντας στα ίχνη των προηγουμένων Αγίων ασκητών – αναμορφωτών.
Μεγάλα ήταν τα θαύματα του Οσίου. Προείπε μεγάλο σεισμό, ο οποίος όντως έγινε το 1087 ή το 1091 και συγκλόνισε πολλούς τόπους. Αλλά και η πρόγνωση κρισιμότατης συγκρούσεως του Αλεξίου Α με τους Κομανούς, οι οποίοι επιτέθηκαν στην Θράκη. Ο Αυτοκράτωρ, βρισκόμενος στην Αγχίαλο, προετοιμαζόταν να τους επιτεθεί. Η επίθεση όμως θα ήταν ολέθρια για τον Αυτοκράτορα, σύμφωνα με τον Όσιο. Όμως και άλλα θαύματα αναφέρονται: θεραπείες βαρέως ασθενούντων, δαιμονιζόμενων, ανεύρεση ελλειπόντων αγαθών, εξαγωγή νερού απ’ τη γη με το κτύπημα και μόνο της ράβδου του, διάσωση της Μονής του από πυρκαγιά, και σε πολλές άλλες ανάγκες.
Τοιουτοτρόπως, παρέδωσε την αγία του ψυχή στα Χέρια του Θεού, το έτος 1105, σε ηλικία 70 ετών. Το ιερό του σκήνωμα τάφηκε στην βόρεια πλευρά του νάρθηκα, (ο οποίος τιμάται επ’ ονόματι των Ασωμάτων) του καθολικού της μονής του, η οποία έκτοτε καλείται Μονή του Οσίου Μελετίου. Η Τιμία Του Κάρα βρίσκεται σήμερα στην ομώνυμη Ιερά Μονή του, στον Κιθαιρώνα.


31 Αυγούστου η Κατάθεσις της Τιμίας Ζώνης της Υπεραγίας Θεοτόκου

0 σχόλια




Στὶς 31 Αὐγούστου ἑορτάζουμε τὴν Κατάθεση τῆς Τιμίας Ζώνης τῆς Θεοτόκου. Ἀποτελεῖ τὸ μοναδικὸ ἱερὸ κειμήλιο ποὺ σχετίζεται μὲ τὸν ἐπίγειο βίο τῆς Θεοτόκου καὶ διασῴζεται μέχρι σήμερα στὴν Ἱερὰ Μονὴ τοῦ Βατοπαιδίου στὸ Ἅγιο Ὅρος, στὸ Περιβόλι τῆς Παναγίας. Ἡ ἴδια ἡ Θεοτόκος τὴν ὕφανε ἀπὸ τρίχες καμήλας.

Οἱ πληροφορίες γιὰ τὸν ἐπίγειο βίο τῆς Θεοτόκου εἶναι λιγοστὲς καὶ προέρχονται ἀπὸ τὴν Καινὴ Διαθήκη καὶ ἀπὸ τὴν παράδοση ποὺ διασώθηκε ἀπὸ τοὺς ἀποστολικοὺς ἀκόμη χρόνους. Ἡ Θεοτόκος μέχρι τὴν Κοίμησή της παρέμεινε στὰ Ἱεροσόλυμα καὶ ἦταν μέλος τῆς πρώτης Ἐκκλησίας. Τὴ φροντίδα τῆς εἶχε ἀναλάβει ὁ ἀγαπημένος μαθητὴς τοῦ Κυρίου, ὁ Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης.

Οἱ τελευταῖες στιγμὲς τῆς ἐπίγειας ζωῆς τῆς εἶναι θαυμαστὲς καὶ συγκινητικές. Κοντὰ τῆς βρέθηκαν οἱ Ἀπόστολοι οἱ ὁποῖοι ἔφτασαν ἀπὸ τὰ πέρατα τῆς οἰκουμένης στὰ Ἱεροσόλυμα μὲ τρόπο θαυμαστό, «ἐπὶ νεφελῶν» . Καὶ τότε, ὁ ἴδιος ὁ Κύριος ἐμφανίστηκε θριαμβευτικὰ «ἐπὶ νεφελῶν», μὲ τὴ συνοδεία πλήθους ἀγγέλων. Ἡ Θεοτόκος προσευχήθηκε στὸν Υἱό της, παρηγόρησε τοὺς Ἀποστόλους καὶ ὑποσχέθηκε ὅτι θὰ εἶναι πάντα κοντὰ στὴν Ἐκκλησία γιὰ νὰ μεσιτεύει στὸν Υἱό της καὶ παρέδωσε τὴν πανάμωμη ψυχή της στὸν Κύριο.

Οἱ Ἀπόστολοι ἐναπόθεσαν τὴν Ἁγία Σορὸ τῆς Θεοτόκου σὲ «καινὸν μνημεῖον» στὴ Γεθσημανή. Ἐκεῖ ἡ Ἁγία Ἑλένη ἀργότερα ἔκτισε τὸ ναὸ τῆς Κοιμήσεως. Τρεῖς μέρες μετὰ τὴν κοίμηση κατέβηκε ὁ Κύριος μὲ τὴ συνοδεία τῶν Ἀρχαγγέλων Μιχαὴλ καὶ Γαβριὴλ καὶ πλήθους ἀγγέλων. Ὁ Ἀρχάγγελος Μιχαὴλ μὲ ἐντολὴ τοῦ Κυρίου παρέλαβε τὴν Ἁγία Σορὸ τῆς Θεοτόκου καὶ ὅλοι μαζὶ ἀνῆλθαν στοὺς οὐρανούς. Ἡ θαυμαστὴ Μετάσταση τῆς Θεομήτορος εἶχε συντελεστεῖ. Τὸ ἱερὸ Σῶμα τῆς ἐνώθηκε πάλι μὲ τὴν ἁγνὴ ψυχή της.

Ὁ Ἀπόστολος Θωμὰς ἦταν ὁ μόνος ἀπὸ τοὺς Ἀποστόλους ποὺ εἶδε τὴ θαυμαστὴ Μετάσταση τῆς Θεοτόκου. Δὲν εἶχε μπορέσει νὰ παρευρεθεῖ στὴν κηδεία τῆς εὐρισκόμενος στὶς Ἰνδίες. Ἐκεῖ, μετὰ ἀπὸ τρεῖς ἡμέρες, καὶ ἐνῷ τελοῦσε τὴ Θεία Λειτουργία, βρέθηκε στὴ Γεθσημανὴ μὲ θαυμαστὸ τρόπο καὶ εἶδε ὅλα ὅσα συνέβησαν. Τότε παρακάλεσε τὴν Παναγία νὰ τοῦ δώσει γιὰ εὐλογία τὴ Ζώνη της. Καὶ ἐκείνη, καθὼς ἀνέβαινε στοὺς οὐρανούς, τοῦ ἔριξε τὸ Ἱερὸ κειμήλιο «πρὸς δόξαν ἀκήρατον, ἀνερχομένη Ἁγνή, χειρί σου δεδώρησαι τῷ ἀποστόλῳ Θωμὰ τὴν πάνσεπτον Ζώνην σου» ψάλλουμε στὸ ἀπολυτίκιο τῆς ἑορτῆς τῆς Καταθέσεως τῆς Τιμίας Ζώνης.
 
 


Ὁ Ἀπόστολος Θωμὰς στὴ συνέχεια πληροφόρησε καὶ τοὺς ὑπόλοιπους Ἀποστόλους γιὰ τὰ θαυμαστὰ αὐτὰ γεγονότα καὶ τοὺς ἔδειξε τὴν Ἁγία Ζώνη τῆς Παναγίας. Ἐκεῖνοι δοξολόγησαν τὸν Θεὸ καὶ τοῦ ζήτησαν νὰ τοὺς εὐλογήσει, καθὼς ἦταν ὁ μόνος ποὺ ἀξιώθηκε νὰ δεῖ τὴν ἔνδοξη Μετάσταση τῆς Θεοτόκου.

Τὴ διαφύλαξη τῆς Ἁγίας Ζώνης ἀνέλαβαν δύο φτωχὲς καὶ εὐσεβεῖς γυναῖκες στὰ Ἱεροσόλυμα, οἱ ὁποῖες φρόντιζαν τὴ Θεοτόκο. Παρέλαβαν μὲ εὐλάβεια τὸ ἱερὸ κειμήλιο καὶ ἀπὸ τότε τὸ ἔργο τῆς διαφύλαξής του συνέχιζε ἀπὸ γενιὰ σὲ γενιὰ μία εὐλαβὴς παρθένος καταγόμενη ἀπὸ τὴν οἰκογένεια αὐτή.

Ἡ ἀνακομιδὴ τῆς Τιμίας Ζώνης καὶ ἡ μεταφορά της στὴν Κωνσταντινούπολη ἔγινε ἀπὸ τὸν αὐτοκράτορα Ἀρκάδιο (395-408). Ἡ ὑποδοχὴ τοῦ ἱεροῦ λειψάνου στὴ Βασιλεύουσα ἦταν λαμπρότατη. Ὁ αὐτοκράτορας κατέθεσε τὴν Τιμία Ζώνη τῆς Θεοτόκου σὲ λειψανοθήκη ποὺ ὀνόμασε «ἁγίαν σορόν» . Ἡ κατάθεση ἔγινε στὶς 31 Αὐγούστου, τελευταία μέρα τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἔτους. Στὴν πόλη τοῦ Ἁγίου Κωνσταντίνου, τῆς ὁποίας Ὑπέρμαχος Στρατηγὸς καὶ Προστάτις ἦταν ἡ Θεοτόκος, θὰ φυλασσόταν πλέον ἡ Ἁγία Ζώνη τῆς Θεομήτορος.

Ἡ κόρη τοῦ Ἀρκάδιου, ἡ αὐτοκράτειρα Πουλχερία, ἀνήγειρε λαμπρὸ ναὸ πρὸς τιμὴ τῆς Παναγίας, τὸν περίφημο ναὸ τῆς Θεοτόκου τῶν Χαλκοπρατείων. (Χαλκοπράτεια ὀνομαζόταν ἡ συνοικία ὅπου κτίστηκε ὁ ναός• τὸ ὄνομά της ἡ συνοικία τὸ ἔλαβε ἀπὸ τὸ γεγονὸς ὅτι ἐκεῖ πρὶν κατασκευάζονταν καὶ πωλοῦνταν χάλκινα ἀντικείμενα). Στὸ ναὸ αὐτὸ ἡ αὐτοκράτειρα κατέθεσε τὴν Ἁγία Ζώνη τῆς Παναγίας. Ἡ ἴδια μάλιστα ἡ Πουλχερία κέντησε μὲ χρυσὴ κλωστὴ τὴν Τιμία Ζώνη διακοσμώντας τὴν. Ἡ χρυσὴ αὐτὴ κλωστὴ εἶναι εὐδιάκριτη καὶ σήμερα στὸ τμῆμα ποὺ φυλάσσεται στὴν Ἱερὰ Μονὴ Βατοπαιδίου.

Ὁ αὐτοκράτορας Ἰουστίνος Β καὶ ἡ σύζυγός του Σοφία ἀνακαίνισαν τὸν ἱερὸ ναὸ τῶν Χαλκοπρατείων καὶ ἀνήγειραν ἐκεῖ καὶ τὸ παρεκκλήσιο τῆς Ἁγίας Σοροῦ• ἐκεῖ, μέσα σὲ λειψανοθήκη καὶ πάνω στὴν Ἁγία Τράπεζα, φυλασσόταν ἡ Τιμία Ζώνη τῆς Θεοτόκου.

Πλῆθος πιστῶν συνέρρεαν γιὰ νὰ τὴν προσκυνήσουν μὲ εὐλάβεια ζητώντας ἀπὸ τὴν Παναγία νὰ μεσιτεύσει μὲ τὶς πρεσβεῖες της στὸν Κύριο. Πλῆθος θαυμάτων ἐπιτέλεσε ἡ Τιμία Ζώνη. Ἄνθρωποι δυστυχισμένοι καὶ πονεμένοι βρῆκαν λύτρωση μὲ τὴ θαυματουργὴ δύναμη τοῦ ἁγίου λειψάνου. Γιὰ τὸ λόγο αὐτὸ ὑμνήθηκε ἀπὸ φημισμένους ἀνθρώπους τῆς ἐποχής• μὲ τὴ χάρη τῆς Παναγίας καθαγιάζει τοὺς πιστοὺς ποὺ προσέρχονται εὐλαβικὰ γιὰ νὰ τὸ προσκυνήσουν• τοὺς ἀνυψώνει ἀπὸ τὴ φθορά, τοὺς ἀπαλλάσσει ἀπὸ ἀσθένειες καὶ θλίψεις.

Στὴ συνέχεια ἡ Ἁγία Ζώνη τεμαχίστηκε καὶ τεμάχιά της μεταφέρθηκαν σὲ διάφορους ναοὺς τῆς Κωνσταντινούπολης. Μετὰ τὴν ἅλωση τῆς Πόλης ἀπὸ τοὺς Σταυροφόρους τὸ 1204, κάποια τεμάχια ἁρπάχτηκαν ἀπὸ τοὺς βάρβαρους καὶ ἀπολίτιστους κατακτητὲς καὶ μεταφέρθηκαν στὴ Δύση. Ἕνα μέρος ὅμως διασώθηκε καὶ παρέμεινε στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ μετὰ τὴν ἀπελευθέρωση τῆς Πόλης ἀπὸ τὸν Μιχαὴλ Ἡ Παλαιολόγο. Φυλασσόταν στὸν ἱερὸ ναὸ τῆς Θεοτόκου τῶν Βλαχερνῶν. Ἡ τελευταία ἀναφορὰ γιὰ τὸ ἅγιο λείψανο εἶναι ἑνὸς ἀνώνυμου Ρώσου προσκυνητῆ στὴν Κωνσταντινούπολη μεταξύ του 1424 καὶ 1453.

Μετὰ τὴν ἅλωση τῆς Κωνσταντινούπολης ἀπὸ τοὺς Τούρκους τὸ 1453, εἶναι ἄγνωστο τί ἀπέγινε τὸ ὑπόλοιπο μέρος τῆς Ἁγίας Ζώνης στὴ συνέχεια. Ἔτσι τὸ μοναδικὸ σωζόμενο τμῆμα εἶναι αὐτὸ ποὺ φυλάσσεται στὴν Ἱερὰ Μονὴ Βατοπαιδίου• μὲ ἐξαιρετικὰ περιπετειώδη τρόπο ἔφτασε ἐκεῖ.

Ὁ Ἅγιος Κωνσταντῖνος εἶχε κατασκευάσει ἕναν χρυσὸ σταυρὸ γιὰ νὰ τὸν προστατεύει στὶς ἐκστρατεῖες. Στὴ μέση του σταυροῦ εἶχε τοποθετηθεῖ τεμάχιο Τιμίου Ξύλου• ὁ σταυρὸς ἔφερε ἐπίσης θῆκες μὲ ἅγια λείψανα Μαρτύρων, καὶ ἕνα τεμάχιο τῆς Τιμίας Ζώνης. Ὅλοι οἱ βυζαντινοὶ αὐτοκράτορες ἔπαιρναν αὐτὸν τὸν σταυρὸ στὶς ἐκστρατεῖες. Τὸ ἴδιο ἔπραξε καὶ ὁ αὐτοκράτορας Ἰσαάκιος Β Ἄγγελος (1185-1195) σὲ μία ἐκστρατεία ἐναντίον τοῦ ἡγεμόνα τῶν Βουλγάρων Ἀσᾶν. Νικήθηκε ὅμως καὶ μέσα στὸν πανικὸ ἕνας ἱερέας τὸν πέταξε στὸ ποτάμι γιὰ νὰ μὴν τὸν βεβηλώσουν οἱ ἐχθροί. Μετὰ ἀπὸ μερικὲς μέρες ὅμως οἱ Βούλγαροι τὸν βρήκαν• ἔτσι πέρασε στὰ χέρια τοῦ Ἀσᾶν.



Οἱ Βούλγαροι ἡγεμόνες μιμούμενοι τοὺς Βυζαντινοὺς αὐτοκράτορες ἔπαιρναν μαζί τους στὶς ἐκστρατεῖες τὸ σταυρό. Σὲ μία μάχη ὅμως ἐναντίον τῶν Σέρβων ὁ βουλγαρικὸς στρατὸς νικήθηκε ἀπὸ τὸν Σέρβο ἡγεμόνα Λάζαρο (1371-1389). Ὁ Λάζαρος ἀργότερα δώρισε τὸ σταυρὸ τοῦ Ἁγίου Κωνσταντίνου στὴν Ἱερὰ Μονὴ Βατοπαιδίου μαζὶ μὲ τὸ τεμάχιο τῆς Τιμίας Ζώνης.

Οἱ Ἅγιοι Πατέρες τῆς Ἱερᾶς Μονῆς διασῴζουν καὶ μία παράδοση σύμφωνα μὲ τὴν ὁποία ἡ Τιμία Ζώνη τῆς Θεοτόκου ἀφιερώθηκε στὴν Ἱερὰ Μονὴ Βατοπαιδίου ἀπὸ τὸν αὐτοκράτορα Ἰωάννη ΣΤ Καντακουζηνὸ (1341-1354), ὁ ὁποῖος στὴ συνέχεια παραιτήθηκε ἀπὸ τὸ ἀξίωμα, ἐκάρη μοναχὸς μὲ τὸ ὄνομα Ἰωάσαφ καὶ μόνασε στὴν Ἱερὰ Μονὴ Βατοπαιδίου.

Τὰ θαύματα ποὺ πραγματοποίησε καὶ πραγματοποιεῖ ἡ Τιμία Ζώνη εἶναι πολλά. Βοηθᾷ εἰδικὰ τὶς στεῖρες γυναῖκες νὰ ἀποκτήσουν παιδί. Ἂν ζητήσουν μὲ εὐλάβεια τὴ βοήθειά της Παναγίας, τοὺς δίδεται τεμάχιο κορδέλας ποὺ ἔχει εὐλογηθεῖ στὴν λειψανοθήκη τῆς Ἁγίας Ζώνης• ἂν ἔχουν πίστη, καθίστανται ἔγκυες.


Σύγγελης Κωνσταντῖνος, Θεολόγος

30 Αυγούστου η μνήμη του Αγίου Αλεξάνδρου , αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως

0 σχόλια

Ὁ Ἅγιος Ἀλέξανδρος Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως


Ἦταν, ὅπως λέγουν, «ἀποστολικοὶς χαρίσμασι λαμπρυνόμενος». Σὰν πρεσβύτερος ἀκόμα, διακρινόταν γιὰ τὴ μεγάλη του εὐσέβεια, τὴν ἀρετὴ καὶ τὴν ἀγαθότητά του.
Στὴν Α’ Οἰκουμενικὴ σύνοδο, ποὺ ἔγινε στὴ Νίκαια τῆς Βιθυνίας, ὁ τότε Πατριάρχης τὸν ἐξέλεξε ἀντιπρόσωπό του. Καὶ ὅταν στὴν Σύνοδο αὐτὴ καταδικάστηκε ὁ Ἁρειος, ὁ Ἀλέξανδρος, ἂν καὶ γέροντας 70 χρονῶν, δέχθηκε νὰ περιοδεύσει στὴν Θρᾴκη, Μακεδονία, Θεσσαλία καὶ στὴν ὑπόλοιπη Ἑλλάδα, γιὰ νὰ διδάξει καὶ νὰ γνωστοποιήσει τὰ ὀρθὰ δόγματα τῶν ἀποφάσεων τῆς Συνόδου τῆς Νικαίας. Ἀλλὰ ἐνῷ βρισκόταν στὴν περιοδεία αὐτή, ὁ πατριάρχης Μητροφάνης ἀπεβίωσε. Ὅρισε ὅμως διάδοχό του τὸν Ἀλέξανδρο, διότι, παρὰ τὸ γῆρας του, εἶχε τὰ κατάλληλα ἐφόδια γιὰ τὴ διακυβέρνηση τῆς ἀρχιεπισκοπῆς τῆς πρωτευούσης.
Πράγματι, σὰν Πατριάρχης ὁ Ἀλέξανδρος ἀνταποκρίθηκε σωστὰ στὶς δύσκολες περιστάσεις τῶν καιρῶν. Τότε ὁ Ἁρειος εἶχε ἐξαπατήσει τὸ βασιλιὰ Κωνσταντῖνο ὅτι δῆθεν πιστεύει ὀρθά. Καὶ ὁ βασιλιὰς διέταξε τὸν Ἀλέξανδρο νὰ ἀφήσει τὸν Ἁρειο νὰ μετέχει τῆς Θείας Κοινωνίας. Ὁ Ἀλέξανδρος, λυπημένος, προσευχήθηκε στὸν Θεὸ καὶ ζήτησε τὴν βοήθειά Του. Ἡ δέηση τοῦ Ἱεράρχη εἰσακούσθηκε. Καὶ τὸ πρωὶ ποὺ ὁ Ἁρειος μὲ πομπὴ θὰ πήγαινε στὴν ἐκκλησία, βρέθηκε τὸ σῶμά του σχισμένο καὶ σκωληκόβρωτο!
Ὁ Ἅγιος Ἀλέξανδρος ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ τὸ 340 μ.Χ.


29 Αυγούστου η Αποτομή της τιμίας κεφαλής του Τιμίου Προδρόμου και Βαπτιστού Ιωάννου .

0 σχόλια

 Αποτομή της τιμίας κεφαλής του Προδρόμου


Αρχιμ. Ιωήλ Κωνστάνταρος, Αποτομή της τιμίας κεφαλής του Προδρόμου
Αρχιμ. Ιωήλ Κωνστάνταρος,
ΑΠΟΤΟΜΗ ΤΗΣ ΤΙΜΙΑΣ ΚΕΦΑΛΗΣ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΕΝΔΟΞΟΥ ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ ΚΑΙ ΒΑΠΤΙΣΤΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ
(Πραξ. Αποστ. ΙΓ΄ 25 – 32)



Δεν έχουμε συνειδητοποιήσει όσο θα έπρεπε την σημασία της αποτομής, του μαρτυρίου δηλ. του Τιμίου Προδρόμου. Βεβαίως η Εκκλησία μας, με τη συγκεκριμένη εορτή και τα αναγνώσματα, τόσο το Ευαγγελικό (Μαρκ. ΣΤ ΄ 14 – 30), όσο και το Αποστολικό (Πραξ. Αποστ. ΙΓ ΄ 25 – 32), μας δίνει να κατανοήσουμε μέσα στο ιστορικό πλαίσιο, την μεγάλη μορφή του Βαπτιστού. Το γεγονός της αποτομής είναι συγκλονιστικό και γι’ αυτό, παρά το ότι το γνωρίζουμε, είναι ανάγκη για ακόμα μία φορά να το μελετήσουμε.
Ας εμβαθύνουμε όμως για λίγο στο καθαυτό γεγονός του σφοδρού Προδρομικού ελέγχου, σε σχέση με εμάς τους ίδιους και την εποχή μας.
Οπωσδήποτε η ενέργεια του Προδρόμου, με τα σημερινά κοσμικά δεδομένα και τα «νεοπατερικά» φληναφήματα, δεν μπορεί παρά να χαρακτηριστεί ως ακραία, ίσως γραφική, οπωσδήποτε φανατική και τελικώς ως παράδειγμα προς αποφυγήν.
Ας δούμε το γιατί.
Α) Το τι έκανε ο Ηρώδης στην προσωπική του ζωή, αυτό εντάσσεται στα «απόρρητα προσωπικά δεδομένα» και ως εκ τούτου, όχι μόνο δεν είχε δικαίωμα ο Βαπτιστής να ελέγξει, αλλά με την πράξη του αυτή, θέτει τον εαυτόν του στην παρανομία και προσκρούει στο νόμο περί της «ελεύθερης επιλογής της προσωπικής ζωής»...
Β) Με τον έλεγχό του ξεπέφτει από το υψηλό του έργο. Αυτός δεν είναι παρά ένας ασκητής ο οποίος αρνήθηκε τον κόσμο και ως εκ τούτου δεν του επιτρέπεται να αφήνει τα «δυσθεώρητα ύψη της θεώσεως» και να κατεβαίνει στα κοσμικά και μάλιστα σ’ αυτού του είδους το επίπεδο που μπορεί να χαρακτηριστεί ως «κοσμικό κουτσομπολιό ή κοινωνικό σχόλιο», έστω και αν φαίνεται ότι στηρίζεται στον Νόμο των Εντολών.
Γ) Κάνει υπέρβαση καθήκοντος, και μάλιστα με την αδιακρισία του θίγει την «Ιερά Σύνοδο» των Εβραίων ή άλλως, το «Μέγα Συνέδριον», αφού δεν έχει εξουσιοδοτηθεί από τους Αρχιερείς για μια τέτοια πράξη. Δηλαδή, λειτουργεί αντιδεοντολογικά και εντελώς αυθαίρετα. Επιτέλους, ποιος είναι αυτός ο ασκητής που ελέγχει, καθ’ ην στιγμήν, ολόκληρο το σώμα των υπευθύνων αρχιερέων και των υπεροχικών προσώπων του Συνεδρίου που, έστω και από «διάκριση», ανέχεται αυτήν την κατάσταση, δηλ. την παρανομία του Ηρώδη;
Δ) Δημιουργεί με τον πύρινο λόγο του «κοινωνική αναταραχή», ό, τι δηλ. χειρότερο για μια «ευνομούμενη πολιτεία» και μάλιστα για έναν τόπο που βρίσκεται κάτω από το σιδερένιο πέλμα της Pax Romana. Είναι δυνατόν οι ειρηνικοί «ησυχαστές» και «ερημίτες» να γίνονται αιτία συγχύσεων και ταραχών, και μάλιστα να προσβάλλουν τους ταγούς της πολιτείας, αφού αυτοί έχουν «ταχθεί παρά Θεού» στο έργο τούτο;
Ε) Λησμονούσε ο Ζηλωτής και Βαπτιστής του Ιορδάνου ότι ο Ηρώδης, παρά τα προσωπικά του πάθη και τις ιδιορρυθμίες, έκανε δημόσια έργα, ανέπτυσσε την «πολιτισμική παράδοση» και «ιουδαϊκή κουλτούρα», κρατούσε τις «λεπτές ισορροπίες», με την Ρώμη, και το σημαντικότερο, είχε προσφέρει πολλά χρήματα από τον δημόσιο κορβανά για το κτίριο του Ναού. Ο Ιωάννης μπορεί βέβαια να είχε φτάσει στο επίπεδο να βλέπει ολόκληρο τον κόσμο ως Ναό του Θεού, πλην όμως θα έπρεπε να αισθάνεται την ανάγκη που είχαν οι άνθρωποι για ένα Ναό (και μάλιστα τι Ναό!), ώστε να εκτελούν τα θρησκευτικά τους καθήκοντα! Κυρίως όμως με τον έλεγχό του, διατάρασσε την «αγαστή συνεργασία» μεταξύ «ιουδαϊκής θρησκείας και πολιτείας».
ΣΤ) Αποδεικνύει τον εαυτόν του ακραίο, μονοκόμματο και αδιάκριτο, αφού με την ενέργειά του αυτή, αφήνει το έργο του βαπτίσματος και του κηρύγματος και εγκαταλείπει όλον αυτόν τον κόσμο που προσέτρεχε στην έρημο για να τον ακούσει και να ωφεληθεί.
Θα μπορούσαμε βέβαια να σημειώσουμε και άλλα πολλά, τα οποία βγαίνουν ως συμπεράσματα από την σύγχρονη «θεολογική» ψευτοκουλτούρα.
Όμως, δόξα τω Θεώ, ο Τίμιος του Κυρίου Πρόδρομος, ο μέγιστος των Προφητών, ο Κήρυκας της Χάριτος, ο ασυμβίβαστος, ζούσε για την αγάπη και τη δόξα του Χριστού. Και υπέγραψε αυτήν την αγάπη του με την ίδια του την κεφαλή. Ο Πρόδρομος είναι ο γνήσιος Προφήτης που παραμένει ασυμβίβαστος και που αρνείται να καλύψει την οποιαδήποτε δειλία με ένα διάτρητο «θεολογικό» μανδύα και με επιχειρήματα «νεοπατερικής εποχής».
Αρνείται την διαστροφή της αμαρτίας που αποκτηνώνει τον άνθρωπο και συνάμα επικυρώνει την αλήθεια, του ότι οι πολιτικοί άρχοντες, πόσω δε μάλλον οι εκκλησιαστικοί, πρέπει να μένουν σε γυάλινα σπίτια, ώστε η προσωπική τους ζωή να αποτελεί παράδειγμα προς μίμησιν («το της πόλεως όλης ήθος, ομοιούται τοις άρχουσιν») Το δε αίμα του, είναι η τρανότερη μαρτυρία της συνέπειας στο πανάγιο και παντοκρατορικό θέλημα του Θεού.
Ας πρεσβεύει ο Μάρτυρας της αληθείας και του Ευαγγελικού ήθους, ώστε τουλάχιστον, αφού συνειδητοποιήσουμε την ρηχότητά μας, όλοι από κοινού, κλήρος, μοναχισμός και λαός, να δεχθούμε την χάρη και την ευλογία, για μια επιτέλους, συνειδητή Ορθόδοξη Χριστιανική ζωή.Αμήν.



Ἐγκώμιο στήν ἀποκεφάλιση τοῦ μεγάλου Προδρόμου



Ἁγίου Θεοδώρου Στουδίτου

img251α. -Λαμπρή καί θεοχαρμόσυνη εἶναι, εὐσεβεῖς χριστιανοί, ἡ πανήγυρη πού μᾶς συγκέντρωσε σήμερα γιά νά γιορτάσουμε πνευματικά. Πολύ σωστά χαρακτηρίζεται λαμπρή, γιατί φεγγοβολάει καί ἀπό αὐτό ἀκόμα τό ὄνομα ἐκείνου πού σήμερα τιμᾶμε, ἐπειδή αὐτός καί εἶναι καί ὀνομάζεται λυχνάρι τοῦ φωτός. Δέν εἶναι βέβαια λυχνάρι πού μᾶς περιλούζει μέ ὑλικό φῶς, γιατί τότε δέν θά ἦταν διαρκής καί ἀδιάκοπη ἡ λάμψη του καί θά χανόταν κάθε φορά πού θά ’μπαινε μπροστά του κάποιο ἐμπόδιο. Ἀλλ’ εἶναι φῶς πού δείχνει τήν ἀστραφτερή λαμπρότητα τῆς θείας χάριτος στά κατάβαθα τῆς καρδιᾶς ἐκείνων πού ἔχουν συγκεντρωθεῖ γιά νά γιορτάσουν τή μνήμη του καί ἀνεβάζει τό νοῦ στό νά στοχάζεται τά παθήματα τοῦ δικαίου ἄνδρα, ὥστε βλέποντας μέ τά μάτια τῆς ψυχῆς τό μακάριο ἐκεῖνο μαρτύριο, νά γεμίσουμε μέ πνευματική εὐφροσύνη.
Σέ καμία περίπτωσι βέβαια, ἡ θέα τοῦ χυμένου καταγῆς αἵματος κάποιου ἄλλου ἀποκεφαλισμένου ἀνθρώπου, δέν θά ’φερνε εὐχαρίστηση. Οὔτε τό ἄκουσμα μιᾶς τέτοιας εἴδησης θά προκαλοῦσε σεβασμό στή μνήμη τοῦ ἀποθαμένου. Γιατί πῶς θά μποροῦσε ὁ ἄνθρωπος, πού ἀπό φυσικοῦ του ἀγαπάει τή ζωή, νά χαρεῖ μία αἱμορραγία πού ὁδηγεῖ στό θάνατο; Ἀντίθετα, πολύ περισσότερο, τό θέαμα αὐτό θά τόν ὁδηγοῦσε σέ ἀπέχθεια, οἶκτο καί κακολογία τῆς πράξεως, ἐκτός ἄν παραλογιζόταν καί ἀποθηριωνόταν, μή μπορώντας νά ἀντιδράσει λογικά σ’ αὐτά πού βλέπει, ὅπως ἀκριβῶς κάνουν τά διάφορα ζῶα πού δέν ἔχουν λογική. Χαίρονται δηλαδή, κακαρίζουν καί χοροπηδᾶνε οἱ πετεινοί ὅταν βλέπουν νά σφάζουν ἕνα ἄλλο κοκόρι, ἀπολαμβάνοντας μόνο τό θέαμα, χωρίς νά σκέπτονται ὅτι τούς περιμένει καί αὐτούς τό ἴδιο πάθημα. Χαίρονται ὅμως τά μάτια μας νά βλέπουν τό αἷμα κάθε ἁγίου, εὐφραίνονται τ’ ἀφτιά μας ν’ ἀκοῦν τά σωτήρια μηνύματά του καί τά χείλη μας τό προσκυνοῦν. Γιατί ἡ ἀφαίρεσή του χαρίζει τέλεια συμμετοχή στήν ἀθάνατη καί ἀληθινή ζωή. Δέν ἐννοῶ βέβαια μόνο τή σταγόνα τοῦ αἵματος, ἀλλά καί ὁτιδήποτε ἀπό τά ἅγια μέλη του -ἤ μιά τρίχα καί καθετί πού φοροῦσε ἤ ἔπιαναν τά χέρια του- εἶναι περιζήτητο καί πολύτιμο γιά κεῖνον πού ἔχει ἀποφασίσει νά πιστεύει καί νά λατρεύει σωστά τόν Θεό. Γι’ αὐτό ἐκεῖνος πού ἔχει κάτι τέτοιο στό σπίτι του ἤ στήν ἐκκλησία -δηλαδή τό ὁλόκληρο λείψανο ἤ ἕνα μέρος του, ἀκόμα καί τό ἐλάχιστο κομματάκι- τό θεωρεῖ ἰδιαίτερη τιμή καί καυχιέται γι’ αὐτό, σάν νά ’χει θησαυρό πού ὑποβοηθάει τόν ἁγιασμό του καί ἐξασφαλίζει τή σωτηρία του. Ἔτσι προσέρχεται μέ πολλή εὐλάβεια στή λειψανοθήκη μέ τήν ἱερή σκόνη καί ἐγγίζει μέ δέος τά ἀνέγγιχτα, λόγω τῆς ἱερότητάς τους, ἱερά λείψανα.
β. – Τέτοιο εἶναι γιά μᾶς τό αἷμα τοῦ δικαίου Ἄβελ, ἄν καί γιά τούς γονεῖς του ὑπῆρξε αἰτία τοῦ πιό παραδόξου καί τοῦ πιό πονεμένου θρήνου. Πῶς μποροῦσαν νά μήν καταπλαγοῦν μέ τό σφάξιμο τοῦ παιδιοῦ τους -ἀφοῦ μέχρι τότε δέν εἶχαν ἀντικρύσει νεκρό- νά μή θρηνήσουν, νά μήν ξεσπάσουν σέ γοερές κραυγές, βλέποντάς το ἔτσι ξαφνικά ριγμένο καταγῆς, βουτηγμένο στά αἵματα, νεκρό ἀπό τό φονικό μαχαίρι τοῦ ἀδελφοῦ του;
Τέτοιο εἶναι τό ἅγιο αἷμα τοῦ δικαίου προφήτη Ἀμώς, τόν ὁποῖο, ἀφοῦ πρῶτα ξυλοκόπησε ἄγρια ὁ βασιλιάς Ἀμασίας, τόν θανάτωσε μέ ξίφος. Ἐπειδή τόν κτυποῦσαν σάν βόλια οἱ προφητεῖες του, τόν χτύπησε καί αὐτός στό κεφάλι μέ ρόπαλο καί τόν παρέδωσε στό θάνατο.
Τέτοιο εἶναι τό ἅγιο αἷμα τοῦ προφήτη Μιχαία τόν ὁποῖο γκρεμίζοντας σκότωσε ὁ Ἰωράμ, ὁ γιός τοῦ Ἀχαάβ, ἐπειδή κήρυττε μέ παρρησία τό λόγο τοῦ Θεοῦ. Γιατί τόν ἔλεγχε, ὅπως λέει ἡ Ἁγ. Γραφή, γιά τίς ἀσέβειες τῶν προγόνων του.
Τέτοιο ἦταν τό ἅγιο αἷμα τοῦ προφήτη Ἡσαΐα πού τόν ἔκοψε μέ πριόνι στά δυό ὁ Μανασσῆς, ὁ ὁποῖος εἶχε παρασύρει στήν εἰδωλολατρεία τόν ἐπιπόλαιο καί εὐμετάβλητο Ἰσραηλιτικό λαό -πού ἀλλαξοπιστοῦσε τόσο εὔκολα- γιατί δέν ὑπέφερε νά ἀκούει τά ὅσα τοῦ φανέρωνε ὁ προφήτης.
Τέτοιο ἦταν τό ἅγιο αἷμα τοῦ γενναίου Ἐλεάζαρ, τῶν ἑπτά παίδωνκαί τῆς θεοφοβούμενης μητέρας τους, πού ἔχυσε ὁ Ἀντίοχος, μετά ἀπό πολλά βασανιστήρια, γιατί δέν ἀνέχθηκε τή σθεναρή ἀντίσταση πού τοῦ πρόβαλαν οἱ ἀήττητοι γιά χάρη τῆς τηρήσεως τῆς ἐντολῆς τοῦ Θεοῦ καί πού τούς βρῆκε ὁ θάνατος μέ τέλεια καί ἀκέραιη τήν πίστη τους.
Τέτοιο ἦταν τό ἅγιο αἷμα τοῦ προφήτη Ζαχαρία, πού ἔχυσε μπροστά στό θυσιαστήριο τό μαχαίρι τῆς ἀφηνιασμένης ὠμότητας τῶν Ἰουδαίων, ἐπειδή δέν μποροῦσαν νά ὑποφέρουν τό ἄκουσμα τῶν προφητικῶν ἀποκαλύψεων.
Τί χρειάζεται νά πῶ περισσότερα ἀπό τό νά ἀναφέρω γενικά ὅλων τῶν ἀποστόλων, τῶν μαρτύρων καί τῶν προφητῶν τό ἅγιο αἷμα, τό ὁποῖο μέ πολλούς τρόπους ἔχυσαν διάφοροι αἱματοβαμμένοι δολοφόνοι καί πού τώρα κυκλώνει τή γῆ σάν πλούσιος ποταμός καί σβήνει τήν ἀσέβεια;
γ. – Τέτοιο ἦταν καί τό ἅγιο αἷμα τοῦ Προδρόμου καί Βαπτιστῆ τοῦ Χριστοῦ, γιά τό ὁποῖο μιλᾶμε σήμερα καί τό ὁποῖο ἔχυσε ἀπό τόν ἱερό του τράχηλο σάν πολύτιμο μύρο πού εὐωδιάζει τήν οἰκουμένη. Τό αἷμα αὐτό δέν τό ἔφτιαξε ἡ ἡδονική πολυφαγία, οὔτε τό κρασί, οὔτε κάποια ἀπό τίς ἄλλες τροφές πού συνήθως παχαίνουν καί εὐχαριστοῦν τούς λαίμαργους.
Ἀλλά τό δημιούργησε ἡ Χάρη τῆς ἐγκράτειας, πού ὁ Ἅγιος τήν ἀσκοῦσε ἀπό τά σπάργανά του μέχρι τό μαρτυρικό του τέλος. Καί ὅπως εἶπε ὁ Κύριος, ὁ Ἰωάννης, πού οὔτε ἔτρωγε, οὔτε ἔπινε…(Ματθ. 11, 18-19).
Τό αἷμα αὐτό χύθηκε πρίν ἀπό τό αἷμα τοῦ Δεσποτικοῦ καί ἀθανάτου ποτηρίου. Γιατί ἔπρεπε ὁ Πρόδρομος τοῦ Φωτός, πού μέ τό λαμπρό ἐρχομό του ἀπό στείρα μάνα φώτισε ὅσους βρίσκονταν πάνω στή γῆ, νά γίνει ἀκτινοβόλος κήρυκας καί σ’ αὐτούς πού ἦταν κάτω ἀπό αὐτήν, δηλαδή στόν Ἅδη.
Τό αἷμα αὐτό ἔχει παρρησία ἐνώπιον τοῦ Παντοκράτορα Κυρίου, περισσότερο ἀπ’ ὅτι εἶχε τό αἷμα τοῦ δικαίου Ἄβελ. Γιατί κάθε ἔργο περιέχει μέσα του μιά μυστική φωνή πού δέν παράγεται ἀπό ἠχητικά ὄργανα, ἀλλά πού γίνεται φανερή ἀπό τή δύναμι πού ἔχει βάλει μέσα σ’ αὐτό ὁ ποιητής τοῦ ἔργου.
Τό αἷμα αὐτό εἶναι πιό ἀξιοσέβαστο ἀπό τό αἷμα τῶν Πατριαρχῶν (Ἀβραάμ, Ἰσαάκ, κ.τ.λ.), πιό πολύτιμο ἀπό τό αἷμα τῶν προφητῶν καί πιό ἁγιασμένο ἀπό τό αἷμα ὅλων τῶν δικαίων. Γιατί εἶναι πιό ὑπέροχο καί ἀπό αὐτό ἀκόμα τό αἷμα τῶν Ἀποστόλων καί πιό ἔνδοξο καί ἀπό τό αἷμα τῶν μαρτύρων. Καί αὐτά τά λόγια δέν εἶναι δικά μου, ἀλλά εἶναι λόγια τοῦ Μεγάλου Λόγου, τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, πού ἔχει δώσει τή σχετική μαρτυρία γιά τόν Τίμιο Πρόδρομο.
Εἶναι αἷμα πού στολίζει τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ πιό ὄμορφα ἀπό κάθε στολισμό πού θά τῆς γινόταν μέ πολύχρωμα καί σπάνια λουλούδια. Χύθηκε γιά τήν δικαιοσύνη στό τέλος τῆς ἐποχῆς πού ἴσχυε ὁ παλαιός νόμος καί ἔγινε λούλουδο πού παραστέκει στήν εἴσοδο τῆς παρουσίας τοῦ Χριστοῦ.
δ. – Ἀλλά ἄς συνεχίσουμε τώρα νά ποῦμε, μέ βάση τά ἱερά Εὐαγγέλια, πῶς αὐτό τό αἷμα χύθηκε, ἀπό ποιόν καί γιά ποιά ὑπόθεση. Ὁ Ἡρώδης λοιπόν, λέει τό ἱερό Εὐαγγέλιο, ξσυνέλαβε τόν Ἰωάννη, τόν ἔδεσε καί τόν φυλάκισε, ἐξαιτίας τῆς Ἡρωδιάδας, τῆς γυναίκας τοῦ ἀδερφοῦ του Φιλίππου. Γιατί ὁ Ἰωάννης τοῦ ἔλεγε: Δέν ἐπιτρέπεται νά συζεῖς μέ αὐτήν. Ἤθελε τότε λοιπόν νά τόν θανατώσει, ἀλλά φοβήθηκε τό λαό, γιατί ὅλοι θεωροῦσαν τόν Ἰωάννη προφήτη (Ματθ. 14,3-5).
Ἄς ἐξετάσουμε πρῶτα ποιός ἦταν αὐτός ὁ Ἡρώδης, γιατί ἡ συνωνυμία συγχέει τά πράγματα καί δέν μᾶς ἐπιτρέπει νά ἀναφερόμαστε στό σωστό πρόσωπο. Πρόκειται γιά τόν Ἡρώδη τόν τετράρχη. Γιατί ὁ πατέρας του Ἡρώδης, ὁ φονιάς τῶν νηπίων, εἶχε πρό πολλοῦ πεθάνει.
Γιατί ὅμως τόν ἔλεγχε ὁ Ἰωάννης; Γιατί ἔδιωξε τή νόμιμη γυναίκα του, τήν κόρη τοῦ βασιλιά Ἀρέτα, καί συζοῦσε παράνομα μέ τή γυναίκα τοῦ ἀδερφοῦ του τοῦ Φιλίππου. Θά μποροῦσε βέβαια νά τήν παντρευτεῖ νόμιμα στήν περίπτωση πού αὐτή δέν εἶχε παιδιά ἀπό τόν ἀδερφό του, ὥστε νά τοῦ χαρίσει κληρονόμους, ὅπως ὅριζε ὁ Μωσαϊκός νόμος. Ἀλλά ἀφοῦ δέν ἦταν ἄτεκνη δέν μποροῦσε. Εἶχε μιά κόρη πού ὀνομαζόταν καί αὐτή Ἡρωδιάδα, τό γέννημα τῆς ὀχιᾶς, τό διαβολικό ὄργανο τῆς ἀπώλειας τῆς ψυχῆς της. Γιά αὐτό λοιπόν δίκαια τόν ἔλεγχε ὁ Ἰωάννης. Ὁ ἔλεγχος ὅμως δέν ἦταν ὑβριστικός καί δέν γινόταν γιά νά τραυματίσει τήν ψυχή καί τήν ἀξιοπρέπεια τοῦ Ἡρώδη, ἀλλά ἦταν ὑπόμνηση, πού εἶχε σκοπό τή θεραπεία.
Τί τοῦ ἔλεγε λοιπόν τοῦ Ἡρώδη; Δέν ἐπιτρέπεται νά συζεῖς μ αὐτήν. Τοῦ θυμίζει τή θεία νομοθεσία σάν νά τοῦ λέει: “Κύτταξε καί μάθε τί σοῦ παραγγέλλει ὁ Νόμος: Ἄν μένουν μαζί δυό ἀδερφοί καί πεθάνει ὁ ἕνας ἀπό αὐτούς, χωρίς νά ἔχει ἀποκτήσει παιδιά, δέν ἐπιτρέπεται ἡ χήρα νά παντρευτεῖ ξένο ἄνθρωπο. Θά τήν παντρευτεῖ ὁ ἀδερφός τοῦ πεθαμένου συζύγου της καί τό παιδί πού θά γεννηθεῖ θά πάρει τό ὄνομα τοῦ πεθαμένου καί ἔτσι δέν θά χαθεῖ μέσα ἀπό τό Ἰσραήλ τό ὄνομά του(Δευτ. 15,5). Αὐτά σοῦ λέει ὁ νόμος. Ἐσύ ὅμως πῆρες τή γυναίκα τοῦ ἀδερφοῦ σου πού ἔχει παιδί. Νά μήν παραβεῖς λοιπόν τόν ὅρο πού ἔβαλε ὁ νομοθέτης. Οὔτε τή βασιλική σου πορφύρα νά μολύνεις μέ ἀνεπίτρεπτη αἱμομιξία. Οὔτε πάλι νά φανεῖς αἴτιος παρανομίας ἐσύ πού πρέπει νά δίνεις στούς ὑπηκόους σου τό παράδειγμα τῆς πρόθυμης καί εὐχάριστης ὑποταγῆς στούς νόμους. Καί ἄν πέσεις σ’ αὐτό τό λάθος θά τιμωρηθεῖς, γιατί τιμωροῦνται πολύ πιό αὐστηρά ὅσοι βρίσκονται σέ μεγάλα ἀξιώματα.
ε’. – Αὐτός ὅμως ἐπειδή, μόλις πῆρε τήν ἐξουσία, ξέχασε ὅτι ὑπάρχει Θεός, ὀργίστηκε, ἄναψε ἀπό θυμό καί δέν δέχθηκε τόν ἔλεγχο. Δέν μιμήθηκε τό Δαυίδ, ὁ Ὁποῖος τότε πού ἐλέγχθηκε ἀπό τόν προφήτη Νάθαν γιά τό ἁμάρτημα τῆς μοιχείας, εἶπε ἐκεῖνο τό χαρακτηριστικό: «Ἔχω ἁμαρτήσει ἐνώπιον τοῦ Κυρίου» (Β’ Βασ. 12-13). Καί ὁ Κύριος γιά τήν ταπείνωσή του τοῦ συγχώρεσε τό ἁμάρτημα. Ἀντίθετα, ὁ Ἡρώδης ἀφοῦ συνέλαβε τόν Ἰωάννη τόν ἔδεσε καί τόν ἔριξε στή φυλακή (Ματθ. 14,3). Συνέλαβε ἐκεῖνον πού ζοῦσε τήν ὕψιστη ἐλευθερία μέ τήν ἅγια ζωή του, αὐτός πού ἦταν αἰχμαλωτισμένος στό πάθος τῆς ἀσέλγειας. Ἔβαλε δεσμά σ’ ἐκεῖνον πού ἦταν ἀπελευθερωμένος ἀπό ὅλα, ζώντας ἔξω ἀπό κάθε ἐμπαθή σχέση, αὐτός πού ἦταν δεμένος μέ τά μαγικά δεσμά τῆς ἀκολασίας. Ἔβαλε στή φυλακή τόν φύλακα καί κήρυκα τῆς Ἐκκλησίας, αὐτός πού στήν πράξη ἦταν βουτηγμένος στήν ἀκαθαρσία. Ἐξαιτίας τῆς Ἡρωδιάδας τῆς γυναίκας τοῦ ἀδερφοῦ του τοῦ Φιλίππου (Ματθ. 14,9). Γιά τήν Ἡρωδιάδα, πού ἦταν ὅμοια στό ἦθος μέ τή Δαλιδά, πραγματικό ὄργανο τοῦ διαβόλου. Γιατί αὐτή παρότρυνε αὐτόν πού μοιραζόταν μαζί του τό κρεββάτι -καλύτερα θά λέγαμε τόν παράνομο ἔρωτα- νά μανιάσει κατά τοῦ Ἰωάννη. Δέν μπορῶ, τοῦ λέει, βασίλισσα ἐγώ, νά γελοιοποιοῦμαι ἀπό τό γιό τοῦ Ζαχαρία. Φυλάκισε τή γλώσσα πού μοῦ τσακίζει τά κόκκαλα. Μαχαίρωσε ἀμέσως αὐτόν πού τά λόγια του σάν βέλη μοῦ πληγώνουν τήν ψυχή. Κι ἐνῶ ἤθελε νά τόν θανατώσει, δέν τό ἔκανε, γιατί φοβότανε τό λαό, πού θεωροῦσε καί σεβόταν τόν Ἰωάννη ὡς προφήτη (Ματθ. 14,5). Γιατί δέν μποροῦν οἱ κυβερνῆτες, ὅταν θέλουν νά κάνουν κάτι παράνομο νά τό ἐπιτελέσουν ἀμέσως μόλις τό ἐπιθυμήσουν γιά δυό λόγους: Πρῶτον γιατί ντρέπονται καί φοβοῦνται τούς ὑπηκόους τους, καί δεύτερον γιατί περιμένουν μέχρι νά βροῦν τήν κατάλληλη περίσταση γιά νά κάνουν ἀκίνδυνα πράξη τό μίσος τῆς ψυχῆς τους.
στ – Ἐνῶ λοιπόν γιορτάζανε τά γενέθλια τοῦ Ἡρώδη, βγῆκε στή μέση καί χόρεψε ἡ κόρη τῆς Ἡρωδιάδας.Ἄρεσε πολύ στόν Ἡρώδη, γι αὐτό καί ὁ Ἡρώδης ὁρκίστηκε νά τῆς χαρίσει, ὅ, τι τοῦ ζητήσει (Ματθ. 14,6).
Τήν ἡμέρα πού ἔπρεπε νά δοξάσει τό Θεό γιατί τόν ἔφερε στό φῶς αὐτῆς τῆς ζωῆς, τότε προτίμησε τά ἔργα τοῦ σκότους. Αὐτή ἡ ἡμέρα ἦταν ἀφορμή γιά πνευματική εὐφροσύνη καί ὄχι γιά χορούς καί μάλιστα γυναικείους μπροστά σέ ἄνδρες. Τί γεννήθηκε ἀπ’ αὐτόν τό χορό; Ὁ ὅρκος. Καί ἀπ’ αὐτόν; Ὁ φόνος. Ξερίζωσε τήν κακία καί δέν θά βλαστήσει ἀνομία. Ἄν ὅμως ριζώσει ἡ κακία, ἀσφαλῶς θά καρπίσει, δηλαδή θά φθάσει μέχρι τήν πράξη. Χόρεψε ἡ κόρη τῆς Ἡρωδιάδας στή μέση τῶν καλεσμένων καί ἄρεσε στόν Ἡρώδη. Τί ἄλλο θά μάθαινε ἀπό τή μάνα της ἡ πορνοδασκαλεμένη κόρη, παρά τό νά χορεύει προκλητικά, καί νά ’ναι τόσο ἀσκημένη στό χορό ὥστε νά ἀρέσει πολύ στόν Ἡρώδη; Γι’ αὐτό καί ἐκεῖνος τῆς ὑποσχέθηκε μέ ὅρκο ὅτι θά τῆς ἔδινε ὅ, τι τοῦ ζητοῦσε. Τόσο ἀπερίσκεπτα τρέχει ἡ γλώσσα αὐτῶν πού ἔχουν ξωκείλει στά πάθη τῆς ἀτιμίας, ὥστε ξεστομίζουν ἐναντίον ὁποιουδήποτε, χωρίς σκέψη, ὅ, τι τούς ἔρθει στό μυαλό. Αὐτή, δασκαλεμένη ἀπό τή μάνα της, πέτυχε τόν ἀποτρόπαιο ἀποκεφαλισμό τοῦ Ἰωάννη, πού ἀπό καιρό πάσχιζε νά πετύχει ἡ φιδογέννα Ἡρωδιάδα. Καί ὅπως φαντάζομαι θά εἶπε, ἀφοῦ πρῶτα καλόπιασε τήν κόρη της: Νά παιδάκι μου, ἡ εὐκαιρία πού ζητάγαμε. Κατάφερες μέ τά πόδια σου νά μοῦ προσφέρεις ἐκεῖνο πού ποθοῦσα. Σταμάτησες τόν πόνο μου μέ τό περίτεχνο τραγούδι σου. Ἄς θάψουμε στή γῆ αὐτόν πού μᾶς ἐλέγχει. Πήγαινε γρήγορα νά πεῖς στόν Ἡρώδη:Δῶσε μου τώρα ἀμέσως, στό πιάτο, τό κεφάλι τοῦ Ἰωάννη τοῦ Βαπτιστῆ (Ματθ. 14,8).
Ὤ παθιασμένη καί φονική ἀπαίτηση! Ἐνῶ δέν εἶχε κάν τό δικαίωμα νά σκεπτεται καί νά ἀπολαμβάνει τό φονικό θέαμα ξεπέρασε κάθε ἄλλον σέ σκληρότητα.Ὤ μανιασμένη φόνισσα! Δέν ἀρκέστηκες μόνο στήν καρατόμηση ἀλλά διαπραγματεύτηκες νά σοῦ φέρουν τήν ἅγια κεφαλή σέ πιατέλα. Ὤ ἀνόσια καί ἀκόλαστη! Ἡ θηριωδία σου ξεπερνάει καί τήν αἱμοχαρή Ἰεζάβελ.
ζ’.-.Λυπήθηκε, λέει τό ἱερό Εὐαγγέλιο, ὁ βασιλιάς. Ἐπειδή ὅμως εἶχε ὁρκιστεῖ καί εἶχε ὑποσχεθεῖ μπροστά στούς καλεσμένους, ἔδωσε ἐντολή νά τῆς δοθεῖ ἡ κεφαλή. Ἔστειλε τότε στή φυλακή καί ἀποκεφάλισε τόν Ἰωάννη. Καί ἔφεραν τήν κεφαλή πάνω στήν πιατέλα καί τήν πρόσφεραν στήν κόρη καί αὐτή στή μάνα της (Ματθ. 14,11).
Ὤ κακό τέλος διαβολικῆς προετοιμασίας! Ποιός ἔμπηξε τό θανατερό ξίφος στήν ἱερή Κεφαλή; Ἕνας ἄνομος ὑπηρέτης, πού σάν ἄλλος Δωήκ δέν μιμήθηκε ἐκείνους τούς Ἰουδαίους οἱ ὁποῖοι μέ φρόνηση καί ἀνδρεία ἀντιστάθηκαν στόν βασιλιά Σαούλ, τότε πού τούς διέταξε νά φονέψουν τούς προφήτες τοῦ Θεοῦ. Καί ἔφεραν τήν κεφαλή τοῦ Ἰωάννη πάνω στήν πιατέλα…
Τί νά τό ὀνομάσουμε αὐτό τό φαγοπότι, συμπόσιο ἤ φονευτήριο; Τί νά ἀποκαλέσουμε τούς κρασοκυβέρνητους προσκαλεσμένους,ὁμοτράπεζους ἤ αἱματοβαμμένους;
Ὤ πρωτόγνωρο θέαμα! Ὤ ἁμαρτωλό ὅραμα! Ἀπό τό ἕνα μέρος προσφέρονταν κοτόπουλα καί ἀπό τό ἄλλο φέρνανε τό προφητικό κεφάλι. Ἀπό τή μιά μεριά κερνοῦσαν πλούσια καθαρό κρασί καί ἀπό τήν ἄλλη ἔρεε μέ ὁρμή τοῦ δικαίου τό αἷμα.Ὤ πόσο φοβερό εἶναι νά τό πῶ καί πόσο φρικτό νά τό ἐκφράσω!
Καί τό δωσαν στό κορίτσι καί τό πῆγε στή μάνα του . Ἀλίμονο! Πόσο τρομερή ἀλλοκοτιά! Χαρίστηκε ἡ ἀτίμητη κεφαλή γιά μιά ἄτιμη πράξη, στήν καταραμένη καί βέβηλη, ἡ ἁγνή καί ἀνέγγιχτη καί ἀπ’ τούς ἀγγέλους ἀξιοσέβαστη Κεφαλή. Καί τήν ἔδωσε στήν μάνα της σάν νά τῆς πρσφερε καλομαγειρεμένο φαγητό σέ κείνη πού ὀργιαστικά σκηνοθέτησε τό θάνατο, σά νά τῆς ἔλεγε: Φάε, μανούλα μου, κρέας ἀπό τίς σάρκες ἐκείνου μού ἔζησε στή γῆ σάν ἄσαρκος. Πιέ αἷμα ἀπό τόν νηστευτή. Τώρα πιά κλείσαμε μιά γιά πάντα τό στόμα ἐκείνου πού μᾶς ἔλεγχε.
η’. -.Καί ἦρθαν οἱ μαθητές του, συνεχίζει τό ἱερό Εὐαγγέλιο, πῆραν τό σῶμα του καί τό ἔθαψαν(Ματθ. 14,13). Πρόσεξε ἐσύ πού ἀγαπᾶς τήν ἱστορία, πῶς εἰκονίζεται ὁ ἐνταφιασμός τοῦ δικαίου καί ἀποστόμωσε τούς ἐχθρούς τῶν ἁγίων εἰκόνων σάν ἐχθρούς τῆς Ἀλήθειας. Βάλε καλά στό νοῦ σου τήν ἱστορία καί βγάλε ὠφέλιμο συμπέρασμα. Πῶς παίρνουν τό δεμένο μέ βαριές ἁλυσίδες ἅγιο ἀπό τήν φυλακή. Πῶς ὁ δήμιος σηκώνει σάν ἄγριο θηρίο τό ξίφος ἐνάντια τῆς ἱερῆς Κεφαλῆς. Πῶς μετά τόν ἀποκεφαλισμό προσφέρεται ἡ μυρόβλητη Κεφαλή στήν ἔξαλλη Ἡρωδιάδα. Πῶς ἀκόμα θάβεται τό ἱερό σῶμα ἀπό τά χέρια τῶν μαθητῶν του, πού ὁλόγυρα παραστέκουν δακρυσμένοι μέ πόνο πού σκίζει τήν ψυχή τους. Πῶς ἄλλος ἀγκαλιάζει τά πόδια τοῦ Ἁγίου, ἄλλος πασχίζει νά συνταιριάσει τήν ἅγια Κεφαλή στό ἀκίνητο σῶμα καί ἄλλος θυμιάζοντας ψέλνει ἐπικήδειες ὑμνωδίες.
Τώρα βρίσκομαι ἐκεῖ μέ τό νοῦ, ἀκροατές μου, καί βλέπω τήν ταφή τοῦ δικαίου νά γίνεται μέσα σέ ἀτμόσφαιρα εἰρήνης, ὅπως ἀναφέρεται στόν Προφήτη Ἡσαΐα (Ἡσ.57,2). Ὁραματίζομαι τό ἀγγελικό ἐκεῖνο πρόσωπο πού ἔδυσαν τά μάτια του σάν δύο ἥλιοι λαμπεροί καί πού μέσα σ’ αὐτά εἶχε ἀποτυπωθεῖ ὅλη ἡ ψυχική του ὀμορφιά. Χωρίς τήν πρόσκαιρη καί ἐπίγεια τούτη πνοή, ἀλλά γεμάτο ἀπό τήν μοσχομύριστη εὐωδιά τῆς θείας Χάρης.
Ἀσπάζομαι τά ἱερά ἐκεῖνα χέρια, πού ἁμαρτία δέν ἀγγίξανε καί πού μέ τό δάκτυλό τους ἔδειξαν στούς ἀνθρώπους τόν Χριστό, πού σήκωσε ἐπάνω Του τήν ἁμαρτία ὁλοκλήρου τοῦ κόσμου. Προσκυνῶ ἐκεῖνα τά ὡραῖα πόδια, πού εὐαγγελίστηκαν τά ἀγαθά στούς ἀνθρώπους καί μέ τά ὁποῖα προετοιμάστηκε ἡ ὁδός τῆς παρουσίας τοῦ Κυρίου. Φέρτε νά προσκυνήσω καί τήν τίμια ἁλυσίδα μέ τήν ὁποῖα δέθηκε ὁ πιό πολύτιμος καί ἀγγελόμορφος ἀνάμεσα στούς ἀνθρώπους. Φέρτε καί τή σεβάσμια πιατέλα ὅπου τοποθετήθηκε ἡ πολυσέβαστη καί ἀπ’ ὅλα τά χρυσάφια ἀκριβότερη Κεφαλή. Ἀκόμα ἄν ἔβρισκα δέν θ’ ἄφηνα ἀπροσκύνητο τό φονικό μαχαίρι πού μπήχθηκε στόν ἱερό τράχηλο, οὔτε θά δίσταζα νά καταφιλήσω τό χῶμα ὅπου φρουρήθηκε ὁ θησαυρός, μέ τή βεβαιότητα, ὅτι καί αὐτό θά μοῦ μετέδιδε θεία Χάρη.
Μακαριστέ τάφε καί χαρμόσυνη ταφόπετρα, πού σκέπασες τό τρισμακάριστο ἐκεῖνο σκήνωμα καί τύλιξες μέσα σου τό πολυτιμώτερο ἀπό σωρούς σμαράγδια καί μαργαριτάρια σῶμα.
Ἐκεῖ λοιπόν βρισκόταν ὁρατά ἡ συντροφιά τῶν μαθητῶν καί ἀόρατα πλήθη ἀγγέλων, εὐφημώντας, δοξάζοντας, ὑψώνοντας στόν οὐρανό καί μεταφέροντας στήν ἀτελείωτη χαρά αὐτόν πού ἔζησε σάν ἔνσαρκος ἄγγελος καί προανάγγειλε τό Μεσσία. Αὐτόν πού ὑπῆρξε γνήσιος φίλος τοῦ Κυρίου, πού ὁδήγησε στόν οὐράνιο Νυμφίο τήν Ἐκκλησία, τό ἄσβηστο λυχνάρι τοῦ ἀνεκφράστου φωτός, τή ζωντανή φωνή τοῦ Θεοῦ Λόγου, τόν ἀνώτερο ἀπ’ τούς προφῆτες, τόν μεγαλύτερο ἀπ’ ὅσους γέννησε ποτέ γυναίκα. Τέτοια λοιπόν ὅπως περιγράψαμε, εἰρηνική ἦταν ἡ ταφή τοῦ δικαίου, πρόξενος καί ἀγαλλίασης καί σωτηρίας, σ’ ὁλόκληρο τόν κόσμο.
θ. – Ἄραγε ὁ παράφρονας Ἡρώδης κατάφερε νά ξεφύγει τήν τιμωρία γιά τό ἀνουσιούργημά του στήν ὑπόλοιπη ἐπίγεια ζωή του; Ὄχι βέβαια. Ἀλλά ὅπως λέει ἡ παράδοση, γι’ αὐτό τό ἀνόμημά του, ἀφοῦ ξεσηκώθηκαν ὅλοι οἱ ὑπήκοοί του, τόν ἀπομάκρυναν ἀπό τό θρόνο του καί τόν κατέσφαξαν. Μέ αὐτόν τόν τρόπο ὁ Θεός θέλησε νά φοβίσει καί νά νουθετήσει τούς μεταγενέστερους βασιλεῖς ὥστε νά μή διαπράξουν τέτοια ἐγκλήματα. Ἀλλά ξαναγυρίζοντας στό θέμα μας ἄς ἀναφωνήσουμε ὅπως ταιριάζει στήν παρούσα ἡμέρα.
Σήμερα ὁ Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος μακαρίζεται γιατί θυσιάζει τό κεφάλι του γιά τήν ἀλήθεια καί ὁ παράνομος Ἡρώδης γελοιοποιεῖται καί ἐξευτελίζεται. Σήμερα ὁ Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος ἀπ’ ὅλους ἐγκωμιάζεται γιά τό σθεναρό ἔλεγχο καί ὁ παράφρονας Ἡρώδης θεωρεῖται ἄτιμος γιά τήν μοιχεία του. Σήμερα ἡ κεφαλή τοῦ Ἰωάννη τοῦ Προδρόμου προσφέρεται σφαχτάρι ἱερό πάνω στήν πιατέλα καί ἡ μοιχαλίδα Ἡρωδιάδα, παρά τή θέλησή της, δέχεται τήν αἰώνια καταδίκη.
Σήμερα τό αἷμα τοῦ Ἰωάννη τοῦ Προδρόμου χύνεται γιά τήν τήρηση τοῦ θείου νόμου καί αὐτός πού ἐναντιώθηκε στόν Πρόδρομο μέ τήν παρανομία δικαιολογημένα διαπομπεύεται. Σήμερα ὁ Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος ἐξαιτίας τῆς παρρησίας του πρός τόν Ἡρώδη ἀποκεφαλίζεται, γιά τήν τήρηση τῆς δικαιοσύνης.Ἔτσι μαθαίνουν οἱ βασιλεῖς τῆς γῆς νά μή χωρίζουν τίς νόμιμες συζύγους τους καί ἀποδοκιμάζουν αὐτόν πού χώρισε τή γυναίκα του.
Σήμερα ὁ Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος στήνει πάνω στή γῆ πνευματικό ὁρόσημο καί προτρέπει ὅλους τούς ἄνδρες νά ἀρκοῦνται στή νόμιμη γυναῖκα τους καί νά μήν προχωροῦν παραπέρα. Σήμερα ὁ Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος κατεβαίνει στόν Ἅδη καί οἱ νεκροί μαθαίνουν τό χαρμόσυνο ἄγγελμα τῆς παρουσίας τοῦ Χριστοῦ. Σήμερα οἱ οὐρανοί εὐφράνθηκαν μέ τόν ἀποκεφαλισμό τοῦ Ἰωάννη τοῦ Βαπτιστῆ, πού θυσιάστηκε γιά τή δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ καί οἱ ἄνθρωποι πάνω στή γῆ γιορτάζουνε μέ εὐχαριστήριους ὕμνους. Καί ἔχω τή γνώμη ὅτι καί ἐμᾶς τώρα παρακολουθεῖ ἀπό τόν οὐρανό ὁ Τίμιος Πρόδρομος καί μᾶς ἀμείβει ὡς ὑμνητές του μέ θεία χαρίσματα.
Ἀνάμεσα στό χορό τῶν προφητῶν, σάν πρωινό ἀστέρι μεσουρανεῖ καί φωτίζει τό στερέωμα τῆς Ἐκκλησίας. Ἀνάμεσα στούς ἀποστόλους καί πρίν ἀπ’ αὐτούς καί περισσότερο ἀπ’ αὐτούς λάμπει σάν ἥλιος μέσα στούς ἥλιους. Μέσα στούς μάρτυρες ξεχωρίζει μέ τά θαύματά του, σάν ὁλοστόλιστος μ’ ἀστέρια οὐρανός. Ἀνάμεσα στούς δικαίους στέκει περίτρανα γιά τά πολλά παθήματα πού ὑπέφερε, γιά χάρη τῆς δικαιοσύνης καί ὑψώνεται πιό ψηλά ἀπό τούς κέδρους τοῦ Λιβάνου, αὐτός πού σκόρπισε σήμερα χαρά στήν οἰκουμένη.
Γιατί, ἄν θά χαροῦν πολλοί κατά τή γέννησή του, σύμφωνα μέ τά λόγια τοῦ Εὐαγγελιστή Λουκᾶ (Λουκ. 2,10), πρέπει νά εἶναι ἀνάλογη καί ἡ εὐφροσύνη τήν ἡμέρα αὐτή τοῦ μαρτυρικοῦ τέλους, τήν ὁποία ἀξιωθήκαμε νά πανηγυρίσουμε ὅλοι ἐμεῖς, δηλαδή οἱ ἱερεῖς καί οἱ ἐρημίτες καί οἱ κοινοβιάτες καί οἱ λαϊκοί, γιατί ὅλοι ἔχουν μέρος στή χαρά πού δίνει ἡ μνήμη του. Ἰδιαίτερα ἐμεῖς πού ἐγκαταβιώνουμε σ’ αὐτό τό ἱερό μοναστήρι, ἄς ἔχομε ἀκόμα περισσότερο τίς πρεσβεῖες του, στό ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, τοῦ Κυρίου μας.
Σ’ Αὐτόν πρέπει ἡ δόξα καί ἡ δύναμη, μαζί μέ τόν Πατέρα καί τό Πανάγιο καί Ζωοποιό Πνεῦμα, τώρα καί πάντοτε καί στούς ἀτελεύτητους αἰῶνες τῶν αἰώνων.
Ἀμήν.
Ἀπό τό βιβλίο: «Θεϊκό Λυχνάρι, ὁ Τίμιος Πρόδρομος»
Ἐκδόσεις ΕΤΟΙΜΑΣΙΑ
Ἱερᾶς Μονῆς Τιμίου Προδρόμου Καρέα

27 Aυγούστου η μνήμη του Αγίου μάρτυρος Φανουρίου

0 σχόλια

Άγιος Φανούριος



Ο βίος του Αγίου
Λίγες και ασαφείς είναι οι γνώσεις από τη γραπτή παράδοση, που αφορούν στον βίο του Αγίου Φανουρίου (όπως δηλώνει και το συναξάρι του).
Η αγία εικόνα του βρέθηκε τυχαία την 27η Αυγούστου, μετά το 1350, στα ερείπια μιας εκκλησίας στη Ρόδο. Από τότε καθιερώθηκε να εορτάζει ο Άγιος κατά την ημερομηνία ανεύρεσης της εικόνας του.
Καθώς οι Τούρκοι επισκεύαζαν τα τείχη της πόλης, λοιπόν, οι εργάτες βρήκαν στα χαλάσματα μια παλιά εκκλησία με φθαρμένες εικόνες. Μεταξύ αυτών ήταν και η ιερή εικόνα του Αγίου Φανουρίου. Ο τότε Μητροπολίτης του νησιού Νείλος (1355-1369), διάβασε την επιγραφή “Άγιος Φανούριος”. Άν και ο Άγιος ήταν άγνωστος μέχρι τότε, ο Μητροπολίτης ανακαίνισε την ερειπωμένη εκκλησία και καθιέρωσε γιορτή την ημέρα εύρεσης της εικόνας. Έτσι η Ρόδος κατέστη το κέντρο προσκύνησης του Αγίου Φανουρίου, όπου αναφέρονται και πολλά θαύματά του.
Πολύ γρήγορα η τιμή του Αγίου εξαπλώθηκε στα Δωδεκάνησα, στην Κύπρο, την Κρήτη, Χίο, Λέσβο και σε όλο τον ελληνικό χώρο. Στην Κρήτη σώζονται δύο εικόνες του Αγίου, που φιλοτεχνήθηκαν από τον σπουδαίο εικονογράφο Άγγελο (α΄μισό 15ου αιών.), και βρίσκονται στη Μονή Βροντησίου, πρώην Βαλσαμονέρου (νομός Ηρακλείου), ο οποίος συνεργάστηκε με τον ηγούμενο της Μονής, και κτήτορα του κλίτους του Αγίου Φανουρίου στη Μονή, Ιωνά Παλαμά.
Ο Άγιος Φανούριος έγινε δημοφιλής από την παρήχηση του ονόματός του προς το ρήμα φαίνω, φανερώνω, δηλ. παρουσιάζω, αποκαλύπτω, ειδικότερα τα χαμένα αντικείμενα, με την επίκληση. Αυτή η ιδιότητα του Αγίου επεκτάθηκε κυρίως από την Κρήτη, λόγω επίκλησής του για την ανεύρεση αιγοπροβάτων, και ζωοκλεφτών. Οι βοσκοί στην Κρήτη τον θεωρούν προστάτη τους και ως φύλακα των ποιμνίων τους. Στην πίστη του λαού έχει συνδεθεί το όνομά του και με την φανέρωση τύχης. Σε μερικά μέρη θεωρείται γιατρός και του πονοκεφάλου.
Το αίτημα προς τον Άγιο για την εύρεση χαμένων ή κλεμμένων αντικειμένων συνοδευόταν πάντοτε από τα τάματα. Με την πάροδο του χρόνου, όμως, έχει επικρατήσει ένα μόνο τάμα, το ψήσιμο της φανουρόπιτας, την οποία οι νοικοκυρές συνηθίζουν να μοιράζουν στους φίλους και γείτονες με την ευχή “ο Θεός να συγχωρέσει τη μάνα του Αγίου Φανουρίου”. Αυτό επινοήθηκε από τη λαϊκή φαντασία, λόγω της άγνωστης βιογραφίας του Αγίου, που θεώρησε τη μάνα του αμαρτωλή και τον Άγιο νόθο. Η παράδοση, μάλιστα, τη θέλει πολύ σκληρή και άπονη στους φτωχούς, ώστε δεν μετάνοιωσε γι’ αυτό ούτε στην Κόλαση, παρ’ όλο που ο γιος της προσπάθησε να τη σώσει. Σύμφωνα με άλλες παραδόσεις, η φανουρόπιτα γίνεται και για τη συγχώρεση της αδελφής και του αναδόχου του Αγίου. Η φανουρόπιτα ψήνεται και από ανύπαντρες γυναίκες, για να τους φανερώσει ένα καλό γαμπρό ο Άγιος. Η φανουρόπιττα φτιάχνεται, συνήθως με αλεύρι, νερό, ζάχαρι, κανελλογαρύφαλλα, ξύσμα πορτοκαλιού, χυμό πορτοκαλιού ή λεμονιού, αλάτι , σταφίδες και καρύδια.
Ο Άγιος Φανούριος εικονίζεται πάντοτε να κρατεί ένα κερί αναμμένο, επειδή φανερώνει τα χαμένα αντικείμενα. Σύμφωνα με το συναξάρι του, η αρχέτυπη εικόνα του τον παρουσιάζει να πλαισιώνεται από δώδεκα σκηνές του μαρτυρίου του. Ο εικονογράφος Άγγελος, που έδρασε καλλιτεχνικά στην Κρήτη, μας τον εικονίζει με νεανικό πρόσωπο, στρατιωτική ένδυση (θώρακα με διακοσμητικές χρυσογραφίες, αλυσιδωτό χιτώνα με μακριά μανίκια, ψηλές κάλτσες και περικνημίδες, λόγχη και ασπίδα), κόμμωση με μικρούς βοστρύχους να πέφτουν πίσω στα αυτιά του, ένα χαρακτηριστικό σταυρό και ένα αναμμένο κερί στερεωμένο πάνω του. Εντύπωση προκαλεί το γεγονός, ότι υπάρχουν πολλά κοινά χαρακτηριστικά με τον Άγιο Γεώργιο. Στην ανωτέρω εικόνα, που φυλάσσεται στο Ναό της Μεγάλης Παναγίας, στην Πάτμο, ο Άγγελος τον εικονίζει να πατά πάνω σε δράκοντα, όπως ο Άγιος Γεώργιος.
Δρ Ελένη Ρωσσίδου-Κουτσού (Φιλόλογος-Βυζαντινολόγος)
Βλέπε: Έκδοση Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος, Εικόνες της Πάτμου (Αθήνα, 1977∙ Ψιλάκης Νίκος, Μοναστήρια και Ερημητήρια της Κρήτης (Ηράκλειο, 1994)


Άγιος Φανούριος ο Μεγαλομάρτυς


Άγιος Φανούριος ο Μεγαλομάρτυς
 ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Ο Άγιος Φανούριος είναι αναμφίβολα μια άγια, σημαντική νεανική μορφή, που ξεχωρίζει με τον δικό του τρόπο ανάμεσα στους άλλους Αγίους της χριστιανοσύνης, γιατί δεν τιμάται απλώς σε μια μόνον ημε­ρομηνία, αλλά η πίστη των χριστιανών κά­νει συχνά τη γνωστή φανουρόπιτα.
 Ο Άγιος Φανούριος, που έζησε στα Ρω­μαϊκά χρόνια, συγκρούσθηκε τότε θαρρετά με τον κόσμο της ειδωλολατρίας, γιατί το χριστιανικό πνεύμα του θεανθρώπου, δεν του επέτρεπε ν' αρνηθεί τις αναμφισβήτη­τα ενάρετες αρχές του. Έτσι τα 12 μαρτύ­ρια που υπόφερε ο Άγιος, αποτελούν για μας ένα δυνατό κίνητρο για αντοχή και προ­σκόλληση στις ηθικές αξίες του χριστιανι­σμού, για να βγούμε νικητές από ένα αδιά­κοπο αγώνα, ενάντια στην απιστία και αδικία της εποχής μας. Ο Άγιος μας δίδαξε με την πραγματική θυσία του, πως εμείς τώ­ρα δεν παλεύουμε βέβαια με στρατοκράτες Ρωμαίους και απαίσιους Αγαρηνούς, αλλά έχομε ν' αντιμετωπίσουμε τις πιο έντεχνα στημένες παγίδες του υλισμού και αθεϊσμού, που προσπαθούν μαζικά να σαρώσουν τις τάξεις των χριστιανών.
 Ο Άγιος Φανούριος ακόμα μας δίδαξε, πως το στεφάνι της ενάρετης ζωής δεν κερ­δίζεται εύκολα, αλλά μόνον με συνεχείς δο­κιμασίες, με θάρρος, υπομονή και αντοχή. Επομένως σαν αληθινοί αγωνιστές της πί­στεως ας μιμηθούμε την υποδειγματική και άμεμπτη ζωή του Αγίου, για να καταξιωθούμε κάποτε κι εμείς να τιμήσουμε το χρι­στιανικό όνομα που φέρουμε, όπως κι αυ­τός επάξια το τίμησε.
Ο Άγιος Φανούριος

1. Γενικά για τη ζωή του
Για την καταγωγή και τη ζωή του Αγίου Φανουρίου δεν υπάρχει τίποτε συγκε­κριμένο, επειδή όλα τα στοιχεία της ζωής του χάθηκαν σε καιρούς ανωμαλίας.
 Τα μόνα στοιχεία που έχομε αναφορικά με τον Άγιο είναι η εύρεση της εικόνας του, γύ­ρω στα 1500 μ.Χ., σύμφωνα με τα συναξά­ρια, ή κατ' άλλους γύρω στα 1355-1369 μ.Χ. Άλλοι υποστηρίζουν πως η εικόνα του Αγίου βρέθηκε στη Ρόδο και άλλοι στην Κύ­προ.

2. Η εύρεση της εικόνας 
Επιστρέφομε στο παρελθόν, όταν οι Αγαρηνοί εξουσίαζαν τη Ρόδο και απο­φάσισαν να ξαναχτίσουν τα τείχη της πόλης, που βάρβαρα κατέστρεψαν και κατεδάφισαν στον πόλεμο λίγα χρόνια πριν.
Άρχισαν λοιπόν να στέλλουν εργάτες έξω απ' το νότιο μέρος του φρουρίου και να μαζεύουν πέτρες απ' τα μισογκρεμισμένα σπί­τια των κατοίκων, για να ξαναφτιάξουν τα νέα και ισχυρά τείχη της πόλης τους. Ξαφ­νικά μέσα στα χαλάσματα βρήκαν μια ωραιό­τατη, αλλά μισοχαλασμένη στη μια πλευρά εκκλησία κι εκεί μέσα βρήκαν ένα σωρό ει­κόνες, που απ' την πολυκαιρία δεν ξεχώρι­ζαν τις μορφές των Αγίων καθώς και τα γράμματα, που είχανε επάνω τους.
Μια μόνο καταπληκτική εικόνα ξεχώριζε απ' όλες, που ο χρόνος δεν την άγγιξε και παρίστανε ένα νέο ντυμένο σαν στρατιώτης. Ο Μητροπολίτης της Ρόδου Νείλος έτρεξε αμέσως επί τόπου και διάβασε καθαρά το όνομα του Αγίου, που λεγόταν Φανούριος. Συγκινημένος ο Σεβασμιώτατος, για τη φανέρωση του Αγίου, παρατήρησε, πως ήταν ντυμένος σαν Ρωμαίος στρατιωτικός, κρα­τώντας στο αριστερό χέρι του ένα σταυρό και στο δεξιό μια αναμμένη λαμπάδα. Ο α­γιογράφος ακόμα ολόγυρα της εικόνας ζω­γράφισε σε δώδεκα παραστάσεις τα μαρτύ­ρια, που υπόφερε ο Άγιος και, που εξιστορούν ολοφάνερα την όλη ζωή του.
Οι παραστάσεις αυτές είναι οι ακόλουθες:
Α΄. Ο Άγιος παρουσιάζεται όρθιος μπρο­στά στο Ρωμαίο ανακριτή του και φαίνεται ν' απολογείται με θάρρος και να υπερασπί­ζει την χριστιανική πίστη του.
Β΄. Οι στρατιώτες εδώ επεμβαίνουν και χτυ­πούν με πέτρες στο κεφάλι και στο στόμα τον Φανούριο, για ν' αναγκασθεί να υποκύ­ψει και ν' αρνηθεί τον Κύριο.
Γ΄. Οι στρατιώτες έχουν εξαγριωθεί πια απ' την επιμονή του Φανουρίου, γι' αυτό τον έριξαν κάτω και τον χτυπούν τώρα άγρια με ξύλα και ρόπαλα, για να κάμψουν το ακμαίο ηθικό του.
Δ΄. Ο Φανούριος είναι στη φυλακή κι εκεί βασανίζεται με αποτρόπαιο τρόπο. Φαίνε­ται εντελώς γυμνός κι οι στρατιώτες ολόγυ­ρα του ξεσχίζουν τις σάρκες του με αιχμη­ρά σιδερένια εργαλεία. Ο Άγιος υπομένει αγόγγυστα το τρομερό μαρτύριό του.
Ε΄. Ο Φανούριος βρίσκεται και πάλι στη φυ­λακή και προσεύχεται στον θεό, για να τον ενισχύσει ν' αντέξει μέχρι τέλους τα βασανι­στήρια.
ΣΤ΄. Ο Άγιος παρουσιάζεται και πάλιν μπροστά στον Ρωμαίο ανακριτή για ν' απο­λογηθεί για τη στάση του. Απ' την ατάρα­χη έκφραση του προσώπου του φαίνεται, πως ούτε τα βασανιστήρια που υπόφερε, ούτε οι μελλοντικές απειλές του τυράννου του εκλόνισαν την πίστη και έτσι απτόητος περιμένει ακόμη χειρότερα μαρτύρια.
Ζ΄. Οι δήμιοι του Φανουρίου με μανία και σκληρότητα καίουν με αναμμένες λαμπάδες το ολόγυμνο σώμα του, που φαίνεται έτσι η ανυπέρβλητη θυσία του για τον Εσταυ­ρωμένο. Ο Άγιος νικά και πάλιν με την α­δάμαστη θέληση και καρτερία του στον Κύ­ριο.
Η΄. Εδώ οι άγριοι βασανιστές του χρησιμο­ποιούν και μηχανικά μέσα για να φθάσουν στο κορύφωμα του μαρτυρίου του. Έχουν δέσει τον Άγιο πάνω σ' ένα μάγκανο κι αυ­τό σαν περιστρέφεται, του συντρίβει τα κόκκαλα. Υποφέρει εκείνος αγόγγυστα αλλά στο ωραίο πρόσωπό του είναι ζωγραφισμέ­νη ανέκφραστη αγαλλίαση, γιατί υποφέρει για χάρη του Κυρίου.
Θ΄. Ο Φανούριος ρίπτεται σ' ένα λάκκο, για να γίνει βορά άγριων θηρίων κι οι δήμιοί του από πάνω παρακολουθούν να δούνε το τέ­λος του. Τα θηρία όμως έχουν κυριολεκτι­κά εξημερωθεί απ' τη χάρη του Θεού, γι' αυ­τό τον περιτριγυρίζουν ήσυχα σαν αρνάκια και απολαμβάνουν θαυμάσια τη συντροφιά του.
Ι΄. Οι δήμιοί του δεν ικανοποιούνται απ' το προηγούμενο αποτέλεσμα κι έτσι τον βγάζουν απ' τον λάκκο και τον καταπλακώνουν μ' ένα μεγάλο λίθο, βέβαιοι πια πως θα τον αποτελειώσουν. Τίποτε όμως δεν πετυχαίνουνε κι αυτή τη φορά.
ΙΑ΄. Η σκηνή παρουσιάζει τον Άγιο μπρο­στά σε βωμό, όπου οι δήμιοί του τον προτρέπουν να θυσιάσει, βάζοντας στις παλά­μες του αναμμένα κάρβουνα. Ο Φανούριος βγαίνει και απ' αυτή τη δοκιμασία νικητής και αυτό διακρίνεται από ένα διάβολο, που έχει τη μορφή δράκου, που πετά στον αέ­ρα και κλαίει για την αποτυχία του.
ΙΒ΄. Η τελευταία σκηνή είναι το τέλος του μαρτυρίου του, με τον Φανούριο ριγμένο σ' ένα μεγάλο καμίνι να στέκεται όρθιος πάνω σ' ένα σκαμνί και να τον περιζώνουν φλό­γες και καπνοί. Ο Άγιος φαίνεται να προ­σεύχεται αδιάκοπα στον Θεό, χωρίς να εκ­φράζει κανένα παράπονο ή γογγυσμό κι έ­τσι άκαμπτος κι ανυποχώρητος πέταξε στα ουράνια, γεμάτος ικανοποίηση για όσα βά­σανα υπόφερε για χάρη του Κυρίου.

3.    Το χτίσιμο του ναού
Ο Μητροπολίτης τότε του νησιού, ο Νεί­λος, όταν μελέτησε επισταμένα την ει­κόνα που βρέθηκε, αποφάνθηκε, πως ο Φα­νούριος ήταν ένας απ' τους σπουδαιότε­ρους μεγαλομάρτυρες της Πίστεώς μας. Α­μέσως έστειλε αντιπροσωπεία στον ηγεμό­να του νησιού και τον παρακαλούσε να του δώσει άδεια για ν' ανακαινίσει την εκκλησία. Όταν όμως ο ηγεμόνας αρνήθηκε, τότε ο Μητροπολίτης μετέβη ο ίδιος προσωπικά στην Κωνσταντινούπολη και κατόρθωσε να εξασφαλίσει απ' τον Σουλτάνο την άδεια που ζητούσε. Επέστρεψε σύντομα στη Ρό­δο κι αναστήλωσε το ναό ακριβώς στην πα­λιά θέση του, έξω από τα τείχη του. Ο να­ός σώζεται ως τα σήμερα και αποτελεί από τότε ιερό προσκύνημα όλων των Χριστια­νών.

4.    Στοιχεία απ' την εύρεση της εικόνας 
Βλέποντας την εικόνα του Αγίου Φανου­ρίου που βρέθηκε στη Ρόδο, εξάγουμε πολλά αξιόλογα στοιχεία που είναι τα ακό­λουθα:
  • 1.   Σαν διαβάσουμε στην εικόνα το όνομα του Αγίου συμπεραίνομε αμέσως, πως εί­ναι ελληνικής καταγωγής.
  • 2. Επίσης συμπεραίνομε πως οι γονείς του ήταν πολύ ευσεβείς, για να του δώσουν ένα τόσο χριστιανικό όνομα.
  • 3. Ο νέος αυτός ακόμα θα ήταν πολύ μορ­φωμένος για να γίνει στρατιωτικός.
  • 4. Υπολογίζουμε ακόμα πως τα μαρτύρια του Αγίου Φανουρίου έγιναν τον β' και γ' αιώνα, όταν οι διωγμοί των χριστιανών βρί­σκονταν στο αποκορύφωμά τους.
  • 5. Ο Φανούριος ολοφάνερα αποδεικνύε­ται πως ήταν Μεγαλομάρτυρας απ' τα πολ­λά και φοβερά μαρτύρια που υπέφερε.
  • 6. Βεβαιωνόμαστε επίσης πως ετιμάτο απ' τους πιστούς χριστιανούς απ' τα χρόνια του μαρτυρίου του σε χριστιανικούς ναούς, για να βρεθεί μάλιστα ένας τέτοιος ναός και στη Ρόδο.
  • 7.   Απ' την απεικόνιση του Αγίου φαίνεται πως ο Φανούριος μαρτύρησε σε νεαρά
    ηλικία.

5.    Θαύματα του Αγίου
Ο Άγιος Φανούριος έκανε αρκετά θαύ­ματα στους πιστούς που επικαλούνται το όνομά του κι ένα απ' αυτά είναι το ακό­λουθο: 
 
Σε μια περίοδο της ιστορικής ζωής της η Κρήτη ήταν υποδουλωμένη στους Λατίνους (1204 - 1669 μ.Χ.), που είχαν δικό τους Αρ­χιεπίσκοπο και γι' αυτό προσπαθούσαν με κάθε τρόπο να παρασύρουν τους κατοίκους του νησιού στον Καθολικισμό (Παπισμό)
 
Έτσι οι Λατίνοι πήρανε σαν καταπιεστι­κό μέτρο ενάντια στην Ορθοδοξία να μην επιτρέπουν να χειροτονούνται ιερείς στην Κρήτη, οπότε οι Κρητικοί αναγκάζονταν να μεταβαίνουν στο νησί Τσιρίγο (Κύθηρα) για να χειροτονηθούν ιερείς από Ορθόδοξο Αρχιερέα, που έδρευε εκεί. 
 
Κάποια εποχή λοιπόν ξεκίνησαν απ' την Κρήτη τρεις διάκονοι για το Τσιρίγο κι αφού χειροτονήθησαν εκεί ιερείς, επέστρεφαν τρι­σευτυχισμένοι στο πολύπαθο τότε απ' τη σκλαβιά νησί τους. Κατά κακή τους τύχη Αγαρηνοί πειρατές τους συνέλαβαν στο πέ­λαγος, τους μετέφεραν στη Ρόδο, όπου τους πώλησαν σε τρεις διαφορετικούς Αγαρηνούς αφέντες. 
 
Η θέση των τριών ιερέων ήταν αξιοθρή­νητη κι όμως μια γλυκειά προσμονή ήλθε να γλυκάνει το πικρό παράπονό τους. Μάθα­νε πως στη Ρόδο ο Άγιος Φανούριος θαυματουργούσε και σ' αυτόν στήριξαν τις ελ­πίδες τους κι ολοένα προσεύχονταν και τον επικαλούνταν ο καθένας τους ξεχωριστά, για να τους λυτρώσει απ' την σκληρή αιχ­μαλωσία στους μιαρούς Αγαρηνούς. 
 
Ζήτησε, λοιπόν, ο κάθε ιερέας, χωρίς να συνεννοηθούν μεταξύ τους, απ' τον αφέν­τη του, να του δώσει άδεια να μεταβεί στην εκκλησία για να προσκυνήσει την εικόνα του Αγίου Φανουρίου. Πήρανε κι οι τρεις τους μ' ευκολία την άδεια, προσκύνησαν μ' ευ­λάβεια την εικόνα του Αγίου βρέχοντας τη γη με τα δάκρυά τους γονατιστοί σαν προ­σεύχονταν και με όλη τη δύναμη της ψυχής τους παρακαλούσαν τον Άγιο Φανούριο να μεσολαβήσει για να γλυτώσουν πια απ' τα χέρια των Αγαρηνών. 
 
Αφού οι ιερείς αναχώρησαν, ανακουφι­σμένοι απ' τον πόνο τους, ο Άγιος Φανού­ριος παρουσιάστηκε τη νύχτα και στους τρεις αφέντες τους και τους διέταξε να ελευ­θερώσουν τους σκλάβους ιερείς τους, δια­φορετικά θα τους τιμωρούσε σκληρά. Οι Αγαρηνοί όμως άρχοντες θεώρησαν την επέμ­βαση του Αγίου σαν κάποια μαγεία, γι' αυ­τό αλυσόδεσαν τους σκλάβους τους κι άρ­χισαν να τους βασανίζουν με χειρότερο τρό­πο.  
Την άλλη όμως νύχτα ο Άγιος Φανούριος επέμβηκε πιο αποτελεσματικά, έλυσε τους τρεις ιερείς απ' τα δεσμά τους και τους υ­ποσχέθηκε, πως θα τους ελευθέρωνε από τους Αγαρηνούς την άλλη μέρα. Φανερώ­θηκε και πάλι στους Αγαρηνούς και τους απείλησε αυτή τη φορά, πως αν δεν ελευθέρωναν το πρωί τους ιερείς, θα μεταχειρι­ζότανε σκληρά μέτρα γι' αυτούς. 
 
Το άλλο πρωί οι Αγαρηνοί αισθάνθησαν την τιμωρία, γιατί έχασαν όλοι το φως τους και το κορμί τους έμεινε παράλυτο. Έτσι αναγκάσθησαν τότε να συμβουλευτούν τους συγγενείς τους, για να συζητήσουν το κα­κό που τους βρήκε. Όλοι δε οι άρχοντες α­ποφάσισαν να καλέσουν τους τρεις ιερείς, μήπως μπορούσαν να τους βοηθήσουν. Οι ιερείς την μόνη απάντηση που έδωσαν ήταν, πως αυτοί θα παρακαλούσαν τον Θεό τους κι Εκείνος θα αποφάσιζε. 
 
Την τρίτη νύχτα παρουσιάστηκε πάλι ο Άγιος Φανούριος στους Αγαρηνούς και τους ανακοίνωσε πως αν δεν έστελναν οι τρεις άρχοντες γραπτώς στο ναό του τη συγκατάθεση τους για την απελευθέρωση των ιερέων, δεν θα ξανάβρισκαν πια την υ­γεία τους. Οι Αγαρηνοί τότε θέλοντας και μη έγραψαν το γράμμα που ζήτησε ο Άγιος Φανούριος και δήλωναν απερίφραστα, πως παραχωρούσαν, στους τρεις ιερείς την ελευ­θερία τους. Αυτές οι δηλώσεις τους κατατέ­θηκαν στον ιερό ναό του Αγίου.  
Πριν ακόμα επιστρέψει η αντιπροσωπεία των Αγαρηνών απ' το ναό, οι τυφλοί και παράλυτοι άπιστοι έγιναν εντελώς καλά με το θέλημα του Αγίου. Οι πλούσιοι Αγαρηνοί έδωσαν στους τρεις ιερείς όλα τα έξοδα του ταξιδιού τους κι αυτοί πριν αναχωρή­σουν κατέφυγαν στην εκκλησία, και αφού ευχαρίστησαν τον Άγιο για την απελευθέ­ρωσή τους, αντέγραψαν πιστά την εικόνα του Αγίου Φανουρίου και την πήραν στην Κρήτη, όπου την τιμούσαν κάθε χρόνο με δοξολογίες και λιτανείες.

6. Η πίτα του Αγίου Φανουρίου
 
Η μεγάλη τιμή που τρέφουν οι χριστιανοί στον Άγιο Φανούριο, έγινε αιτία να δημιουργηθεί στο λαό το παραδοσιακό έθι­μο της πίττας του Αγίου ή καλύτερα της φανουρόπιτας. 
 
Η πίτα συνήθως είναι μικρή και στρογ­γυλή και γίνεται από καθαρό αλεύρι, ζάχα­ρη, κανέλλα, λάδι κι αφού όλα αυτά τα υλι­κά ανακατευθούν, ζυμώνονται, μπαίνουν σε στρογγυλή φόρμα και η πίττα ψήνεται σε μέτρια θερμοκρασία στο φούρνο. 
 
Η πίτα γίνεται για να φανερώσει ο Ά­γιος σε κάποιον ένα χαμένο αντικείμενο, κά­ποια δουλειά αν ένας είναι άεργος, κάποια χαμένη υπόθεση, την υγειά σε κάποιο άρ­ρωστο και άλλα παρόμοια. 
Η Εκκλησία μας γιορτάζει τη μνήμη του στις 27 Αυγούστου.

ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟΝ 
Ήχος δ΄. Βασίλειον διάδημα
Ουράνιον εφύμνιον εν γη τελείται λαμπρώς, επίγειον πανήγυριν νυν εορτάζει φαιδρώς Αγγέλων πολίτευμα, άνωθεν υμνωδίαις, ευφημούσι τους άθλους, κάτωθεν Εκκλησία την ουράνιον δόξαν. ην εύρες πόνοις και άθλοις τοις σοις, Φανούριε ένδοξε.

ΚΟΝΤΑΚΙΟΝ 
Ήχος γ΄. Η Παρθένος σήμερον

Ιερείς διέσωσας αιχμαλωσίας αθέου και δεσμά συνέθλασας δυνάμει Θεία, Θεόφρον, ήσχυνας τυράννων θράση γενναιοφρόνως, ηύφρανας Αγγέλων τάξεις Μεγαλομάρτυς, δια τούτο σε τιμώμεν, θείε οπλίτα, Φανούριε ένδοξε.

ΜΕΓΑΛΥΝΑΡΙΟΝ

Τους ασπαζομένους την σην σεπτήν εικόνα εν πίστει και αιτούντας σην αρωγήν, Μάρτυς, κληρονόμους της Θείας Βασιλείας, Φανούριε, λιταίς σου πάντας ανάδειξον.
ΕΚΔΟΣΕΙΣ:  ΟΡΘΟΔΟΞΟΝ  ΙΔΡΥΜΑ   «Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΒΑΡΝΑΒΑΣ»