ΜΙΑ ΕΝΟΡΙΑ ΓΕΝΝΗΘΗΚΕ

Του Πρωτοπρεσβυτέρου Νικηφόρου Καλαϊτζίδη

Υπόθεση σπουδαία και σημαντική για όσους αντιλαμβάνονται την αναγκαιότητα μιας πνευματικής αναφοράς, καθώς και για εκείνους οι οποίοι θεωρούν την Εκκλησία σαν αναπόσπαστο κομμάτι της ταυτότητας και της ιδιοσυγκρασίας τους, ή της ίδιας τους της ζωής, η ίδρυση μιας ενορίας.

Θα μπορούσαμε να πούμε ότι έχει κοινά παράλληλα με την γέννηση ενός παιδιού που περιβεβλημένο την αθωότητα του, σπαργανώνεται από την φυσική μητέρα, έτσι και η ενορία «σπαργανώνεται» μέσα στην πνευματική μέριμνα του οικείου Επισκόπου και στεγάζεται σ’ έναν Ναό.


συνέχεια του άρθρου

1 Φεβρουαρίου μνήμη του Αγίου μεγαλομάρτυρος Τρύφωνος , του εν αγίοις πατρός ημών Βασιλείου αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης του Ομολογητού και του Αγίου νεομάρτυρος Αναστασίου του Ναυπλιέως

0 σχόλια

Ο Άγιος Τρύφων ο Θαυματουργός 


Βίος
Ο πανάριστος Μεγαλομάρτυρας του Χριστού Τρύφων είχε πατρίδα την Λάμψακο της Φρυγίας, πόλι της Μικράς Ασίας στα παράλια του Ελλησπόντου. Τον ελληνικό βίο του συνέγραψε ο Άγιος Συμεών ο μεταφραστής, πού έζησε τον 10ο αιώνα και συνέλεξε τους υπάρχοντας τότε βίους των Αγίων και διετύπωσε εκ νέου· έτσι έχουμε και τον περίφημο βίο του Αγίου Τρύφωνος, από τον οποίο παραθέτουμε αποσπάσματα σε νεοελληνική απόδοσι (διασκευή κ. Τρύφωνος Αλεξοπούλου, ιατρού).
»… Οι Άγιοι Μάρτυρες μετά τους Αποστόλους έγιναν συνεχιστές της χριστιανικής ευσεβείας. Αυτοί πήραν σαν μια σπίθα την φωτιά της πίστεως απ τους Αποστόλους. Έπειτα, αυτή η σπίθα θέριεψε με τα βασανιστήρια των διωκτών, όπως η φλόγα φουντώνει απ τους ανέμους…
» Ένας απ αυτούς είναι και ο μακάριος Τρύφων, το ευλογημένο άνθος της Εκκλησίας, πού έχει την επωνυμία της άφθαρτης και θεϊκής τρυφής. Γεννήθηκε στην Λάμψακο, ένα χωριό της Φρυγίας κοντά στην Απάμεια, από γονείς ευσεβείς, και ήταν τόσο άξιος του Θεού από την παιδική του ηλικία, ώστε να αξιωθεί των ποικίλων θείων ενεργειών και της χάριτος του Αγίου Πνεύματος. Γι αυτό και με το όνομα μόνο του Τρύφωνος διώκονταν από τους πάσχοντες διάφορες σωματικές ασθένειες και η πονηρή γενεά των δαιμόνων…
Μετά τον Γορδιανό και τον Φίλιππο, αναγορεύθηκε αυτοκράτορας των Ρωμαίων ο Δέκιος, άνθρωπος σκληρός με αναίσχυντη ψυχή, πού ευφραινόταν με τις σφαγές και τα βασανιστήρια, θερμός μέν στην λατρεία των ειδώλων, κινούμενος δε με φοβερή λύσσα κατά των Χριστιανών… Εκείνο τον καιρό καταγγέλλουν τον Τρύφωνα στον έπαρχο της Ανατολής Ακυλίνο, ότι δηλαδή εκδηλώνει μεγάλη αλαζονεία κατά των αυτοκρατόρων και εμπαίζει μέν τους μεγάλους θεούς, ισχυρίζεται δε ότι μόνο κάποιος Χριστός είναι Θεός, και έτσι εξαπατά πολλούς.
Ευθύς λοιπόν στέλνει αυστηρές διαταγές στους τοπικούς άρχοντες, όσο το δυνατόν γρηγορότερα να παρουσιαστεί μπροστά του ο Τρύφων, ο οποίος όταν άκουσε ότι τον αναζατούν οι διώκτες, δεν αναχωρεί στην έρημο για να κρυφθεί, ούτε καταφεύγει στα πυκνά δάση, παρά οπλίζεται με προσευχές και δεήσεις και εμφανίζεται με χαρά και ευχαρίστως πορεύεται για να παρουσιαστεί στον Ακυλίνο, ο οποίος διέμενε τότε στην Νίκαια. Στην απολογία του, ο Άγιος Τρύφων είπε στον έπαρχο:
-Το όνομά μου το γήινο είναι Τρύφων, πατρίδα μου η κώμη Λάμψακος, αλλά εμείς δεν πιστεύουμε ούτε αναφερόμαστε στην τύχη, πιστεύουμε όμως ότι κατά την πρόνοια του Θεού και την τάξη γίνονται τα πάντα και από την σοφία του κυβερνώνται τα σύμπαντα. Είμαι ελεύθερος στην ζωή μου και μόνο σε έναν υποτάσσομαι, στον Χριστό· ο Χριστός είναι η πίστη μου, ο Χριστός είναι η δόξα μου και ο Χριστός γίνεται ήδη ο στέφανος της καυχήσεώς μου.
Και προς αυτά ο έπαρχος είπε:
-Υποθέτω ότι δεν θα γνώριζες μέχρι και σήμερα την διαταγή του αυτοκράτορα, πού επιτάσσει να παραδίνεται σε βίαιο θάνατο καθένας πού επιδεικνύει απείθεια στην τιμή και λατρεία των θεών. Αλλά θέλω να πεισθείς στα λόγια μου και να φύγεις από την απάτη, για να μην υποστείς την φωτιά και άλλα βασανιστήρια.
Και ο Άγιος είπε:
-Μακάρι να αναλωθώ και από την φωτιά και από κάθε άλλο βασανιστήριο για το όνομα του Χριστού και Θεού μου.
Ο έπαρχος απάντησε:
-Σε προτρέπω, Τρύφων, να θυσιάσεις στους θεούς· βλέπω ότι έχεις υψηλό φρόνημα και δεν θέλω να πεθάνεις με άσχημο τρόπο.
Ο δε Άγιος Τρύφων είπε:
-Τότε θα είναι τέλειο το φρόνημά μου, εάν φέρω ενώπιον του Θεού τέλεια και ακέραιη την ομολογία και φυλάξω την καλή παρακαταθήκη της πίστεως, χωρίς να την αρνηθώ, προσφέροντας ολόκληρο τον εαυτό μου σαν καθαρή θυσία στον Χριστό…
Όταν άκουσε αυτά ο Ακυλίνος, εξοργίσθηκε και διέταξε να κρεμάσουν τον Τρύφωνα και να τον τρυπούν με σπαθιά. Τότε ο μακάριος κρεμιέται στο ξύλο και αφού του έδεσαν τα χέρια από τους αγκώνες, του έκοπταν με ορμή τις σάρκες. Και ενώ τον σπάθιζαν τρεις ολόκληρες ώρες και εκείνος υπέμενε τις πληγές με ηρεμία, ο έπαρχος τον παρακινούσε:
-Αλλαξε γνώμη Τρύφων, γι᾽αυτή την άκαιρη ανοησία σου και ομολόγησε ότι θα θυσιάσεις στους θεούς.
Ο γενναίος όμως αθλητής του Χριστού αντιστέκεται στις προκλήσεις του Ακυλίνου, υπομένει όλα τα βασανιστήρια πού επινοεί ο νοσηρός και μοχθηρός νους του τυράννου (πολυήμερη φυλακή, πεζοπορία με καρφιά στα πόδια, ραβδισμοί και κάψιμο των πλευρών με λαμπάδες, σπαθισμοί κ.ά.) και μένει αταλάντευτος στην πίστη του Χριστού και με καρτερία υπομένει τα φρικτά μαρτύρια.
Βλέποντας ο Ακυλίνος την ανυποχώρητη εναντίωσι του Τρύφωνος αποφασίζει τελικώς να αποκεφαλισθεί. Αμέσως οι στρατιώτες τον οδήγησαν στον τόπο του μαρτυρίου. Ο δε Άγιος στράφηκε προς την ανατολή και σηκώνοντας τα μάτια, τα χέρια και την φωνή στον ουρανό προσευχήθηκε λέγοντας:
-Δέσποτα Κύριε, Θεέ των θεών, Βασιλέα των βασιλέων, Άγιε των αγίων, Σε ευχαριστώ γιατί με αξίωσες να αγωνισθώ τούτον τον αγώνα άμεμπτα και μέχρι τέλους. Και τώρα, Σε παρακαλώ, ας μή με ακουμπήσει το δόλιο χέρι του πονηρού και απωλέσει στον άδη, αλλά παράλαβε με τους αγίους Αγγέλους της μεγαλόπρεπης δόξας σου την ψυχή μου ευρηνικά, και εισάγαγέ την στα σκηνώματά σου. Σε όσους θυμούνται δε τον δούλο Σου και επιθυμούν να προσφέρουν θυσίες προς τιμή μου, άκουσέ τους από την αγία κατοικία Σου, και στείλε τους ως ανταπόδοση πλούσιες και άφθαρτες ευεργεσίες, γιατί Εσύ είσαι ο μόνος αγαθός και ο χορηγός των αγαθών στους αιώνες. Αμήν.
Αφού προσευχήθηκε ο αθλοφόρος και προσκύνησε τον Θεό, πριν καν πληγωθεί από το ξίφος παρέδωσε την ψυχή του σαν να θέλησε να την αφήσει με προσταγή του Θεού και όχι με την διαταγή του τυράννου. Οι δε Χριστιανοί συγκεντρώθηκαν και με καθαρά σεντόνια και αρώματα περιποιήθηκαν το τίμιο εκείνο λείψανο και το ενεταφίασαν στην Λάμψακο, υπακούοντας στο θέλημα του Αγίου πού εμφανίστηκε σε όνειρό τους».
Θαυμαστά Διηγήματα
Η παρουσία της τιμίας Κάρας του πανενδόξου και μακαρίου θείου Τρύφωνος του Μεγαλομάρτυρος στην αγία Μονή μας (Μονή Ξενοφώντος), προσδίδει εξαίρετη ευλογία και τιμή σ’ Αυτήν και αποτελεί πηγή θείων δωρεών και χαρισμάτων, αλλά και φυγαδεύει τις ασθένειες των αγρών και κήπων.
Επίσης, στην Μοναστηριακή περιοχή διασώζεται ιερό Κελλίο αφιερωμένο στον μεγάλαθλο Άγιο Τρύφωνα τον Ανάργυρο, στο οποίο εφησυχάζουν τρεις πατέρες, αινούντες και ευλογούντες τον Θεό και τον θεράποντα Αυτού αξιομακάριστο θείο Τρύφωνα.
Το σεπτό όνομα του Αγίου Τρύφωνος πάντοτε διατηρείται στην Αδελφότητά μας και δίδεται στην κουρά αδελφού προς τιμή του Αγίου.
Από τις αναμνήσεις πού μάς παρέδωσαν οι παλαιοί πατέρες γνωρίσαμε αρκετά θαυμαστά γεγονότα πού αναφέρονται στον αμάραντο της Λαμψάκου θείο βλαστό, Άγιο Τρύφωνα.
Ο γέροντας Βαρλαάμ ο Ξενοφωντινός έζησε περίπου 80 χρόνια στην Μονή μας. Ήταν μια κινητή ιστορία. Ήλθε στην Μονή μας το 1908 και κοιμήθηκε το 1983. Κοσμημένος με απλότητα και ταπεινότητα, έζησε όλα τα χρόνια του στο Μοναστήρι υπομένοντας κάθε δοκιμασία για την αγάπη του Χριστού. Διακόνησε χρόνια πολλά στις αγροτικές εργασίες της Μονής και είχε πολλές εμπειρίες με τον Άγιο Τρύφωνα, τον προστάτη των γεωργών.
Μάς διηγήθηκε πώς κάποτε, στους επάνω κήπους της Μονής, σε μια περιοχή πού λέγεται «Ζαχαράς», έπεσε ακρίδα και κάμπιες, με συνέπεια να γίνεται μεγάλη ζημία στον λαχανόκηπο. Ο γέροντας ειδοποίησε τον άγιο Καθηγούμενο για την συμφορά και ζήτησε να ανεβάσουν την αγία Κάρα του Μεγαλομάρτυρος Τρύφωνος και να διαβαστεί αγιασμός με τις ευχές του Αγίου.
Αμέσως ανταποκρίθηκε η Μονή, και μόλις έφθασε η τιμία Κάρα του Αγίου και διαβάστηκε ο αγιασμός και οι ευχές, σαν ένα σύννεφο έφυγαν όλα τα έντομα και σώθηκε η σοδειά των κήπων με την θαυμαστή επέμβασι του Αγίου.
Ακόμη, μάς διηγείτο ο γέρων Βαρλαάμ για τον ελαιώνα: «-Εμείς, πατέρες, δεν ξέραμε από ραντίσματα και τέτοια πράγματα· όταν παρουσιάζονταν ασθένειες, παίρναμε την αγία Κάρα του προστάτου μας Αγίου Τρύφωνος, κάναμε αγιασμό και λιτανεύαμε το άγιο λείψανο μέσα στον ελαιώνα, ραντίζοντας με τον αγιασμό τα δένδρα, και η συγκομιδή ήταν θαυμαστή· σκεφθήτε, έσπαζαν τα κλαδιά απ τον καρπό· είκοσι πέντε χιλιάδες οκάδες λάδι βγάζαμε τον χρόνο πού είχε ελαιοκαρπία. Δόξα τώ Θεώ και στον Άγιο Τρύφωνα τον προστάτη μας!».
Αλλά, και σε σωματικές ασθένειες ήταν αρωγός και ιατρός, ο αγιώτατος Μάρτυς του Χριστού Τρύφων, και δεν παύει να μάς προστατεύει από κινδύνους και πειρασμούς. Και όσοι επικαλούνται το ιερό όνομά Του και ζητούν την βοήθειά Του, λαμβάνουν των ιαμάτων την χάρι από τον συνέκδημον της δωδεκάδος των θείων Αναργύρων.


Άγιος Βασίλειος, επίσκοπος Θεσσαλονίκης (9ος -10ος αι.)



Καταγόταν από την Αθήνα. Το 875 εκάρη μοναχός από τον όσιο Ευθύμιο τον Νέο, του οποίου ύπαρξε μαθητής. «Ταις θεοπνεύστοις και μελιρρύτοις διδασκαλίαις και ημάς καθέλξας οία τις Ορφεύς οπαδούς επηγάγετο», περιγράφει ο ίδιος. Ο όσιος Ευθύμιος προείπε την αρχιερατική του εκλογή και σταδιοδρομία (904).
Αναφέρεται να ίδρυσε ή ανακαίνισε την τιμώμενη στο όνομα της Θείας Αναλήψεως μονή, τη γνωστή ως του Αγίου Βασιλείου, πού βρίσκεται κοντά στο Χιλανδάρι και υπάγεται σε αυτό. Στις αρχές του 10ου αιώνα χειροτονήθηκε επίσκοπος Θεσσαλονίκης. Είναι γνωστός από τον βίο του πνευματικού του πατρός Ευθυμίου πού έγραψε και γι΄ αυτό καλείται και Συναξαριστής αλλά και Ομολογητής. Με γλαφυρότητα διηγείται τους άθλους του Γέροντος του, τους οποίους κατά δύναμη και μιμήθηκε. Ακολουθία του συνέθεσε ο μοναχός Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης.
Το ιερό του λείψανο ευρέθη το 1980 εντός του Ι.Κ.Ν. Της Του Θεού Σοφίας Θεσσαλονίκης , έπειτα από εργασίες εντός του ναού , ένεκα των σεισμών του 1978 . Στον προαναφερθέντα ιερό ναό τελείται πανηγυρικά η μνήμη του . 
Η μνήμη του εορτάζεται την 1η Φεβρουαρίου.
πηγή: Μοναχού Μωϋσέως Αγιορείτου, Άγιοι Αγίου Όρους, Εκδόσεις Μυγδονία, Θεσσαλονίκη 2007



Άγιος Αναστάσιος ο Ναυπλιεύς





























Αυτός ο πανεύφημος νεομάρτυς του Χριστού , γέννημα και θρέμμα του Ναυπλίου, ήταν ζωγράφος επιδέξιος ως προς το επάγγελμα. Αρραβωνιάστηκε εκεί την κόρη ενός χριστιανού και σε λίγες μέρες άκουσε κάποια σφάλματα για την αρραβωνιαστικιά του και την άφησε. 
Οι συγγενείς της κόρης, του έκαναν μαγικά, για να την αγαπήσει και να την πάρει. Έτσι σε λίγο καιρό υπό την επήρεια των μαγικών, έχασε ο νέος τα λογικά του και γυρνούσε από δω κι από κει.
Όταν τον είδαν οι Τούρκοι, έτσι αλλόκοτο, τον έκαναν να αλλαξοπιστήσει. Ο Θεός όμως τον λυπήθηκε και σε λίγες μέρες του έδωσε την υγεία του. Και ερχόμενος στα συγκαλά του, κατανοεί ότι είναι Τούρκος και ότι φορούσε στο κεφάλι άσπρο σαρίκι. Αμέσως το πετάει στο χώμα και αρχίζει να φωνάζει με δυνατή φωνή και με τόλμη μέσα στο πλήθος των Τούρκων ότι ήταν, είναι και θα είναι για πάντα χριστιανός. 
Οι Τούρκοι μόλις είδαν ότι μετάνιωσε, έτρεξαν καταπάνω του και δέρνοντας και σπρώχνοντας τον έφεραν στον κριτή. Ο κριτής επιχειρούσε με διάφορες πλεκτάνες, πότε κολακεύοντας και πότε φοβερίζοντας, να τον κάνει να αρνηθεί την Χριστιανική πίστη. Αλλά ο Μάρτυρας δεν τα λογάριαζε όλα αυτά και ακλόνητος έλεγε με τόλμη ότι δεν αρνείται τον Κύριο Ιησού Χριστό, τον αληθινό Θεό, αλλά πιστεύει και Τον προσκυνά ως δημιουργό και σωτήρα του ενώ την πίστη στον Αλλάχ δεν την χρειάζεται και την αποστρέφεται. Όταν άκουσε αυτά ο κριτής έδωσε εντολή να τον αποκεφαλίσουν. 

Αλλά οι Τούρκοι δεν τον άκουσαν και με το που τον έβγαλαν από το κριτήριο όρμισαν πάνω του όπως παλιά οι Ιουδαίοι στονπρωτομάρτυρα Στέφανο και άλλοι με ξύλα, άλλοι με σπαθιά, άλλοι με μαχαίρια κατατρυπούσαν το κορμί του Μάρτυρα μέχρι που το κατέκοψαν σε μικρά κομμάτια. 
Έτσι ετελειώθη την 1η Φεβρουαρόυ 1655 ο ευλογημένος Αναστάσιος και έλαβε του μαρτυρίου το στεφάνι και τώρα ευφραίνεται στο χορό των Μαρτύρων εις δόξαν του Τριαδικού Θεού. Με Βασιλικό διάταγμα της 14ης Νοεμβρίου 1935 καθιερώθηκε η 1ηΦεβρουαρίου ως ημέρα ολοκληρωτικής αργίας των καταστημάτων Ναυπλίου. 
Άγιος Αναστάσιος
Προσθήκη λεζάντας
Η μνήμη του πανηγυριζόταν στον εν Ναυπλίω ενοριακό Ναό «Γενέσιον της Θεοτόκου», όπου υπάρχει ελαιόδενδρο που κατά την παράδοση συνδέεται με την άθληση του Νεοάρτυρος. Την 1ηΦεβρουαρίου του 1990 θεμελιώθηκε από τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Αργολίδος κύριον Ιάκωβο και με τη συνδρομή των Τοπικών Αρχών και του ευσεβούς λαού σύντομα ανηγέρθη περικαλλής Ναός στην παραλιακή οδό Ναυπλίου Νέας Κίου. 
Στις 4 Ιουνίου του 1995 – συνέπεσε εκείνη τη χρονιά η Κυριακή των Αγίων 318 Θεοφόρων Πατέρων, της εν Νικαία Α΄ Οικουμενικής Συνόδου – ο Μητροπολίτης Αργολίδος κύριος Ιάκωβος συμπαραστατούμενος υπό του Μητροπολίτου Μονεμβασίας και Σπάρτης καθώς και του Μητροπολίτου Άρτης ετέλεσε τα εγκαίνια του Ναού. 

Έκτοτε καθιερώθηκε να εορτάζεται κατ’ έτος πανηγυρικά εκτός από τη μνήμη του Μάρτυρα και η επέτειος των εγκαινίων του Ναού του Αγίου Αναστασίου. Ακολουθίες συνέθεσαν ο Μητροπολίτης πρώην Καρπάθιου και Κάσου Νείλος Σμυρνιωτόπουλος και ο Υμνογράφος Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης. Την Ακολουθία της επετείου των εγκαινίων του Ναού του Αγίου Αναστασίου εποίησε ο Επίσκοπος Επιδαύρου Καλλίνικος Κορομπόκης. 
  

 Πηγές  
  • ΝΕΟΝ ΜΑΡΤΥΡΟΛΟΓΙΟΝ, παρά του Οσίου Νικοδήμου του Αγιορείτου, έκδοσις Τρίτη, Εκδοτικός Οίκος «ΑΣΤΗΡ» Αλ. & Ε. Παπαδημητρίου, ΑΘΗΝΑΙ 1961, σελ. 74 και 75.   
  • Χρυσοστόμου Δεληγιαννοπούλου, «Ασματικαί Ακολουθίαι εις τον Άγιον Νεομάρτυρα Αναστάσιον τον Ναυπλιέα», εν Αθήναις 1968.

31 Ιανουαρίου μνήμη των Αγίων Αναργύρων Κύρου και Ιωάννου και του Οσίου πατρός ημών Αρσενίου του εν Πάρω

0 σχόλια


Άγιοι Κύρος και Ιωάννης οι Ανάργυροι και η Αγία Αθανασία με τις τρεις θυγατέρες της Θεοδότη, Θεοκτίστη και Ευδοξία


Η Αγία Αθανασία με τις τρεις θυγατέρες της Θεοδότη, Θεοκτίστη και Ευδοξία
Η Αγία Αθανασία με τις τρεις θυγατέρες της Θεοδότη, Θεοκτίστη και Ευδοξία

Εις τον Κύρον και Ιωάννην
Κύρῳ συναθλῶν Ἰωάννης πρὸς ξίφος,
Συνθαυματουργεῖ καὶ μετὰ ξίφος Κύρῳ.
Εις την Αθανασίαν, Θεοδότην, Θεοκτίστηω και Ευδοξίαν
Μήτηρ ἀρίστη, καὶ τριὰς θυγατέρων,
Πόθῳ Πατρὸς θνῄσκουσι τοῦ πάντων ξίφει.
Κῦρον Ἰωάννην τε τάμον πρώτῃ τριακοστῇ.
Βιογραφία
Οι Άγιοι Μάρτυρες Κύρος και Ιωάννης άθλησαν κατά την εποχή του αυτοκράτορα Διοκλητιανού (284 – 305 μ.Χ.). Ο Άγιος Κύρος καταγόταν από την Αλεξάνδρεια, ενώ ο Άγιος Ιωάννης καταγόταν από την Έδεσσα της Μεσοποταμίας.
Όταν ξέσπασε ο διωγμός του Διοκλητιανού, ο Άγιος Κύρος πήγε σε ένα παραθαλάσσιο τόπο της Αραβίας και, αφού περιεβλήθηκε το μοναχικό σχήμα, κατοίκησε στον τόπο αυτό.

Ο Άγιος Ιωάννης πήγε στα Ιεροσόλυμα και εκεί άκουσε για τα θαύματα που επιτελούσε ο Άγιος Κύρος. Στην συνέχεια μετέβη στην Αλεξάνδρεια. Από εκεί, αφού από διάφορες φήμες έμαθε που διέμενε ο Άγιος Κύρος, πήγε και τον βρήκε και έμεινε μαζί του. Τα θαύματα των Αγίων Αναργύρων συνέγραψε ο Άγιος Σωφρόνιος, Πατριάρχης Ιεροσολύμων (τιμάται 11 Μαρτίου), διότι οι Άγιοι θεράπευσαν τα μάτια του.

Κατά την περίοδο του διωγμού συνελήφθη και η Αγία Αθανασία, που ήταν χήρα, καθώς επίσης και οι τρεις θυγατέρες της Θεοδότη, Θεοκτίστη και Ευδοξία. Η είδηση τάραξε τον Κύρο και τον Ιωάννη. Έτσι οι Άγιοι, επειδή φοβήθηκαν μήπως αυτές δειλιάσουν από την σκληρότητα των βασανιστηρίων, εξαιτίας της αδυναμίας της φύσεως της γυναίκας, έσπευσαν κοντά τους και έδιναν σε αυτές θάρρος, ενώ παράλληλα προετοιμάζονταν και οι ίδιοι για το μαρτύριο. Και πράγματι, συνελήφθησαν και αυτοί και οδηγήθηκαν στον ηγεμόνα. Εκεί διακήρυξαν με παρρησία και θάρρος την πίστη τους στον Θεό. Μάταια ο ηγεμόνας ζητούσε να κάμψει την ανδρεία της μητέρας, δείχνοντας σε αυτή τις θυγατέρες της και επιρρίπτοντάς της την ενοχή. Εκείνη, αφού στράφηκε προς τις θυγατέρες της, τις ενίσχυε λέγουσα ότι η σωματική ωραιότητα είναι πρόσκαιρη, ενώ στην αιωνιότητα διατηρείται η ομορφιά της ψυχής του ανθρώπου αθάνατη. Αυτές δε έλεγαν προς την μητέρα τους ότι αισθάνονταν μεγάλη χαρά, επειδή έμελλε να φύγουν από τον μάταιο αυτό κόσμο μαζί της για την αγάπη του Χριστού και να μην χωρισθούν ποτέ από κοντά της. Ο ηγεμόνας εξαγριώθηκε και διέταξε να τους υποβάλουν σε πολλά και σκληρά βασανιστήρια. Μετά από τα βασανιστήρια αποκεφάλισαν διά ξίφους τον Άγιο Κύρο και τον Άγιο Ιωάννη, το έτος 292 μ.Χ.. Έτσι μαρτύρησαν και η Αγία Αθανασία με τις τρεις θυγατέρες της. Τον βίο και το μαρτύριο αυτών έγραψε ο Σωφρόνιος ο Σοφιστής.

Η Σύναξη αυτών ετελείτο στο Μαρτύριο που είχε ανεγερθεί προς τιμήν τους και βρίσκεται στην περιοχή Φωρακίου.


Ἀπολυτίκιον 
Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Ὡς Ἀθλοφόροι εὐκλεεῖς τοῦ Σωτῆρος, καὶ ἰατῆρες τῶν ψυχῶν καὶ σωμάτων, Ἀνάργυροι ἐκλάμπετε ἐν πάσῃ τὴ γῆ, νόσων μὲν ἰώμενοι, ἀνωδύνως τὰ βάρη, χάριν δὲ πορίζαντες, τοὶς βοώαιν ἀπαύστως χαίρετε κρήναι θείων δωρεῶν, Κῦρε θεόφρον, καὶ Ἰωάννη ἔνδοξε.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. α’.
Τά θαύματα τῶν Ἁγίων σου Μαρτύρων, τεῖχος ἀκαταμάχητον ἡμῖν δωρησάμενος, Χριστέ ὁ Θεός, ταῖς αὐτῶν ἱκεσίαις, βουλάς ἐθνῶν διασκέδασον, τῆς Βασιλείας τά σκῆπτρα κραταίωσον, ὡς μόνος ἀγαθός καί φιλάνθρωπος.

Κοντάκιον
Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Ἐκ τῆς θείας χάριτος, τήν δωρεάν τῶν θαυμάτων, εἰληφότες Ἅγιοι, θαυματουργεῖτε ἀπαύστως, ἅπαντα ἡμῶν τά πάθη, τῇ χειρουργίᾳ, τέμνοντες, τῇ ἀοράτῳ, Κῦρε θεόφρον, σύν τῷ θείῳ Ἰωάννῃ· ὑμεῖς γάρ θείοι ἱατροί ὑπάρχετε.

Κάθισμα
Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Τὰς χαμαιζήλους ἡδονὰς συμπατοῦντες, πρὸς μαρτυρίου Ἀθληταὶ θεῖον ὕψος, περιφανῶς ἐπήρθητε ἐν χάριτι, Κῦρε Ἰωάννη τε, οἰκουμένης φωστῆρες· ὅθεν ἱκετεύομεν, σκοτασμοῦ ἁμαρτίας, καὶ νοσημάτων ῥύσασθαι ἡμᾶς, τὸν ἐπὶ πάντων Θεὸν ἱκετεύοντες.

Ὁ Οἶκος
Ἑαυτοὺς τῷ Θεῷ ἀναθέμενοι Ἅγιοι, πᾶσαν πεῖραν δεινῶν δι᾿ αὐτὸν ὑπεμείνατε, θανόντες προθύμως Μάρτυρες γενναῖοι, καὶ μετὰ τέλος, πᾶσι πηγάζετε τὰ θεῖα χαρίσματα, τοῖς ἐν ποικίλαις νόσοις ὑπάρχουσι, καὶ ὑπὸ πολλῶν ἐταζομένοις κακῶν, ὧν εἷς καὶ πρῶτος εἰμὶ ἐγὼ ὁ τάλας· τὸ σῶμα γὰρ καὶ τὴν ψυχὴν ὑπὸ τραυμάτων χαλεπῶν ὀδυνῶμαι, καὶ πίστει ὑμῖν βοῶ, ἰάσασθέ με· ὑμεῖς γὰρ θεῖοι ἰατροὶ ὑπάρχετε.



Ο Όσιος Αρσένιος o εν Πάρω 

Ο Όσιος Αρσένιος o εν Πάρω





 Ο όσιος Αρσένιος Σεργίου Σεργιάδης, κατά κόσµον Αθανάσιος, γεννήθηκε στα Ιωάννινα το έτος 1800 από ευσεβείς και εναρέτους γονείς.
 Πολύ νωρίς έµεινε ορφανός και από πατέρα και από µητέρα. Σε ηλικία εννέα ετών ήρθε στις Κυδωνίες της Μικράς Ασίας, όπου µε τη φροντίδα του Σχολάρχη Αρχιµανδρίτη Γρηγορίου, ανδρός εναρέτου και λογίου, ενεγράφη στην εκεί Σχολή.
 Στην Σχολή αυτή φοίτησε για πέντε χρόνια. Κατά τα τελευταία χρόνια των σπουδών του γνώρισε τον περίφηµο γέροντα Δανιήλ. Αυτόν ακολούθησε στο αγιο Όρος, όπου και εκάρη µοναχός µε το όνοµα Αρσένιος. Κατά την εξαετή παραµονή του στον Άθωνα έδωσε τον εαυτό του ως πρότύπο µοναχού. Ακολουθώντας τον γέροντα του Δανιήλ ήρθε στην Ιερά Μονή Πεντέλης και στην συνέχεια στην Πάρο και µάλιστα στις ιερές Μονές Λογγοβάρδας και Αγίου Αντωνίου Μαρπήσσης. Κατόπιν τον βλέπουµε στα νησιά Σίκινο και Φολέγανδρο. Εδώ χειροτονείται Διάκονος και διορίζεται ελληνοδιδάσκαλος, ωφελώντας πολλαπλά και τα µέγιστα στην πνευµατική, ηθική, κοινωνική και εθνική εξύψωση του επιπέδου του λαού. Στη Φολέγανδρο παρέµεινε αρκετά χρόνια, εργαζόµενος άοκνα ιεραποστολικώς.
 Μετά την κοίµηση του γέροντός του Δανιήλ και παρά τις αvτιδράσεις των Φαλεγανδρίων, ανεχώρησε µε το σκεπτικό να επανέλθει στο Άγιο Όρος. Όµως, διερχόµενος από την Πάρο και στην Μονή Αγίου Γεωργίου, συνάντησε τον εξ Ηπείρου επισης καταγόµενο αρχιµανδρίτη Ηλία Γεωργιάδη, Ιεροκήρυκα Κυκλάδων, ανθρωπον σοφίας και αρετής. Ο γέροντας αυτός, µε φώτιση Θεού, προέτρεψε τον Αρσένlο τότε να µη µεταβεί στον Άθωνα, αλλά να παραµείνει στην Πάρο, πράγµα και που έπραξε. Και στην Μονή Αγίου Γεωργίου Πάρου, ωσαύτως διέπρεψε στους πνευµατικούς αγώνες. Η ζωή του ήταν ζωή άκρας ασκήσεως. Προσευχόταν αδιάλειπτα, µελετούσε νυχθηµερόν τον θείο λόγο. Ελάχιστα έτρωγε και κοιµόταν τόσο µόνο, όσα να ζει. Ζούσε ως επιγειος αγγελος. Οι πατέρες, βλέποντας την υποµονή, την ταπείνωση, την πραότητα, την ευσέβεια και αγιότητά του, του πρότειναν να χειροτονηθεί Πρεσβύτερος. Μα αυτός ο µακάριος, από πολλή ταπείνωση και από επίγνωση του ύψους της Ιερωσύνης, δεν δεχόταν. Παρά ταύτα, κατόπιν πολλών πιέσεων και τη προτροπή του τότε Μητροπολίτη Κυκλάδων Δανιήλ, εδέχθη, αφήνοντας διαχρονικό υπόδειγµα υπακοής και Ιερωσύνης. Διακρίθηκε σε όλες τις αρετές και ανεδείχθη ισάξιος των παλαιών κορυφαίων του Μοναχισµού. Όσο ελάχιστοι, τίµησε την ιδιότητα του Ιερέως και την ιδιότητα τοιι Μοναχού. Ένεκα τούτου, πλήθη πιστών από τα πέρατα της πατρίδος αθρόως προσήρχοντο προς αυτόν, για να του εναποθέσουν το βάρος των αµαρτιών και των προβληµάτων τους, για να δεχθούν την διδαχή και την ευλογία του, για να πνευµατοποιηθούν.
 Η φήµη του ως Αγίου είχε ήδη περάσει στον λαό του Θεού, ενώ ακόµα βρισκόταν στη ζωή αυτή. Μετά από την τελευτή του γέροντος Ηλίο, εξελέγη Ηγούµενος της Μονής Αγίου Γεωργίου. Επειδή όµως καθηµερινά πλήθη πιστών τον ζητούσαν, αναγκάσθηκε να παραιτηθεί από τις διοικητικές µέριµνες και να στραφεί τελείως στο πνευµατικό έργο. Παράλληλα εκάλυπτε και τις λειτουργικές και πνευµατικές ανάγκες των µοναζουσών της Μονής Χριστού Δάσους Πάρου.
 Η συνεχής καταπόνηση, η σκληρή ασκηση και η σωµατική και πνευµατική κόπωση, υπέσκαψαν την υγεία του. Οι δυνάµεις του άρχισαν να εξασθενούν. Προαισθάνθηκε το τέλος του. Συγκέντρωσε τις µοναχές και τους έδωσε τις τελευταίες του νουθεσίες. Την 30ή Ιανουαρίου του 1877, µετά τη Θεία Λειτουργία τους είπε: "Αυτή, παιδιά µου, είναι η τελευταία Λειτουργία που ετέλεσα". Και την επόµενη, 31η Ιανουαρίου, επειτα από µια ζωή που υπήρξε θυσία ζώσα προς τον Τριαδικό Θεό και ενας ανέσπερος πνευµατικός φόρος, παρέδωσε το πνεύµα στον Ύψιστο, τον αποίο από βρέφος αγάπησε, υπηρέτησε, εδόξασε και στον οπαία ανεπέθεσε τη ζωή του. Τα τελευταία του λόγια ήταν τα εξής "Κύριε, εις χειράς σου παρατίθηµι τούτο το ποίµνιο που µου ενεπιστώθης. Σος είµι εγώ, Κύριε, ότι τα δικαιώµατά Σου εξεζήτησα".
 Την κοίµησή του όλος ο λαός της Πάρου οµοθυµαδόν θρήνησε και έσπευσε να αποχαιρετήσει τον αγιο, τον Προστάτη του, τον πνευµατικό του οδηγό. Το ιερό του λείψανο τέθηκε επί τρεις µέρες σε λαϊκό προσκύνηµα. Οι εκδηλώσεις ευλαβείας του λαού ήταν απερίγραπτες. Ο λαός της Πάρου και όταν ζούσε ο όσιος Αρσένιος τον θεωρούσε Άγιο, αλλά και αµέσως µετά την κοίµησή του. Και η Εκκλησία µας, τον Ιούνιο του 1967 και επισηµα τον ανακήρυξε αγιο.
 Ο αγιος Αρσένιος ένεκα της αγιότητάς του έλαβε από τον Θεό και όταν ακόµα βρισκόταν στη ζωή, το χάρισµα των θαυµάτων. Eίvαι πάρα πολλά τα θαύµατά του, που ο λαός της Πάρου, αλλά και εκτός Πάρου, γνωρίζει και διηγείται. Έτσι, σε καιρό ανοµβρίας, ως άλλος Προφήτης Ηλίας, άνοιξε τους κρουνούς του ουρανού και έφερε βροχή ευεργετική. Αλλά και λάδι µετέφερε µέσα σε καλάθια. Εθεράπευε και βέβαια θεραπεύει ασθενείς, διασώζει από κινδύνους, αποµακρύνει δαιµόνια, επιλύει προβλήµατα της ζωής και µε κάθε τρόπο δείχνει την παρουσία του εντός και εκτός της Μονής Χριστού.

30 Ιανουαρίου ο κοινός εορτασμός της μνήμης των Αγίων Τριών Ιεραρχών Βασιλείου του Μεγάλου , Γρηγορίου του Θεολόγου και Ιωάννου του Χρυσοστόμου .

0 σχόλια




Οι Άγιοι Τρεις Ιεράρχες, Άγιοι Προστάτες της Παιδείας και των Γραμμάτων


Την εορτή των Τριών Ιεραρχών καθιέρωσε ο Αλέξιος Κομνηνός το 1100 μΧ, αφενός για να τιμηθούν οι τρεις μεγάλοι Άγιοι της Εκκλησίας μας κι αφετέρου για να σταματήσουν οι διαμάχες και φιλονικίες μεταξύ των πιστών σχετικά με το ποιος από τους τρεις Αγίους (Άγιος Βασίλειος ο Μέγας, Άγιος Ιωάννης ο Χρυστόστομος, Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος) είναι ο πιο σπουδαίος και ο πιο μεγάλος. Οι πιστοί χωρίστηκαν σε ομάδες, ανάλογα με ποιον Άγιο θεωρούσαν πιο σημαντικό. Αυτοί που υποστήριζαν ότι πιο σημαντικός είναι ο Μέγας Βασίλειος αυτοαποκαλούνταν Βασιλείται, αυτοί που υποστήριζαν ότι ήταν ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος αυτοαποκαλούνταν Γρηγορίται και τέλος αυτοί που υποστήριζαν ότι ήταν πιο σημαντικός ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος αυτοαποκαλούνταν Ιωαννίται.
Έξι αιώνες αργότερα, το 1826 μΧ ο Δημήτριος Φρειδερίκος Γκίλφορντ, ιδρυτής της Ιονίου Ακαδημίας, και ο Κωνσταντίνος Τυπάλδος καθιέρωσαν την ημέρα της εορτής των Τριών Ιεραρχών ως ημέρα αφιερωμένη στην Ελληνική και Επτανησιακή Παιδεία. Δεκαέξι χρόνια αργότερα, το 1842 μΧ το πανεπιστήμιο Αθηνών καθιέρωσε για όλη την ελεύθερη Ελλάδα την εορτή των Τριών Ιεραρχών ως ημέρα αφιερωμένη στην Παιδεία και στα Γράμματα. Από τότε ως σήμερα, οι Τρεις Ιεράρχες θεωρούνται προστάτες των μαθητών, των φοιτητών και των σπουδαζόντων εν γένει, και η μέρα εορτή τους είναι σχολική αργία.
Τέλος να σημειώσουμε ότι την ασματική ακολουθία που ψάλλεται την ημέρα των Τριών Ιεραρχών έγραψε ο άγιος  Ιωάννης , επίσκοπος  Ευχαΐτων (γνωστός και ως Ιωάννης Μελανόπους ή Μαυρόπους), σύγχρονος του Αλεξίου Κομνηνού.



Τρεις Ιεράρχες



Οἱ Τρεῖς Ἱεράρχαι

Ἰωάννης Μ. Φουντούλης
Τρεις Ιεραρχες-Μουσειο Ζακυνθου 15ος μ.Χ.Τὴν 30η Ἰανουαρίου ἑορτάζει ἡ Ἐκκλησία τὴν μνήμη τῶν τριῶν μεγάλων Ἱεραρχῶν, Βασιλείου τοῦ Μεγάλου, Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου καὶ Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου. Δὲν πρόκειται περὶ «μνήμης» μὲ τὴν κυρία ἔννοια τῆς λέξεως, δηλαδὴ ἐπετείου τοῦ θανάτου τῶν Πατέρων αὐτῶν, ἀλλὰ περὶ κοινῆς ἑορτῆς, «συνάξεως» κατὰ τὴν λειτουργικὴ ὁρολογία. Ὁ Μέγας Βασίλειος ἀπέθανε τὴν 1η Ἰανουαρίου τοῦ ἔτους 379 μ.Χ. καὶ ἡ μνήμη τοῦ ἑορτάζεται, ὡς γνωστὸν , τὴν 1η Ἰανουαρίου. Ὁ Γρηγόριος ὁ Θεολόγος τὴν 25η Ἰανουαρίου τοῦ ἔτους 389 μ.Χ, καὶ τὴν 25η Ἰανουαρίου ἐωρτάσαμε τὴν μνήμη του. Τέλος ὁ Χρυσόστομος ἀπέθανε στὴν ἐξορία τὴν 14η Σεπτεμβρίου τοῦ ἔτους 407 μ.Χ, κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς ἑορτῆς τῆς Ὑψώσεως τοῦ τιμίου Σταυροῦ, ἡ μνήμη τοῦ ὅμως μετετέθη, λόγω τοῦ ὕψους τῆς δεσποτικῆς ἑορτῆς τῆς ἡμέρας αὐτῆς, καὶ ἑορτάζεται τὴν 13ην Νοεμβρίου.
Ἡ ἑορτὴ τῆς 30ης Ἰανουαρίου εἶναι μεταγενεστέρα, γι’ αὐτὸ καὶ δὲν τὴν συναντοῦμε στὰ παλαιὰ ἑορτολόγια. Καθιερώθη κατὰ τὸν ΙΑ΄ αἰώνα ἐπὶ τῆς βασιλείας τοῦ Ἀλεξίου Κομνηνοῦ (1081 -1118 μ.Χ). Τὴν αἰτία τῆς συστάσεως τῆς κοινῆς καὶ γιὰ τοὺς τρεῖς ἑορτῆς μᾶς ἀφηγεῖται ἐκτενῶς τὸ συναξάριο τῆς ἡμέρας. «Στάσις», διένεξις, ὑπῆρχε στὴν Κωνσταντινούπολι μεταξὺ «τῶν ἐλλογίμων καὶ ἐναρέτων ἀνδρῶν». Ἀπὸ τοὺς τρεῖς Ἱεράρχας ἄλλοι ἐθεωροῦσαν σπουδαιότερο τὸν Χρυσόστομο, ἄλλοι τὸν Βασίλειο, καὶ ἄλλοι τὸν Γρηγόριο, καὶ ὑποτιμοῦσαν τοὺς ἄλλους δύο. Ἔτσι δημιουργήθηκαν τρεῖς διαμαχόμενες παρατάξεις: τῶν Ἰωαννιτῶν, τῶν Βασιλειτῶν καὶ τῶν Γρηγοριτῶν.
Στὴν ἔριδα ἔθεσε τέλος ὁ μητροπολίτης Εὐχαΐτων Ἰωάννης ὁ Μαυρόπους, λόγιος καὶ εὐλαβὴς κληρικός. Αὐτός, κατὰ τὴν διήγησι τοῦ συναξαριστοῦ, εἶδε σὲ ὀπτασία τοὺς τρεῖς ἁγίους, πρῶτα τὸν καθένα χωριστὰ καὶ ὕστερα καὶ τοὺς τρεῖς μαζί. Αὐτοὶ τοῦ εἶπαν μὲ ἕνα στόμα:«Ἡμεῖς οἱ τρεῖς εἴμεθα ἕνα, καθὼς βλέπεις, κοντὰ στὸν Θεὸ καὶ τίποτε δὲν ὑπάρχει ποὺ νὰ μᾶς χωρίζη ἢ νὰ μᾶς κάνη νὰ ἀντιδικοῦμε… Πρῶτος δὲν ὑπάρχει μεταξὺ μας οὔτε δεύτερος… Σήκω λοιπὸν καὶ εἰπὲ σ’ ἐκείνους ποὺ μαλώνουν, νὰ μὴ χωρίζωνται σὲ παρατάξεις γιὰ ἡμᾶς. Γιατί ἡμεῖς καὶ στὴν ζωή μας καὶ μετὰ τὸν θάνατό μας δὲν ἔχομε ἄλλη ἐπιθυμία, παρὰ νὰ εἰρηνεύη καὶ νὰ ὁμονοῆ ὅλος ὁ κόσμος». Σὰν σύμβολο καὶ ἔκφρασι τῆς ἑνότητος τῶν τοῦ συνέστησαν νὰ συστήση κοινὴ ἑορτὴ καὶ τῶν τριῶν. Ἔτσι ὁ Εὐχαΐτων ἀνέλαβε τὴν συμφιλίωσι τῶν διαμαχομένων μερίδων καὶ συνέστησε τὴν ἑορτὴ τῆς 30ης Ἰανουαρίου. Ἔκρινε τὸν Ἰανουάριο ὡς καταλληλότερο μήνα γιὰ τὸν ἑορτασμὸ των, ἀφοῦ κατ’ αὐτὸν ἑώρταζαν καὶ οἱ τρεῖς σὲ διάφορες ἡμέρες, τὴν 1η ὁ Βασίλειος, τὴν 25η ὁ Γρηγόριος καὶ τὴν 27η ἡ ἀνακομιδὴ τῶν λειψάνων τοῦ Χρυσοστόμου.
Ἡ σύστασις τῆς ἑορτῆς ἐπέτυχε τοῦ σκοποῦ της. Ἀπετέλεσε τὸ ὁρατὸ σύμβολο τῆς ἰσότητος καὶ τῆς ἑνότητος τῶν μεγάλων διδασκάλων καὶ τῆς συμφιλιώσεως τῶν διισταμένων πρὶν μερίδων. Κοινὴ ἀκολουθία καὶ γιὰ τοὺς τρεῖς συνέθεσε ὁ Εὐχαΐτων, ἀνταξία τῶν τριῶν μεγάλων Πατέρων. Ἀπὸ τότε σὲ κοινὴ εἰκονογραφικὴ παράστασι περιλαμβάνονται καὶ οἱ τρεῖς, ντυμένοι τὰ ἀρχιερατικὰ τῶν ἄμφια, μὲ τὸ Ἱερὸ Εὐαγγέλιο στὸ ἕνα χέρι, εὐλογοῦν μὲ τὸ ἄλλο, σὰν νὰ παρευρίσκωνται ὄχι μόνον ἐν πνεύματι, ἀλλὰ καὶ ἐν σώματι μεταξύ μας. Καὶ εἶναι πράγματι οἱ αἰώνιοι καὶ ἀθάνατοι διδάσκαλοι τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ. Ἐδίδαξαν μὲ τὸν ἅγιο βίο των, μὲ τὴν ἔξοχο δράσι των, μὲ τὰ σοφὰ των συγγράμματα. Σ’ αὐτοὺς ἐνεσαρκώθη τὸ τέλειο χριστιανικὸ ἰδεῶδες τοῦ «κατ’ εἰκόνα καὶ καθ’ ὁμοίωσιν Θεοῦ» πλασμένου καὶ ἐν Χριστῷ ἀναγεννημένου ἀνθρώπου. Καὶ πρὸ πάντων στὰ πρόσωπα αὐτῶν τῶν τριῶν Ἱεραρχῶν συνηντήθη ἡ παιδεία, ἡ μόρφωσις καὶ ἡ ἑλληνικὴ φιλοσοφικὴ κατάρτισις μὲ τὴν χριστιανικὴ ἀλήθεια. Ἦσαν οἱ σοφοὶ κατὰ κόσμον καὶ σοφοὶ κατὰ Θεόν. Ἁρμονικωτέρα σύζευξις ἑλληνισμοῦ καὶ χριστιανισμοῦ σ’ ὅλη τῶν τὴν τελειότητα δὲν παρουσιάσθηκε ποτὲ στὸν κόσμο. Γι’ αὐτὸ καὶ ἡ ἑορτὴ τῶν ἀπέβη ἑορτὴ τῆς ἑλληνοχριστιανικῆς παιδείας, τῆς ὁποίας διδάσκαλοι καὶ πρότυπα ὑπῆρξαν οἱ τρεῖς Ἱεράρχαι.
Καὶ τῆς χριστιανικῆς ὅμως λατρείας ὑπῆρξαν δημιουργικὰ στοιχεῖα οἱ τρεῖς Ἱεράρχαι. Ὄχι μόνο τὴν ἐτέλεσαν, ὡς ἱερεῖς καὶ ἀρχιερεῖς, ἀλλὰ καὶ συνέβαλαν στὴν διαμόρφωσι καὶ ἐξέλιξί της. Δὲν εἶναι χωρὶς σημασία τὸ γεγονός, ὅτι μὲ τὰ ὀνόματα καὶ τῶν τριῶν ἡ ἐκκλησιαστικὴ παράδοσις συνέδεσε τὴν συγγραφὴ τριῶν λειτουργιῶν: τῶν δύο γνωστῶν βυζαντινῶν λειτουργιῶν τοῦ Μεγάλου Βασιλείου καὶ τοῦ Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου καὶ μίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἀλεξανδρείας ποὺ φέρεται ὑπὸ τὸ ὄνομα τοῦ Γρηγορίου. Ἐξ ἄλλου καὶ στοὺς τρεῖς, καὶ ἰδιαιτέρως στὸν Μέγα Βασίλειο, ἀποδίδονται σειρὲς ὁλόκληρες εὐχῶν, ποὺ κοσμοῦν τὰ λειτουργικά μας βιβλία. Εἶναι γνωστὴ καὶ ἀπὸ τὶς ἱστορικὲς πηγὲς ἡ συμβολὴ τοῦ Μεγάλου Βασιλείου στὴν διαμόρφωσι τῶν «εὐκοσμιῶν τοῦ βήματος» καὶ τῶν διατάξεων τῶν εὐχῶν, καθὼς καὶ ἡ προσπάθεια τοῦ Χρυσοστόμου γιὰ τὴν ἀναζωογόνησι τῆς λειτουργικῆς ζωῆς μεταξύ τοῦ ποιμνίου του στὴν Κωνσταντινούπολι. Ὁ Γρηγόριος ἦταν καὶ ποιητὴς καὶ οἱ ὕμνοι του, ἂν καὶ δὲν ἔχουν εἰσαχθῆ στὴν λατρεία μας, μποροῦν νὰ καταταγοῦν μεταξὺ τῶν καλλιτέρων καὶ ὡραιοτέρων προϊόντων τῆς ἐκκλησιαστικῆς μας ποιήσεως.
Μπορεῖτε νὰ ἰδῆτε στοὺς βυζαντινούς μας ναοὺς νὰ εἰκονίζωνται οἱ τρεῖς ἱεράρχαι στὴν κόγχη τοῦ ἁγίου βήματος, μὲ τὰ εἰλητάρια τῆς Θείας Λειτουργίας στὰ χέρια, νὰ περιβάλλουν τὸ θυσιαστήριο σὰν νὰ λειτουργοῦν ἀδιαλείπτως, ὄχι μόνο στὸ ὑπερουράνιο, ἀλλὰ καὶ στὸ ἐπίγειο θυσιαστήριο τοῦ Θεοῦ, μαζὶ μὲ τοὺς ἱερεῖς ποὺ τελοῦν τὰ μυστήρια σήμερα. Σὰν νὰ παρακάθηνται μαζὶ μὲ ἡμᾶς στὴν ἴδια κοινὴ ἱερὰ τράπεζα καὶ νὰ μετέχουν τῆς ἰδίας πνευματικῆς τροφῆς.
Καὶ σὲ μία ἄλλη εἰκονογραφικὴ παράστασι θὰ συναντήσετε τοὺς τρεῖς Ἱεράρχας. Στὴν μεγάλη ἐξεικόνησι τῆς δευτέρας παρουσίας τοῦ Κυρίου, ποὺ ζωγραφεῖται ἀπὸ τοὺς βυζαντινοὺς ζωγράφους στοὺς νάρθηκας τῶν ναῶν ἐπάνω καὶ γύρω ἀπὸ τὴν κυρία πύλη τοῦ ναοῦ. Στὴν ὁμάδα τῶν σεσωσμένων, ποὺ εἰσέρχονται στὸν Παράδεισο τοῦ Θεοῦ, θὰ διακρίνετε εὔκολα τὶς τρεῖς σεβάσμιες μορφὲς των, ὅπως μᾶς τὶς διέσωσε ἡ εἰκονογραφικὴ παράδοσις τῆς Ἐκκλησίας μας καὶ ὅπως περιγράφονται στὸ συναξάριο τῆς ἑορτῆς των: «Ἦσαν δὲ τὴν θέσιν τοῦ σώματος καὶ τὴν μορφὴν οἱ ἅγιοι οὗτοι, ἔχοντες οὕτως: Ὁ μὲν θεῖος Χρυσόστομος, τὴν ἰδέαν τοῦ σώματος ἦν βραχὺς πάνυ τὴν ἡλικίαν, μεγάλην κεφαλὴν τοῖς ὤμοις αἰωρῶν, ἰσχνὸς εἰς τὸ ἀκριβέστατον, ἐπίρρινος, εὐρύς τούς μυκτήρας, ὠχρότατος μετὰ τοῦ λευκοῦ, κοίλους τούς κόχλους τῶν ὀφθαλμῶν ἔχων καὶ βολβοῖς τούτων κεχρημένος μεγάλοις, ἐφ’ οἷς καὶ συνέβαινε, χαριέστερον, ταῖς ὄψεσιν ἀποστίλβειν, εἰ καὶ τῷ λοιπῷ χαρακτήρι τὸν ἀχθόμενον παρεδήλου· ψιλὸς καὶ μέγας τὸ μέτωπον καὶ πολλαῖς ταῖς βολίσι κεχαραγμένος· ὦτα περικείμενος μεγάλα καὶ τὸ γένειον μικρὸν καὶ ἀραιότατον, ὑποπολιαῖς ταῖς θριξὶν ἐξανθῶν, τὰς σιαγόνας πεπιεσμένας εἴσω ἔχων τῇ νηστείᾳ εἰς τὸν ἀκρότατον… Ὁ δὲ μέγας Βασίλειος ἦν τὴν θέσιν τοῦ σώματος εἰς πολὺ μῆκος ἐπὶ τοῦ ὀρθίου σχήματος ἀναδραμῶν· ξηρὸς καὶ λιπόσαρκος, μέλας τὸ χρῶμα, ὠχρότητι τὸ πρόσωπον σύγκρατος· ἐπίρρινος, εἰς κύκλον τὰς ὀφρὺς περιηγμένος· τὸ ἐπισκύνιον συνεσπακῶς, φροντιστικῷ ἐοικῶς, ὀλίγαις τὸ πρόσωπον ἁμαρυγαῖς ρυτιδούμενος· ἐπιμήκης τὰς παρειᾶς· κοῖλος τούς κροτάφους, ἠρέμα ἔχων ἐν χρῷ κουρίας· τὴν ὑπήνην ἀρκούντως καθειμένος καὶ μεσαιπόλιος… Ὁ δὲ γὲ ἱερὸς Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, κατὰ τὸν τύπον τῆς ἡλικίας τοῦ σώματος ἐτύγχανε μέτριος· ὑπωχρὸς βραχὺ μετὰ τοῦ χαρίεντος· σιμός, ἐπ’ εὐθείας τὰς ὀφρὺς ἔχων· ἥμερον βλέπων καὶ προσηνὲς θάτερον, τῶν ὀφθαλμῶν, ὃς ἦν δεξιός, στυγνότερον κεκτημένος,ὅν καὶ οὐλὴ κατὰ τὸν κανθὸν συνῆγε· τὸν πώγωνα οὐ βαθύς, δασὺς δὲ ἐπ’ εὐθείας, ἱκανῶς φαλακρὸς ταῖς θριξί, τὰ ἄκρα τῆς γενειάδος ὡς περικεκαπνισμένα ὑποφαίνων».
Ἔτσι ἀκριβῶς μᾶς παρουσιάζει ἡ Ἐκκλησία μας τὰ τρία μεγάλα αὐτὰ τέκνα της. Σοφοὺς διδασκάλους καὶ Πατέρας, ποὺ μᾶς ἐδίδαξαν καὶ μᾶς διδάσκουν διαρκῶς μὲ τὴν θεία σοφία τῶν λόγων καὶ τῶν παραδειγμάτων τῶν· ἱερουργοὺς ἐνθέους τῶν μυστηρίων τῆς Ἐκκλησίας μας, συλλειτουργοῦντας μαζί μας καὶ συνδοξολογοῦντας τὸν Θεό· πολίτας τοῦ οὐρανοῦ καὶ οἰκήτορας τοῦ Παραδείσου τῆς τρυφῆς. Καὶ πρὸς τὸν σκοπὸ αὐτὸν ὑπηρετοῦν ὅλα τὰ στοιχεῖα τῆς λατρείας μας. Τὸ ἑορτολόγιο, ποὺ φέρνει στὴν μνήμη μας τὰ ἱερὰ αὐτὰ πρόσωπα κατ’ ἔτος. Ἡ ὑμνογραφία, ποὺ μὲ τοὺς ὕμνους τῆς ἐγκωμιάζει τοὺς ἀγώνας καὶ τὴν δόξαν των. Τὰ συναξάρια, ποὺ μᾶς περιγράφουν τὸν βίο καὶ τὰς ἀρετᾶς των. Ἡ εἰκονογραφία ποὺ ἀνιστορεῖ τὶς ἱερὲς μορφὲς των καὶ μᾶς δίδει τὴν δυνατότητα νὰ βλέπωμε σὰν ζωντανὰ τὰ πνευματικὰ αὐτὰ ἀναστήματα.
Αὐτὸ εἶναι τὸ νόημα καὶ ὁ σκοπὸς τῆς τιμῆς τῶν ἁγίων στὴν Ἐκκλησία μας. Νὰ δείξη αὐτὴ τὴν ἀδιάλειπτο καὶ ἀδιάσπαστο κοινωνία τῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας. Κοινωνία ζώντων ἐν Χριστῷ πιστῶν, εἴτε στὴ γῆ αὐτὴ εἴτε στὴν μακαρία κατάστασι τοῦ οὐρανοῦ. Κοινωνία γιὰ τὴν ὁποία δὲν ὑπάρχουν νεκροί, ἀλλὰ μόνο ζῶντες, ἐφ’ ὅσον ὅλοι ὅσοι ἀποτελοῦν μέλη τῆς ἡνώθησαν διὰ τῶν μυστηρίων μὲ τὸν αἰώνιο καὶ ἀθάνατο χορηγό τῆς ζωῆς, τὸν Χριστό. Ὅλοι μαζὶ συνδοξολογοῦν καὶ συνυμνοῦν τὸν Θεὸ καὶ δέονται οἱ ζῶντες γιὰ τοὺς κεκοιμημένους καὶ οἱ κεκοιμημένοι γιὰ τοὺς ζώντας. Ὅλοι εἶναι πολίται τῆς Βασιλείας, μὲ τὴν σφραγίδα τῆς ἀθανασίας, μὲ τὰ ὀνόματα τῶν γραμμένα στὸ βιβλίο τῆς ζωῆς.
Ἡ ἀκολουθία τῶν τριῶν Ἱεραρχῶν ἀποδίδεται ἀπὸ τὸν συντάκτη τοῦ συναξαρίου τῆς ἑορτῆς τῶν στὸν Ἰωάννη τὸν Μαυρόποδα, μητροπολίτη Εὐχαΐτων, ποὺ «τὴν ἑορτὴν ταύτην παρέδωκε τὴ Ἐκκλησία ἑορτάζειν Θεῷ» καὶ συνέταξε γι’ αὐτὴν κανόνες, τροπάρια καὶ ἐγκώμια. Ἐκτὸς ὅμως ἀπὸ τὸν Μαυρόποδα συνέβαλαν καὶ ἄλλοι ὑμνογράφοι στὴν ὁλοκλήρωσι τῆς ὑμνογραφίας τῆς ἑορτῆς. Τὰ ἰδιόμελα τῆς λιτῆς καὶ τὰ στιχηρὰ τῶν ἀποστίχων τοῦ ἑσπερινοῦ ἀποδίδονται στὸν Νεῖλο Ξανθόπουλο, τὸ δὲ ἰδιόμελο στὸ «Καὶ νῦν» τῶν ἀποστίχων εἶναι ποίημα τοῦ πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Γερμανοῦ. Ρητῶς στὸν Ἰωάννη ἀποδίδονται οἱ τρεῖς κανόνες. Θὰ παρατεθοῦν τὸ πρῶτο στιχηρὸ τοῦ ἑσπερινοῦ του δ΄ ἤχου, προσόμιό του «Ὡς γενναῖον ἐν μάρτυσι», «Τὰ τῆς χάριτος ὄργανα…». Τὸ πρῶτο τῶν ἀποστίχων τοῦ πλ. Α΄ ἤχου, προσόμοιό του «Χαίροις ἀσκητικῶν», «Χαίροις Ἱεραρχῶν ἡ τριάς…». Τὸ πρῶτο τῶν στιχηρῶν τῶν αἴνων τοῦ β΄ ἤχου, προσόμοιό του «Ποίοις εὐφημιῶν», «Ποίοις εὐφημιῶν στέμμασι στεφανώσωμεν τοὺς διδασκάλους…» καὶ τὸ δοξαστικὸ τῶν στιχηρῶν τοῦ ἑσπερινοῦ, ἰδιόμελο τοῦ πλ. Α΄ ἤχου, «Σαλπίσωμεν ἐν σάλπιγγι ἀσμάτων…». Εἶναι ἀπὸ τὰ πιὸ χαρακτηριστικὰ τροπάρια τῆς ἑορτῆς.







Από το ιστολόγιο  ''ΠΕΜΠΤΟΥΣΙΑ''


Δεν πέρασαν πολλές ημέρες που η Εκκλησία μας εόρτασε το μέγα μυστήριον της κοσμοσωτηρίου οικονομίας, που η κένωση του Θεού Λόγου επραγματοποίησε. Ομολογούμε ότι δονούν ακόμη τη ψυχή μας όλα αυτά τα γεγονότα της αγάπης του Θεού σε μας και συναρπαζόμαστε από την ανάμνηση των δωρεών και χαρίτων, όπου «εχαρίτωσεν ημάς εν τω ηγαπημένω» ο ουράνιος Πατέρας μας. Σήμερα έχουμε κάτι άλλο επάξια θαυμαστό και πρόξενο μεγίστης ωφελείας. Σήμερα βλέπουμε την επαλήθευση των επαγγελιών του Κυρίου μας Ιησού σε όλη τους την έκταση και πληρότητα εφαρμοσμένες στη δική μας φύση.
treisierarxes2
Όσα στον πανάρετό του βίο μάς υπέδειξε και διά του λόγου του μας δίδαξε, «ποιών τε και διδάσκων», έρχονται να επισφραγίσουν με ακρίβεια οι σημερινοί εορταζόμενοι τρεις μέγιστοι φωστήρες. Οι ουρανομήκεις αυτοί στύλοι της Εκκλησίας, οι πνευματοκίνητες σάλπιγγες, τα απόλυτα όργανα της Χάριτος, αφού έγιναν τέτοιοι με την ενοίκηση σ΄ αυτούς του Παναγίου Πνεύματος, αφού αγάπησαν τον Θεόν ολοκληρωτικά, στράφηκαν πάλι πίσω προς εμάς δηλ. στο σύνολο της ανθρώπινης ταλαιπωρίας και αδυναμίας και «έγιναν τοις πάσι τα πάντα», κατά τον Παύλον, για να σώσουν όσους θέλουν, αφού έγιναν απρόσκοπτοι και απλανείς οδηγοί  σε όλες τις γενεές.
Δεν θα είναι ίσως τολμηρό να αναφέρω ότι, εάν εστερείτο των συγγραμμάτων και οδηγιών των υπολοίπων πατέρων μας η Εκκλησία, είναι ικανά μόνα τα ιδανικά των τριών αυτών φωστήρων, να συμπληρώσουν όλους και οδηγήσουν κάθε άνθρωπον στη σωτηρία. Καμμία πτυχή ολόκληρης της εκκλησιαστικής μας παραδόσεως από το Α έως το Ω, από την αρχή ως το τέλος, από την πράξη ως την θεωρία δεν ήταν ξένα προς αυτούς. Όλες οι πρακτικές αρετές, ολόκληρη η θεωρητική ανάβαση και κάθαρση και ο φωτισμός και τα θεία χαρίσματα ευρίσκοντο σ’ αυτούς τους μακαρίους πατέρες. Όλο το βάθος της Θεολογίας, το Τριαδικό, το Χριστολογικό, το εσχατολογικό, τα μυστήρια της προνοίας και μετά οι όροι των διαφορών στα κτίσματα, οι τρόποι της προνοίας και μετά oι όροι της ακριβείας και οικονομίας στο πολυσχιδές έργον της μετανοίας, όλο το χριστιανικό ήθος και το βίωμα των πιστών σε όλες τις γενεές μέσα στην Εκκλησία θα έχει αναντικατάστατους αυτούς τους φωστήρες.
Ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός, η αυτοαλήθεια, είναι η κεφαλή του σώματος της Εκκλησίας. Κάθε πιστό μέλος της Εκκλησίας είναι και μια εικόνα της αλήθειας που ζει κατά τη δύναμή του τη θεία πραγματικότητα. Στην πορείαν της Εκκλησίας μας υπήρξαν πρόσωπα όπου έζησαν ολοκληρωτικά αυτήν τη θεία πραγματικότητα. Αφού αγάπησαν ολοκληρωτικά τον Θεό και τον πλησίον πάνω από τον εαυτό τους, δέχθηκαν όλο το πλήρωμα του Χριστού και ανέλαβαν από αυτόν την διαποίμανση του ποιμνίου των προβάτων του. Αυτοί ονομάζονται ΠΑΤΕΡΕΣ. Το Άγιον Πνεύμα, η ζωή και πνοή της Εκκλησίας, που συγκροτεί και αυξάνει τα τέκνα της, ιδίως δε τους πατέρες ως τους κατ’ εξοχήν πιστούς εργάτες και οικονόμους μέσα σ’ αυτήν, δι’ αυτών λαλεί και ενεργεί, επειδή είναι ικανοί να δεχθούν μέσα τους τις θείες εκλάμψεις και φωτισμό.
Η λέξη πατήρ κατά την ετυμολογίαν της είναι ο πάντων τηρητής (παντήρ), ο επιτηρών τα πάντα, που συγχρόνω γεννά, δημιουργεί. Αυτήν την ιδιότητα έχουν οι πατέρες μας  στην Εκκλησία, διότι το έργο τους, η σκέψη τους είναι συνυφασμένα με το λυτρωτικό έργο της και έτσι δεν νοούνται πατέρες εκτός της Εκκλησίας, αλλ’ ούτε και η Εκκλησία χωρίς πατέρες. Είναι άρα οι Πατέρες δημιουργήματα του Αγίου Πνεύματος (προϊόντα του). Και επομένως οφείλομε προς αυτούς εμπιστοσύνη και υπακοή. Δεν είναι φυλετισμός, όταν υποδεικνύομε την πατερική παράδοση, αλλά απλώς την ουσίαν της πραγματικότητος τονίζομε, επειδή «ου θελήματι ιδίω φερόμενοι ελάλησαν οι άγιοι του Θεού άνθρωποι».
Ο δε Άγιος Δαμασκηνός λέγει· «διά πνεύματος Αγίου ό τε νόμος και οι προφήται, ευαγγελισταί και Απόστολοι και ποιμένες ελάλησαν και οι διδάσκαλοι». Τοποθετούμενοι χρονικώς υπό του Σωτήρος μας και Αρχιποιμένος Χριστού οι Πατέρες μας μέσα στην Εκκλησία είπε ο καθένας εκείνο που το Άγιον Πνεύμα του εδίδαξε, και όχι χωρίς αγώνα και προσπάθεια, και έτσι αυτό γινόταν και μία εμπειρία, ένα απόκτημα στην αύξηση της παραδόσεως. Η αύξηση αυτή της εμπειρίας στην παράδοση δεν άλλαξε ή βελτίωσε την υπάρχουσα αλήθεια, αλλ’ απλώς ετελειοποιείτο κατά προκοπήν γνώσεως κατά τον Μ. Βασίλειον η Ι. Παράδοση και δεν υπήρχε αλλοίωση στην αλήθεια (γνώρισμα των αιρετικών).
Επειδή όλοι οι Θεοφόροι Πατέρες εφωτίζοντο  από το ίδιο το παράκλητο πνεύμα, καθένας με τη δική του γλώσσα και σε διαφορετικούς καιρούς και καταστάσεις μίλησαν συμφωνόντας στο θέμα της αλήθειας και κανένας ουδέποτε διεφώνησε ή ανέτρεψε άλλον πριν ή μετά απ’ αυτόν, αλλά διερμήνευσαν την αποκαλυφθείσαν αλήθεια και εδίδαξαν τελειοποιούντες σε προκοπή γνώσεως το σώμα της Εκκλησίας. Όταν λοιπόν το Πανάγιο Πνεύμα φώτιζε ένα εκ των Πατέρων σε μια εποχή γιά τη λύση κάποιου σοβαρού προβλήματος, αυτό ίσχυε σε όλες πλέον τις εποχές άσχετον αν η εκκλησία μερικές φορές το εφαρμόζει με τον εκάστοτε αρμόζοντα τρόπον. Χάριν λοιπόν του Θείου φωτισμού των οι Άγιοι Πατέρες, εφ’ όσον «πάντα χορηγεί το πνεύμα το άγιον», απέκτησαν την αυθεντίαν της ορθοδόξου θεολογίας, που είναι ο όρος και η έννοια της μίας Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας του Χριστού μας.
Το πάντοτε επίκαιρο σύνθημα του λόγου της Εκκλησίας μας «προς τους πατέρας, προς τους πατέρας» γίνεται σήμερα επιτακτικότερο, διότι η φαινομένη απιστία και άρνηση των πάντων όχι μόνο θεολογικώς απεγύμνωσε τους λαούς, αλλά και ο ηθικός βίος χωλαίνει βαρύτατα. Η στροφή προς τους πατέρας είναι η μόνη λύση της συμφοράς που κατέλαβε την οικουμένη, γιατί στον πανάρετο βίο τους θα βρούμε όλους τους κανόνες της ζωής από τον πλέον εισαγωγικό έως αυτήν την τελειότητα, από το απλούν ήθος έως την επίγνωση του εαυτού μας και του όλου μας προορισμού. Στην αγίαν των βιογραφία θα ανακαλύψει ο κάθε χαρακτήρας ό,τι τον απασχολεί, όλες οι γενεές, όλες οι καταστάσεις, όλες οι μορφές, όλα τα συμπτώματα εκεί βρίσκονται γραμμένα.
Όλη η τέχνη του αοράτου πολέμου, οι μορφές της πλάνης και της χάριτος, όλες οι φυσικές αλλοιώσεις της πίστεώς μας από το δόγμα έως την παράδοση, όλη η έννοια της ακριβείας και της οικονομίας και ό,τι άλλο μας οδηγεί στο να αποκτήσουμε «νούν Χριστού» βρίσκεται στους Αγίους μας Πατέρας. Τί δε να πούμε περί του έργου της μετανοίας που όλοι μας έχουμε τόσην ανάγκη; Ποιός άλλος με τόσην λεπτομέρεια διεσάφησε την πορείαν μας προς το δρόμο αυτό και απέδειξε κατορθωτή την μετάνοια σε κάθε χαρακτήρα και ηλικία και περίσταση; Έγιναν και έμειναν πατέρες μας στην κυριολεξία και πραγματικότητα.
Καθώς «ηγάπησαν τον Θεόν εξ όλης ψυχής και τον πλησίον των ως εαυτούς», αφού εφύλαξαν εξ ολοκλήρου τις θείες εντολές και έγιναν καθαροί και ηγιασμένοι, στράφηκαν προς τον κόσμο και ανέλαβαν κατά τον κανόνα «της κοινωνίας» τα δικά μας ελλείμματα· και όπως ο αναμάρτητος Χριστός μας έπαθε και απέθανε για το δικό μας χρέος, έτσι και οι πιστοί του μαθηταί και οικονόμοι, οι πατέρες, μετά τη δική τους τελείωση στράφηκαν προς εμάς και έγιναν μέτοχοι των δικών μας πειρασμών, όπως γίνεται με τους γονείς με τα παιδιά τους.















29 Ιανουαρίου η ανακομιδή των ιερών λειψάνων του Αγίου ιερομάρτυρος Ιγνατίου του Θεοφόρου

0 σχόλια

Ανακομιδή Ιερών Λειψάνων του Αγίου Ιερομάρτυρος Ιγνατίου του Θεοφόρου


20
Χάρις λέουσιν Ἰγνάτιε παμβόροις,
Σοῦ σώματος λιποῦσι καὶ πιστοῖς μέρος.
Τῇ ἐνάτῃ ἐπάνοδος Ἰγνατίῳ εἰκάδι τύχθη.
Βιογραφία
Ο Άγιος Ιερομάρτυς Ιγνάτιος (τιμάται 20 Δεκεμβρίου) ήταν διάδοχος των Αποστόλων και χρημάτισε δεύτερος Επίσκοπος Αντιοχείας. Υπήρξε, μαζί με τον Επίσκοπο της Εκκλησίας της Σμύρνης Πολύκαρπο, μαθητής του Ευαγγελιστή Ιωάννη του Θεολόγου. Μαρτύρησε επί αυτοκράτορα Τραϊανού (98 – 117 μ.Χ.) στη Ρώμη, κατασπαραχθείς από τα θηρία.
Μετά το φρικτό μαρτύριο του Αγίου, κάποιοι Χριστιανοί μάζεψαν από τον ιππόδρομο τα εναπομείναντα άγια λείψανά του και τα μετέφεραν στην Αντιόχεια. Η Σύναξη αυτού ετελείτο στην Μεγάλη Εκκλησία.
Ἀπολυτίκιον 
Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεῖς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Ὡς θησαυρὸν πλουτοποιῶν δωρημάτων, τὴν τῶν λειψάνων σου μυρίπνοον θήκην, τὴ ποίμνη σου μετήγαγον ἐκ Ρώμης εὐσεβῶς, ἧσπερ τὴν ἐπάνοδον, ἑορτάζοντες ποθῶ, χάριν ἀρυόμεθα, πολλαπλῶν ἰαμάτων, τοὺς σοὺς ἀγῶνας μέλποντες ἀεί, Ἱερομάρτυς Ἰγνάτιε ἔνδοξε.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’.
Καί τρόπων μέτοχος, καί θρόνων διάδοχος, τῶν Ἀποστόλων γενόμενος, τήν πρᾶξιν εὗρες θεόπνευστε, εἰς θεωρίας ἐπίβασιν· διά τοῦτο τόν λόγον τῆς ἀληθείας ὀρθοτομῶν, καί τῇ πίστει ἐνήθλησας μέχρις αἵματος, Ἱερομάρτυς Ἰγνάτιε· Πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τάς ψυχάς ἡμῶν.
Κοντάκιον
Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ἐξ ἑῴας σήμερον ἐξανατείλας, καί τήν κτίσιν ἅπασαν, καταλαμπρύνας διδαχαῖς, τῷ Μαρτυρίῳ κεκόσμηται, ὁ Θεοφόρος καί θεῖος Ἰγνάτιος.
Ὁ Οἶκος
Ἱερεμίαν ὁ Θεὸς ἐκ μήτρας ἁγιάσας, καὶ πρὸ τοῦ γεννηθῆναι γινώσκων ὡς προγνώστης, δοχεῖον ἔσεσθαι αὐτὸν Πνεύματος Ἁγίου, ἐμπιπλᾷ τοῦτον εὐθύς, ἐκ νεαρᾶς βιώσεως, καὶ Προφήτην τοῦτον, καὶ κήρυκα πᾶσιν ἀποστέλλει, προαγγέλλειν τὴν ἁγίαν ἐπὶ τῆς γῆς αὐτοῦ παρουσίαν. Τεχθεὶς οὖν ὁ αὐτὸς Θεὸς ἐκ Παρθένου, πρός τὸ κήρυγμα ἐλθών, εὗρεν ἐκ βρέφους, ἄξιον αὐτοῦ τῆς χάριτος ὑποφήτην, τὸν θεοφόρον καὶ θεῖον Ἰγνάτιον.




ΑΚΟΛΟΥΘΕΙ ΜΙΚΡΟ ΔΙΗΜΕΡΟ ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΗ ΜΕΓΑΛΗ ΕΟΡΤΗ ΤΩΝ ΓΡΑΜΜΑΤΩΝ , ΣΤΗ ΜΝΗΜΗ ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΙΕΡΑΡΧΩΝ 

Οι τρεις Ιεράρχες: Ο δρόμος της ζωής
30 Ιανουαρίου 2013
Θεολογία   Θεολόγος, ΜΑ Θεολογίας, Υποψήφια Διδάκτωρ Μαρία Χατζηαποστόλου 

-         Των ταπεινών και των μεγάλων…   -

 «Κ᾿ εἶπε ὁ Γιάννης ὁ Βλογημένος: «Πές μου, γέροντα, ποῦ ξέρεις τὰ γράμματα, σὲ ποιὰ παλάτια ἄραγες πῆγε σὰν ἀπόψε ὁ ἅγιος Βασίλης; οἱ ἀρχόντοι κ᾿ οἱ βασιληάδες τί ἁμαρτίες νά ῾χουνε; Ἐμεῖς οἱ φτωχοὶ εἴμαστε ἁμαρτωλοί, ἐπειδὴς ἡ φτώχεια μᾶς κάνει νὰ κολαζόμαστε». Κι ὁ ἅγιος Βασίλης δάκρυσε κ᾿ εἶπε πάλι τὴν εὐχή, ἀλλοιώτικα: «Κύριε, ὁ Θεός μου, οἶδα ὅτι ὁ δοῦλος σου Ἰωάννης ὁ ἁπλοῦς ἐστὶν ἄξιος καὶ ἱκανὸς ἵνα ὑπὸ τὴν στέγην του εἰσέλθῃς. Ὅτι νήπιος ὑπάρχει καὶ τὰ μυστήριά Σου τοῖς νηπίοις ἀποκαλύπτεται». Καὶ πάλι δὲν κατάλαβε τίποτα ὁ Γιάννης ὁ μακάριος, ὁ Γιάννης ὁ Βλογημένος…».
Φώτη Κόντογλου – Γιάννης ὁ Εὐλογημένος
3 ierarxes
     Κι’ αν τούτη η απλότητα του Γιάννη του Ευλογημένου, απουσιάζει παντελώς από την εποχή μας, χρέος μας είναι η συγκλονιστική παρουσία των Τριών Ιεραρχών να μας διδάξει έναν άλλον τρόπο, έναν τρόπο στον οποίο δεν έχει χώρο η πλεονεξία και ο εγωισμός, ούτε η κακία και η μικροψυχία, παρά μονάχα η αρχοντιά της ύπαρξης που μπορεί και θέλει ν’ αγκαλιάσει τον κόσμο ολάκερο. Το ήθος, η αρχοντιά και η οικείωση ενός άλλου τρόπου ζωής δεν είναι ουτοπία, ούτε θεωρητικό κατασκεύασμα, καθώς μονάχα η ταπείνωση εκείνη που οδηγεί στη μεγαλοσύνη, στη μόνη αληθινή οντολογική μεταμόρφωση, αποτελεί πρόκληση και άρα πρόσκληση κοινωνίας για κάθε άνθρωπο. Οι Τρεις Ιεράρχες έρχονται να μας θυμίσουν την άκρα ταπείνωση, το μόνο αληθινό ήθος που πρέπει να χαρακτηρίζει κάθε ελεύθερο άνθρωπο.
     Ο Βασίλειος ο Μέγας, ο πιο αγαπημένος των παιδιών και των αδικημένων, στέκεται άγρυπνα στο πλευρό των αδυνάτων, των ταπεινών και των περιθωριακών, ως άλλος Χριστός. Ο άρχοντας εκείνος που άφησε έκπληκτο το βαθύτατα γοητευμένο από την κορυφαία του προσωπικότητα, έπαρχο Μόδεστο, ο οποίος ομολόγησε πως: «Κανείς μέχρι τώρα δεν μου μίλησε με τόσο θάρρος. Πρώτη φορά συνάντησα τέτοιον επίσκοπο», πριν από την αφοπλιστική απάντηση του αγίου: «Φαίνεται πως δεν συνάντησες ως τώρα αληθινό επίσκοπο». Από την άλλη πλευρά ο Ιερός Χρυσόστομος που ματώνει για τους κατατρεγμένους, τρέφει τους απόρους, καταργεί κάθε είδους πολυτέλεια στην εκκλησία, αντιστέκεται σθεναρά στην αλαζονική εξουσία κι’ έτσι οδηγείται εκούσια στην εξορία και στο μαρτύριο. Ο λόγος του Ιερού Χρυσοστόμου διαθέτει τόση αλήθεια, ρυθμό και ποιητικότητα σε σημείο που οι κάτοικοι της Πόλης να ομολογούν πως: «Καλύτερα να μη βγει ο ήλιος, παρά να μην ακούσουμε τον επίσκοπό μας να μιλά». Εκείνος εξάλλου δεν είναι που τόσο ποιητικά ομολόγησε πως: «Όταν ανακαλύπτεις την πόρτα της καρδιάς σου, ανακαλύπτεις τη πύλη του ουρανού»; Και ο Γρηγόριος ο Θεολόγος, ο ποιητής που με τη γνωστή του ποιητική ευαισθησία αναφωνεί: «Δεν θα συνέλθουμε, έστω και αργά; Δεν θα νικήσουμε την αναισθησία μας, για να μην πω την τσιγκουνιά μας; Δεν θα σκεφτούμε ως άνθρωποι; Δεν θα βάλουμε νοερά στη θέση των ξένων συμφορών τις πιθανές δικές μας»; Ποιος μπορεί να μείνει ασυγκίνητος σε τούτη την αγωνιώδη κραυγή;
     Οι ιεροί άνδρες της Εκκλησίας του Χριστού, φαντάζουν στα μάτια μας σπαρακτικά όμορφοι, απύθμενα φιλάνθρωποι, θρυλικά ανυπότακτοι. Ζώντας κόντρα απέναντι σε κάθε εξουσιαστικότητα, μακριά από κάθε επίγεια δόξα και πάντα κοντά στον άνθρωπο, ο οποίος αποτελεί το επίκεντρο της σκέψης τους καθώς, «Οι Τρεις Ιεράρχες στηρίζουν με κάθε τρόπο τους φτωχούς, τους κυνηγημένους και τους απροστάτευτους της εποχής τους. Θεωρούν αυτονόητο να θυσιαστούν για τον κάθε έναν από αυτούς. Η περιθωριοποίηση των κοινωνικά αδύνατων δεν συνάδει με το ορθόδοξο ήθος. Κάθε άνθρωπος αποτελεί ανεπανάληπτη προσωπικότητα, είναι εικόνα του Θεού. “Με ποιο δικαίωμα” αναρωτιέται ο Χρυσόστομος “μπορεί κανείς να περιφρονεί εκείνους τους οποίους ο Θεός τόσο τιμά ώστε τους δίνει το Σώμα και το Αίμα του Υιού του”. Η επιμονή του μάλιστα να κτίσει το λεπροκομείο, όχι σε κάποια υποβαθμισμένη περιοχή της Κωνσταντινούπολης, αλλά στην πλουσιότερη συνοικία έξω απ’ την πόλη, εκεί που ζούσαν μεγάλοι γαιοκτήμονες και οι οποίοι έβλεπαν την οικονομική αξία των πολυτελών οικημάτων να μειώνεται λόγω της γειτνίασης με το κτήριο αυτό, αποτέλεσε και την αφορμή για την οριστική δίωξή του, που θα τον οδηγούσε στην εξορία και στο βασανιστικό θάνατο».[1]
     Κατά τον Ανδρέα Αργυρόπουλο και την υπέροχη του ανάλυσή στη σκέψη των Τριών Ιεραρχών: «Και οι τρείς αντιδρούν σε μια επιφανειακή πνευματικότητα, σε ένα ακίνδυνο χριστιανισμό, σε μια πίστη που τυφλώνει και σε μια εκκλησία που δεν είναι η οδός της αληθινής σωτηρίας και ζωής, αλλά ένα μέσο στα χέρια των ισχυρών για τη χειραγώγηση και εκμετάλλευση ανθρώπων και λαών. Οι Τρεις Ιεράρχες δεν μπορούν να συμβιβαστούν με την υποκρισία των βολεμένων χριστιανών: “ξέρω πολλούς”, λέει ο Χρυσόστομος, “που νηστεύουν και προσεύχονται και στενάζουν, επιδεικνύοντας κάθε λογής αδάπανη ευλάβεια. Ενώ ούτε ένα οβολό δε δίνουν στους θλιβόμενους. Τι κέρδος έχουν από την υπόλοιπη αρετή τους; Γι’ αυτούς η βασιλεία των ουρανών είναι κλειστή”. Και ο Γρηγόριος συμπληρώνει: “Μη τεντώνεις τα χέρια σου στον ουρανό αλλά στα χέρια των φτωχών. Αν εκτείνεις τα χέρια σου στα χέρια των φτωχών έπιασες την κορυφή του ουρανού”».[2] Και οι τρεις Πατέρες μιλούν για την αξία της παιδείας και το μοναδικό της σκοπό  τη δημιουργία ελεύθερων ανθρώπων, ενάντια σε κάθε σύστημα, καθώς κατά τον Ιερό Χρυσόστομο: «Η συναίσθηση της άγνοιας είναι ένα μεγάλο βήμα προς τη γνώση».
     Οι Τρεις Ιεράρχες λοιπόν. Βασίλειος ο Μέγας. Ιερός Χρυσόστομος. Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος. Προσωνύμια βαριά, γεμάτα από την αγάπη και την τιμή της Εκκλησίας προς το πρόσωπό τους. Της Εκκλησίας εκείνης, που ενώνει τα διεστώτα, της μόνης αληθινής. Του ολοζώντανου Σώματος του Χριστού που πορεύεται δραματικά ανά τους αιώνες. Όχι του απάνθρωπου εκείνου συστήματος που απομακρύνει τον άνθρωπο από τον άνθρωπο και τον άνθρωπο από το Θεό. Βασίλειος ο Μέγας. Με μια Εμμέλεια ως μητέρα δίπλα του πώς να μη μεταμορφωθεί σε Μέγα; Το ίδιο και ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος. Με την Ανθούσα για μητέρα του, άνθισε ολόκληρος… Και ο Γρηγόριος. Πώς αλλιώς θα γινόταν Θεολόγος δίχως τη Νάννα στο πλευρό του; Η μητέρα, ότι ιερότερο στον κόσμο, φυτεύει το λουλούδι για το άρωμα του αύριο. Σπέρνει τη ζωή… Νικά κάθε θάνατο…
     Και οι τρεις άνθρωποι αληθινοί με ανοιχτότητα νου. Πανεπιστήμονες του καιρού τους και με την καρδιά πάντα γεμάτη από εκείνη την ανυπόκριτη αγάπη. Τη μόνη αληθινή. Αντιστάθηκαν στην εξουσία της εποχής τους. Απέδειξαν εν έργω και όχι μονάχα εν λόγω τα πιστεύω και τις αρχές τους. Έδωσαν τα φώτα του νου τους σε μια εποχή σκότους και φανατισμού. Έδωσαν στο τέλος την ίδια τους τη ζωή. Παραμένουν το ίδιο διαχρονικοί και επίκαιροι παρά ποτέ. Οι Τρεις Ιεράρχες με την ευρύτατη παιδεία τους, το ήθος του χαρακτήρα τους και το παράδειγμα της ζωής τους, άνοιξαν για όλους εμάς νέους δρόμους προς το μέλλον. Και τον ομορφότερο απ’ όλους. Το δρόμο της ζωής…
[1] Ανδρέα Αργυρόπουλου, Το επαναστατικό μήνυμα των Τριών Ιεραρχών και η εποχή μας, Ομιλία που εκφωνήθηκε στο Δημοτικό θέατρο Μυτιλήνης, στα πλαίσια της εκδήλωσης που οργάνωσε η Περιφερειακή Δ/νση Εκπαίδευσης Βορείου Αιγαίου για την σχολική εορτή των Τριών Ιεραρχών.
[2] Ανδρέα Αργυρόπουλου, Το επαναστατικό μήνυμα των Τριών Ιεραρχών και η εποχή μας, Ομιλία που εκφωνήθηκε στο Δημοτικό θέατρο Μυτιλήνης, στα πλαίσια της εκδήλωσης που οργάνωσε η Περιφερειακή Δ/νση Εκπαίδευσης Βορείου Αιγαίου για την σχολική εορτή των Τριών Ιεραρχών.
Μαρία Χατζηαποστόλου
Mrs Θεολογίας
Υποψήφια Διδάκτωρ Θεολογικής Σχολής Α.Π.Θ
http://www.vatopedi.gr/2013/01/%ce%bf%ce%b9-%cf%84%cf%81%ce%b5%ce%b9%cf%82-%ce%b9%ce%b5%cf%81%ce%ac%cf%81%cf%87%ce%b5%cf%82-%ce%bf-%ce%b4%cf%81%cf%8c%ce%bc%ce%bf%cf%82-%cf%84%cb7%cf%82-%ce%b6%cf%89%ce%ae%cf%82/#sthash.kZdguuNW.dpuf