ΜΙΑ ΕΝΟΡΙΑ ΓΕΝΝΗΘΗΚΕ

Του Πρωτοπρεσβυτέρου Νικηφόρου Καλαϊτζίδη

Υπόθεση σπουδαία και σημαντική για όσους αντιλαμβάνονται την αναγκαιότητα μιας πνευματικής αναφοράς, καθώς και για εκείνους οι οποίοι θεωρούν την Εκκλησία σαν αναπόσπαστο κομμάτι της ταυτότητας και της ιδιοσυγκρασίας τους, ή της ίδιας τους της ζωής, η ίδρυση μιας ενορίας.

Θα μπορούσαμε να πούμε ότι έχει κοινά παράλληλα με την γέννηση ενός παιδιού που περιβεβλημένο την αθωότητα του, σπαργανώνεται από την φυσική μητέρα, έτσι και η ενορία «σπαργανώνεται» μέσα στην πνευματική μέριμνα του οικείου Επισκόπου και στεγάζεται σ’ έναν Ναό.


συνέχεια του άρθρου

17 Μαΐου , Κυριακή του Τυφλού και μνήμη του εν αγίοις πατρός ημών Αθανασίου επισκόπου Χριστιανουπόλεως και του Αγίου νεομάρτυρος Νικολάου του εκ Μετσόβου

Κυριακή του Τυφλού

 

 

 Ευαγγελικό Ανάγνωσμα από το  Ιωάνν. 9,1-38 (25-5-2014)

 

Ηλιάνας Κάουρα, θεολόγου

Πρωτότυπο Κείμενο

1 Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, παράγων ὁ Ἰησοῦς εἶδεν ἄνθρωπον τυφλὸν ἐκ γενετῆς. 2 καὶ ἠρώτησαν αὐτὸν οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ λέγοντες· ραββί, τίς ἥμαρτεν, οὗτος ἢ οἱ γονεῖς αὐτοῦ, ἵνα τυφλὸς γεννηθῇ; 3 ἀπεκρίθη  Ἰησοῦς· οὔτε οὗτος ἥμαρτεν οὔτε οἱ γονεῖς αὐτοῦ, ἀλλ’ ἵνα φανερωθῇ τὰ ἔργα τοῦ Θεοῦ ἐν αὐτῷ. 4 ἐμὲ δεῖ ἐργάζεσθαι τὰ ἔργα τοῦ πέμψαντός με ἕως ἡμέρα ἐστίν· ἔρχεται νὺξ ὅτε οὐδεὶς δύναται ἐργάζεσθαι. 5 ὅταν ἐν τῷ κόσμῳ ᾦ, φῶς εἰμι τοῦ κόσμου. 6 ταῦτα εἰπὼν ἔπτυσε χαμαὶ καὶ ἐποίησε πηλὸν ἐκ τοῦ πτύσματος, καὶ ἐπέχρισε τὸν πηλὸν ἐπὶ τοὺς ὀφθαλμοὺς τοῦ τυφλοῦ 7 καὶ εἶπεν αὐτῷ· ὕπαγε νίψαι εἰς τὴν κολυμβήθραν τοῦ Σιλωάμ, ὃ ἑρμηνεύεται ἀπεσταλμένος. ἀπῆλθεν οὖν καὶ ἐνίψατο, καὶ ἦλθε βλέπων.
8 Οἱ οὖν γείτονες καὶ οἱ θεωροῦντες αὐτὸν τὸ πρότερον ὅτι τυφλὸς ἦν, ἔλεγον· οὐχ οὗτός ἐστιν ὁ καθήμενος καὶ προσαιτῶν; 9 ἄλλοι ἔλεγον ὅτι οὗτός ἐστιν· ἄλλοι δὲ ὅτι ὅμοιος αὐτῷ ἐστιν. ἐκεῖνος ἔλεγεν ὅτι ἐγώ εἰμι. 10 ἔλεγον οὖν αὐτῷ· πῶς ἀνεῴχθησάν σου οἱ ὀφθαλμοί; 11 ἀπεκρίθη ἐκεῖνος καὶ εἶπεν· ἄνθρωπος λεγόμενος  Ἰησοῦς πηλὸν ἐποίησε καὶ ἐπέχρισέ μου τοὺς ὀφθαλμοὺς καὶ εἶπέ μοι· ὕπαγε εἰς τὴν κολυμβήθραν τοῦ Σιλωὰμ καὶ νίψαι· ἀπελθὼν δὲ καὶ νιψάμενος ἀνέβλεψα. 12 εἶπον οὖν αὐτῷ· ποῦ ἐστιν ἐκεῖνος; λέγει· οὐκ οἶδα.
13  Ἄγουσιν αὐτὸν πρὸς τοὺς Φαρισαίους, τόν ποτε τυφλόν. 14 ἦν δὲ σάββατον ὅτε τὸν πηλὸν ἐποίησεν ὁ  Ἰησοῦς καὶ ἀνέῳξεν αὐτοῦ τοὺς ὀφθαλμούς. 15 πάλιν οὖν ἠρώτων αὐτὸν καὶ οἱ Φαρισαῖοι πῶς ἀνέβλεψεν. ὁ δὲ εἶπεν αὐτοῖς· πηλὸν ἐπέθηκέ μου ἐπὶ τοὺς ὀφθαλμούς, καὶ ἐνιψάμην, καὶ βλέπω. 16 ἔλεγον οὖν ἐκ τῶν Φαρισαίων τινές· οὗτος ὁ ἄνθρωπος οὐκ ἔστι παρὰ τοῦ Θεοῦ, ὅτι τὸ σάββατον οὐ τηρεῖ. ἄλλοι ἔλεγον· πῶς δύναται ἄνθρωπος ἁμαρτωλὸς τοιαῦτα σημεῖα ποιεῖν; καὶ σχίσμα ἦν ἐν αὐτοῖς. 17 λέγουσι τῷ τυφλῷ πάλιν· σὺ τί λέγεις περὶ αὐτοῦ, ὅτι ἤνοιξέ σου τοὺς ὀφθαλμούς; ὁ δὲ εἶπεν ὅτι προφήτης ἐστίν. 18 οὐκ ἐπίστευσαν οὖν οἱ  Ἰουδαῖοι περὶ αὐτοῦ ὅτι τυφλὸς ἦν καὶ ἀνέβλεψεν, ἕως ὅτου ἐφώνησαν τοὺς γονεῖς αὐτοῦ τοῦ ἀναβλέψαντος 19 καὶ ἠρώτησαν αὐτοὺς λέγοντες· οὗτός ἐστιν ὁ υἱὸς ὑμῶν, ὃν ὑμεῖς λέγετε ὅτι τυφλὸς ἐγεννήθη; πῶς οὖν ἄρτι βλέπει; 20 ἀπεκρίθησαν δὲ αὐτοῖς οἱ γονεῖς αὐτοῦ καὶ εἶπον· οἴδαμεν ὅτι οὗτός ἐστιν ὁ υἱὸς ἡμῶν καὶ ὅτι τυφλὸς ἐγεννήθη· 21 πῶς δὲ νῦν βλέπει οὐκ οἴδαμεν, ἢ τίς ἤνοιξεν αὐτοῦ τοὺς ὀφθαλμοὺς ἡμεῖς οὐκ οἴδαμεν· αὐτὸς ἡλικίαν ἔχει, αὐτὸν ἐρωτήσατε, αὐτὸς περὶ ἑαυτοῦ λαλήσει. 22 ταῦτα εἶπον οἱ γονεῖς αὐτοῦ, ὅτι ἐφοβοῦντο τοὺς  Ἰουδαίους· ἤδη γὰρ συνετέθειντο οἱ  Ἰουδαῖοι ἵνα, ἐάν τις αὐτὸν ὁμολογήσῃ Χριστόν, ἀποσυνάγωγος γένηται. 23 διὰ τοῦτο οἱ γονεῖς αὐτοῦ εἶπον ὅτι ἡλικίαν ἔχει, αὐτὸν ἐρωτήσατε. 24 ἐφώνησαν οὖν ἐκ δευτέρου τὸν ἄνθρωπον ὃς ἦν τυφλός, καὶ εἶπον αὐτῷ· δὸς δόξαν τῷ Θεῷ· ἡμεῖς οἴδαμεν ὅτι ὁ ἄνθρωπος οὗτος ἁμαρτωλός ἐστιν. 25 ἀπεκρίθη οὖν ἐκεῖνος καὶ εἶπεν· εἰ ἁμαρτωλός ἐστιν οὐκ οἶδα· ἓν οἶδα, ὅτι τυφλὸς ὢν ἄρτι βλέπω. 26 εἶπον δὲ αὐτῷ πάλιν· τί ἐποίησέ σοι; πῶς ἤνοιξέ σου τοὺς ὀφθαλμούς; 27 ἀπεκρίθη αὐτοῖς· εἶπον ὑμῖν ἤδη, καὶ οὐκ ἠκούσατε· τί πάλιν θέλετε ἀκούειν; μὴ καὶ ὑμεῖς θέλετε αὐτοῦ μαθηταὶ γενέσθαι; 28 ἐλοιδόρησαν αὐτὸν καὶ εἶπον· σὺ εἶ μαθητὴς ἐκείνου· ἡμεῖς δὲ τοῦ Μωϋσέως ἐσμὲν μαθηταί. 29 ἡμεῖς οἴδαμεν ὅτι Μωϋσεῖ λελάληκεν ὁ Θεός· τοῦτον δὲ οὐκ οἴδαμεν πόθεν ἐστίν. 30 ἀπεκρίθη ὁ ἄνθρωπος καὶ εἶπεν αὐτοῖς· ἐν γὰρ τούτῳ θαυμαστόν ἐστιν, ὅτι ὑμεῖς οὐκ οἴδατε πόθεν ἐστί, καὶ ἀνέῳξέ μου τοὺς ὀφθαλμούς. 31 οἴδαμεν δὲ ὅτι ἁμαρτωλῶν ὁ Θεὸς οὐκ ἀκούει, ἀλλ’ ἐάν τις θεοσεβὴς ᾖ καὶ τὸ θέλημα αὐτοῦ ποιῇ, τούτου ἀκούει. 32 ἐκ τοῦ αἰῶνος οὐκ ἠκούσθη ὅτι ἤνοιξέ τις ὀφθαλμοὺς τυφλοῦ γεγεννημένου. 33 εἰ μὴ ἦν οὗτος παρὰ Θεοῦ, οὐκ ἠδύνατο ποιεῖν οὐδέν. 34 ἀπεκρίθησαν καὶ εἶπον αὐτῷ· ἐν ἁμαρτίαις σὺ ἐγεννήθης ὅλος, καὶ σὺ διδάσκεις ἡμᾶς; καὶ ἐξέβαλον αὐτὸν ἔξω. 35  Ἤκουσεν ὁ  Ἰησοῦς ὅτι ἐξέβαλον αὐτὸν ἔξω, καὶ εὑρὼν αὐτὸν εἶπεν αὐτῷ· σὺ πιστεύεις εἰς τὸν υἱὸν τοῦ Θεοῦ; 36 ἀπεκρίθη ἐκεῖνος καὶ εἶπε· καὶ τίς ἐστι, Κύριε, ἵνα πιστεύσω εἰς αὐτόν; 37 εἶπε δὲ αὐτῷ ὁ  Ἰησοῦς· καὶ ἑώρακας αὐτὸν καὶ ὁ λαλῶν μετὰ σοῦ ἐκεῖνός ἐστιν. 38 ὁ δὲ ἔφη· πιστεύω, Κύριε· καὶ προσεκύνησεν αὐτῷ.




Μετάφραση

Εκείνο τον καιρό, καθώς πήγαινε στο δρόμο του ο Ιησούς, είδε έναν άνθρωπο που είχε γεννηθεί τυφλός. Τον ρώτησαν, λοιπόν, οι μαθητές του: «Διδάσκαλε, ποιος αμάρτησε και γεννήθηκε αυτός τυφλός, ο ίδιος ή οι γονείς του;»  Ο Ιησούς απάντησε: «Ούτε αυτός αμάρτησε ούτε οι γονείς του, αλλά γεννήθηκε τυφλός για να φανερωθεί η δύναμη των έργων του Θεού πάνω σ’ αυτόν. Όσο διαρκεί η μέρα, πρέπει να εκτελώ τα έργα εκείνου που με έστειλε. Έρχεται η νύχτα, οπότε κανένας δεν μπορεί να εργάζεται. Όσο είμαι σ’ αυτόν τον κόσμο, είμαι το φως για  τον κόσμο» Όταν τα είπε αυτά ο Ιησούς, έφτυσε κάτω, έφτιαξε πηλό από το φτύμα, άλειψε με τον πηλό τα μάτια του τυφλού και του είπε: «Πήγαινε να νιφτείς στην κολυμβήθρα του Σιλωάμ», που σημαίνει «απεσταλμένος από το Θεό». Ξεκίνησε, λοιπόν, πήγε και νίφτηκε και όταν γύρισε πίσω έβλεπε. Τότε οι γείτονες κι όσοι τον έβλεπαν προηγουμένως ότι ήταν τυφλός, έλεγαν: «Αυτός δεν είναι ο άνθρωπος που καθόταν εδώ και ζητιάνευε;» Μερικοί έλεγαν: «Αυτός είναι», ενώ άλλοι έλεγαν: «Είναι κάποιος που του μοιάζει». Ο ίδιος έλεγε: «Εγώ είμαι». Τότε τον ρωτούσαν: «Πώς λοιπόν άνοίξαν τα μάτια σου;» Εκείνος απάντησε: «Ένας άνθρωπος που τον λένε Ιησού έκανε πηλό, μου άλειψε τα μάτια μου και μου είπε: πήγαινε στην κολυμβήθρα του Σιλωάμ και νίψου. Πήγα λοιπόν εκεί, νίφτηκα και βρήκα το φως μου». Τον ρώτησαν, λοιπόν: «Που είναι ο άνθρωπος εκείνος;» «Δεν ξέρω» τους απάντησε. Τον έφεραν τότε στους Φαρισαίους, τον άνθρωπο που ήταν άλλοτε τυφλός. Η μέρα που έφτιαξε  ο Ιησούς τον πηλό και του άνοιξε τα μάτια ήταν Σάββατο. Άρχισαν λοιπόν και οι Φαρισαίοι να τον ρωτούν πάλι πώς απέκτησε το φως του. Αυτός τους απάντησε: «Έβαλε πάνω στα μάτια μου πηλό, νίφτηκα και βλέπω». Μερικοί από τους Φαρισαίους έλεγαν: «Αυτός ο άνθρωπος δεν μπορεί να είναι σταλμένος από το Θεό, γιατί δεν τηρεί την αργία του Σαββάτου». Άλλοι όμως έλεγαν: «Πώς μπορεί ένας αμαρτωλός άνθρωπος να κάνει τέτοια σημεία;» Και υπήρχε διχογνωμία ανάμεσά τους. Ρωτούν λοιπόν πάλι τον τυφλό: «Εσύ τι λες γι' αυτόν; Πώς εξηγείς ότι σου άνοιξε τα μάτια;» Κι εκείνος τους απάντησε: «Είναι προφήτης». Οι Ιουδαίοι όμως δεν εννοούσαν να πιστέψουν πως αυτός ήταν τυφλός κι απέκτησε το φως του, ώσπου κάλεσαν τους γονείς του ανθρώπου και τους ρώτησαν: «Αυτός είναι ο γιος σας που λέτε ότι γεννήθηκε τυφλός; Πώς, λοιπόν, τώρα βλέπει;» Οι γονείς του τότε αποκρίθηκαν: «Ξέρουμε πως αυτός είναι ο γιος μας κι ότι γεννήθηκε τυφλός∙ πώς όμως τώρα βλέπει, δεν το ξέρουμε, ή ποιος του άνοιξε τα μάτια, εμείς δεν το ξέρουμε. Ρωτήστε τον ίδιο∙ ενήλικος είναι, αυτός μπορεί να μιλήσει για τον εαυτό του». Αυτά είπαν οι γονείς του, από φόβο προς τους Ιουδαίους. Γιατί, οι Ιουδαίοι άρχοντες είχαν συμφωνήσει να αφορίζεται από τη συναγωγή όποιος παραδεχτεί πως ο Ιησούς είναι ο Μεσσίας. Γι' αυτό είπαν οι γονείς του, ενήλικος είναι, ρωτήστε τον ίδιο».  Κάλεσαν, λοιπόν, για δεύτερη φορά τον άνθρωπο που ήταν τυφλός και του είπαν: «Πες την αλήθεια ενώπιον του Θεού εμείς ξέρουμε ότι ο άνθρωπος αυτός είναι αμαρτωλός». Εκείνος τότε τους απάντησε: «Αν  είναι αμαρτωλός, δεν ξέρω∙ ένα ξέρω: πως, ενώ ήμουν τυφλός τώρα βλέπω». Τον ρώτησαν πάλι: «Τι σου έκανε; Πώς σου άνοιξε τα μάτια;» «Σας το είπα κιόλας» τους αποκρίθηκε, «αλλά δεν πειστήκατε∙ γιατί  θέλετε να το ξανακούσετε; Μήπως θέλετε και εσείς να γίνετε μαθητές του;» Τον περιγέλασαν τότε και του είπαν: «Εσύ είσαι μαθητής εκείνου∙ εμείς είμαστε μαθητές του Μωυσή. εμείς ξέρουμε πως ο Θεός μίλησε στο Μωυσή, ενώ γι' αυτόν δεν ξέρουμε την προέλευση του». Τότε απάντησε ο άνθρωπος και τους είπε: «Εδώ είναι το παράξενο πως εσείς δεν ξέρετε από που είναι ο άνθρωπος, κι όμως αυτός μου άνοιξε τα μάτια. Ξέρουμε πως ο Θεός τους αμαρτωλούς δεν τους ακούει, αλλά αν κάποιος σέβεται και κάνει το θέλημα του, αυτόν τον ακούει. Από τότε που έγινε ο κόσμος δεν ακούστηκε ν’ ανοίξει κανείς τα μάτια ενός γεννημένου τυφλού. Αν αυτός δεν ήταν από το Θεό δεν θα μπορούσε να κάνει τίποτα». «Εσύ είσαι βουτηγμένος στην αμαρτία από τότε που γεννήθηκες», του αποκρίθηκαν, «και κάνεις τον δάσκαλο σ’ εμάς;» Και τον πέταξαν έξω. Ο Ιησούς έμαθε ότι τον πέταξαν έξω και, όταν τον βρήκε, του είπε: «Εσύ πιστεύεις στον Υιό του Θεού;» Εκείνος αποκρίθηκε: «Και ποιος είναι αυτός, Κύριε, για να πιστέψω σ’ αυτόν;» «Μα τον έχεις κιόλας δει», του είπε ο Ιησούς. «Αυτός που μιλάει τώρα μαζί σου, αυτός είναι». «Πιστεύω Κύριε», και τον προσκύνησε.



Σχολιασμός

Μέσα από τα ιερά Ευαγγέλια διαπιστώνουμε ότι ο Χριστός δίδασκε με λόγους, παραβολές και θαύματα. Η συγκεκριμένη ευαγγελική περικοπή αναφέρεται σ’ ένα από τα θαύματα του Ιησού Χριστού το οποίο μας διηγείται ο Ευαγγελιστής Ιωάννης. Η διήγηση περιγράφει το θαύμα της θεραπείας του εκ γενετής τυφλού. Το θαύμα αυτό όπως και τα υπόλοιπα θαύματα του Ιησού Χριστού, αποτελούν «σημεία» παρέμβασης του Θεού στη ζωή των ανθρώπων αλλά και μια παραβολική διδασκαλία με την οποία αποκαλύπτεται η μεσσιανική ιδιότητα του Ιησού Χριστού. Ο Ιησούς Χριστός είναι ο απεσταλμένος του Θεού Πατέρα, ο σωτήρας του κόσμου.
 Βγαίνοντας από το Ναό των Ιεροσολύμων ο Ιησούς Χριστός συνάντησε τον εκ γενετής τυφλό, τον οποίο και θεράπευσε. Η διήγηση διαιρείται σε τρία μέρη. Πρώτον η θεραπεία του τυφλού με θαυματουργικό τρόπο από τον Κύριο, δεύτερον η ανάκριση του ανθρώπου αυτού από τους Φαρισαίους και τέλος η συνάντησή του με τον Ιησού Χριστό.
 Ο Κύριος πλησίασε τον άνθρωπο αυτό με δική του πρωτοβουλία αλλά δεν τον θεράπευσε αμέσως. Πρώτα συζήτησε με τους μαθητές του γιατί τον ρώτησαν ποιός ευθυνόταν για την κατάσταση στην οποία βρισκόταν ο άνθρωπος αυτός. Στην αντίληψη των Ιουδαίων υπήρχε η άποψη ότι είναι δυνατόν ο άνθρωπος να τιμωρείται για τις αμαρτίες των προγόνων του. Ο Ιησούς Χριστός όμως τους ξεκαθάρισε ότι δεν είναι υπεύθυνοι για την τύφλωσή του οι γονείς του αλλά ούτε και ο ίδιος. «Ούτε ούτος ήμαρτεν ούτε οι γονείς αυτού, αλλ' ίνα φανερωθή τα έργα του Θεού εν αυτώ.»
 Αφού λοιπόν διαλύει τις αντιλήψεις αυτές των Ιουδαίων ο Ιησούς Χριστός προχωρεί στη θεραπεία του τυφλού όχι με άμεσο τρόπο. Πρώτα έφτυσε στη γη, και με τη λάσπη που δημιουργήθηκε, έχρισε τα μάτια του τυφλού και τον διέταξε να πάει να πλυθεί στην κολυμβήθρα του Σιλωάμ. Εδώ ο ευαγγελιστής Ιωάννης δεν αναφέρει τυχαία τη λέξη Σιλωάμ. Η λέξη «Σιλωάμ» σήμαινε απεσταλμένος. Παρουσιάζει τον Ιησού Χριστό ως τον απεσταλμένο του Θεού, ως το σταλμένο υπερφυσικό νερό, στο οποίο οι άνθρωποι θα ξαναβρούν το φως τους, όπως και γίνεται με τον εκ γενετής τυφλό.
 Εδώ έχουμε και πάλι αναφορά στο νερό κάτι το οποίο γίνεται αρκετές φορές την περίοδο αυτή, μετά την Ανάσταση του Κυρίου. Έχουμε τη συζήτηση του Ιησού Χριστού με τη Σαμαρείτισσα η οποία δεν μπορεί να κατανοήσει τη βαθύτητα των λόγων του Κυρίου όταν της λέει για το «ζωντανό νερό», και έτσι ο Κύριος της λέει «πας ο πίνων εκ του ύδατος τούτου διψήσει πάλιν∙ ος δ’ αν πίη εκ του ύδατος ου εγώ δώσω αυτώ, ου μη διψήση εις τον αιώνα, αλλά το ύδωρ ο δώσω αυτώ, γενήσεται εν αυτώ πηγή ύδατος αλλομένου εις ζωήν αιώνιον». Ο Ιησούς Χριστός στο σημείο αυτό όπως και στην ευαγγελική περικοπή που εξετάζουμε δίνει συμβολική έννοια στο «ύδωρ το ζών», παραπέμποντας στο Άγιο Πνεύμα, το οποίο επρόκειτο να λάβει η ανθρωπότητα. Στην Παλαιά Διαθήκη ο προφήτης Ιεζεκιήλ, μιλώντας για την κάθαρση του Ισραήλ αναφέρει: «και ράνω εφ’ υμάς ύδωρ καθαρόν, και καθαρισθήσεσθε από πασών των ακαθαρσιών υμών και από πάντων των ειδώλων υμών, και καθαριώ υμάς» (Ιεζ. 36,25). Λέγει δηλαδή ο Θεός μέσα από το στόμα του προφήτη ότι θα μας ραντίσει με καθαρό νερό και θα εξαγνισθούμε από την ακαθαρσία της ειδωλολατρίας. Εξάλλου ο ευαγγελιστής Ιωάννης και σε άλλο σημείο του ευαγγελίου του συμβολίζει το Άγιο Πνεύμα με το νερό: «ο πιστεύων εις εμέ, καθώς είπεν η γραφή, ποταμοί εκ της κοιλίας αυτού ρεύσουσιν ύδατος ζώντος. Τούτο δε είπε περί του Πνεύματος ου έμελλον λαμβάνειν οι πιστεύοντες εις αυτόν» (Ιω. 7, 38-39). Αυτή η πηγή του «ζώντος ύδατος» είναι για την Εκκλησία η ίδια η Πεντηκοστή, κατά την οποία το Άγιο Πνεύμα κατέρχεται και ζωοποιεί τον άνθρωπο.
 Η θεραπεία του τυφλού οδήγησε όπως ήταν φυσικό σε απορίες και συζητήσεις ανάμεσα σε αυτούς που τον ήξεραν. Άλλοι εξέφραζαν άρνηση να δεχτούν ότι πράγματι ήταν ο πρώην τυφλός και θεραπεύτηκε και έλεγαν ότι ήταν κάποιος που απλά του έμοιαζε. Για να το ξεκαθαρίσουν και να εξακριβώσουν την αλήθεια ρώτησαν τον ίδιο. Αυτός τότε πιστοποίησε ότι αυτός ήταν και ότι ο Ιησούς τον είχε θεραπεύσει.
 Τότε δημιουργήθηκε ένα άλλο πρόβλημα. Ο Ιησούς θεράπευσε τον άνθρωπο αυτό ημέρα Σάββατο και ξέρουμε ότι ο ιουδαϊκός νόμο δεν το επέτρεπε αυτό. Έτσι φέρνουν ξανά τον άνθρωπο αυτό μπροστά στους Φαρισαίους αφού δεν έβρισκαν τον Ιησού. Ρώτησαν ότι και οι προηγούμενοι και πάλι οι άνθρωποι χωρίστηκαν στα δύο. Μερικοί είπαν ότι ο Ιησούς δεν προέρχεται από το Θεό αφού παρέβη την εντολή του Σαββάτου  και είναι ασεβής. Άλλη ομάδα όμως απέρριψε αυτή την εκδοχή γιατί δε γίνεται κάποιος που είναι ασεβής να κάνει ένα τέτοιο θαύμα. Έτσι αποφάσισαν να ρωτήσουν τη γνώμη του ανθρώπου τον οποίο θεράπευσε ο Ιησούς. Η απάντηση υπήρξε κατηγορηματική: αυτός που με θεράπευσε είναι προφήτης. Πάλι όμως οι σκληροί Φαρισαίοι δεν πείσθηκαν και φέρνουν τους γονείς του για να επιβεβαιώσουν ότι αυτός ήταν ο γιος τους και  ότι είχε γεννηθεί τυφλός. Έτσι και έγινε, οι άνθρωποι είπαν ότι αυτό ήταν το παιδί τους προς μεγάλη βέβαια απογοήτευση των Φαρισαίων.
 Στη συνέχεια έχουμε την αντίδραση του τυφλού αφού οι Φαρισαίοι άρχισαν να ρωτούν και πάλι τα ίδια. Τους είπε συγκεκριμένα και ειρωνικά αν θέλουν και αυτοί να γίνουν μαθητές του και φυσικά αντέδρασαν λέγοντας ότι αυτοί ήταν μαθητές του μεγάλου Μωϋσή και ότι αυτόν τον προφήτη όπως τον χαρακτήρισε δεν τον ήξεραν. Πολύ απλά τους είπε «Εν γαρ τούτω θαυμαστόν εστίν, ότι υμείς ουκ οίδατε πόθεν εστί, και ανέωξέ μου τους οφθαλμούς. Οίδαμεν δε ότι αμαρτωλών ο Θεός ουκ ακούει, αλλ' εάν τις θεοσεβής η και το θέλημα αυτού ποιή, τούτου ακούει. Εκ του αιώνος ουκ ηκούσθη ότι ηνοιξέ τις οφθαλμούς τυφλού γεγεννημένου. Ει μη ην ούτος παρά Θεού, ουκ ηδύνατο ποιείν ουδέν.» Αν δηλαδή όπως έλεγαν οι ίδιοι, ο Θεός ακούει τους ευσεβείς  και αυτός που τον θεράπευσε είχε κάνει ένα τέτοιο θαύμα που όμοιό του μέχρι τώρα δεν είχε γίνει, τότε καμία αμφιβολία δε χωρούσε ότι προερχόταν από το Θεό. Τότε αφού οι Φαρισαίοι δεν μπορούσαν να αντιδράσουν σε μια τόσο τεκμηριωμένη απάντηση τον έδιωξαν.
 Ο Ιησούς επιδιώκει και βρίσκει τον θεραπευμένο άνθρωπο και τον ρωτά αν πιστεύει σε Αυτόν και του απαντά ότι τον πιστεύει και τον προσκύνησε.
  Σε αντίθεση με τον τυφλό, ο οποίος αδυνατούσε να δει, όμως μπόρεσε να θεραπευθεί και σωματικά και ψυχικά και να ομολογήσει ότι ο Ιησούς είναι ο Χριστός ο Υιός του Θεού, οι Γραμματείς και οι Φαρισαίοι, οι οποίοι είχαν υγιή μάτια του σώματος, παρέμειναν στο σκοτάδι της άρνησης και της πνευματικής τύφλωσης και απέρριψαν τον Ιησού Χριστό. Η βεβαίωση του Ιησού Χριστού ότι, «όταν εν τω κόσμω ω, φως ειμί του κόσμου», αποτελεί την εφαρμογή του μηνύματος του θαύματος και για το σύγχρονο άνθρωπο. Ο Ιησούς Χριστός είναι η πηγή που προσφέρει το «ύδωρ το ζων», το «φως το αληθινό», την αλήθεια και τη ζωή στον κόσμο.
 
 
 

ΒΙΟΣ
ΑΓΙΟΥ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ
ΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΥΠΟΛΕΩΣ



Ὁ Ἅγιος Ἀθανάσιος, Ἀρχιεπίσκοπος Χριστιανουπόλεως γεννήθηκε ἀπὸ Κερκυραίους γονεῖς τὸν Ἀνδρέα καὶ τὴν Εὐφροσύνη Κορφηνοῦ περίπου τὸ 1640. Τὸ βαπτιστικὸ ὄνομά του ἦταν Ἀναστάσιος. Μεγάλωσε στὴν Καρύταινα Γορτυνίας. Τὴν μόρφωσή του ἔλαβε στὴν ἀκμάζουσα Σχολὴ τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Φιλοσόφου. Ἀπὸ τὴν ἐφηβική του ἡλικία ἤθελε νὰ ἀφιερωθεῖ στὸν Θεό. Παρὰ τὴν θέλησή του οἱ γονεῖς τὸν ἀρραβώνιασαν μὲ μία νέα ἀπὸ τὴν Πάτρα. Πορευόμενος πρὸς τὸ Ναύπλιο γιὰ τὴν ἀγορὰ τῶν νυφικῶν ἐνδυμάτων καὶ προσευχόμενος μὲ τὸν Ψαλμικὸ στίχο «Γνώρισόν μοι ὁδὸν ἐν ᾗ πορεύσομαι» σταμάτησε σὲ ἕναν ναὸ τῆς Παναγίας. Ἀπὸ τὴν εἰκόνα τῆς Παναγίας ἄκουσε τὴν προτροπή Της, ἡ ὁποία τὸν ἀποκάλεσε μὲ τὸ ὄνομα ποὺ ἔλαβε ὅταν ἔγινε κληρικὸς Ἀθανάσιος, νὰ πορευθεῖ πρὸς τὴν Κωνσταντινούπολη καὶ νὰ πραγματοποιήσει τὸν πόθο του. Στὴν Κωνσταντινούπολη ἔγινε κληρικὸς καὶ μὲ ἀφοσίωση ὑπηρέτησε τὴν Ἐκκλησία. Τὸ 1681 χειροτονήθηκε Μητροπολίτης Χριστιανουπόλεως (σήμερα Τριφυλίας καὶ Ὀλυμπίας). Καθ᾿ ὅλη τὴν διάρκεια τῆς Ἀρχιερατείας του φρόντισε γιὰ τὴν πνευματικὴ πρόοδο τοῦ Ποιμνίου του περιοδεύοντας συνεχῶς, διδάσκοντας τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ, τελώντας τὰ Ἱερὰ Μυστήρια, ἀνακαινίζοντας μὲ προσωπικά του ἔξοδα Ἱεροὺς Ναούς, κάνοντας ἐλεημοσύνες καὶ ἱδρύοντας Σχολεῖα διὰ τὴν νεότητα, ἀντιστεκόμενος ἰδιαιτέρως στὴν ἐξάπλωση τῶν Ἐνετῶν οἱ ὁποῖοι ἦσαν μεγαλύτερος κίνδυνος ἀπὸ τοὺς Τούρκους. Ὁ ἴδιος ζοῦσε ἀσκητικὴ ζωὴ μὲ νηστεία, ἀγρυπνία καὶ προσευχή, μιμούμενος τοὺς Ἁγίους καὶ γενόμενος πρότυπο μιμήσεως ὅλων τῶν χριστιανῶν τῆς Μητροπόλεώς Του. Διὰ τῶν προσευχῶν Του τελοῦσε ἀλλὰ καὶ σήμερα τελεῖ πολλὰ θαύματα. Ὅταν ἱερουργοῦσε τὴν στιγμὴ ποὺ ἐκφωνοῦσε τὸ «Κύριε, Κύριε, ἐπίβλεψον ἐξ οὐρανοῦ...» οἱ πιστοὶ ἔβλεπαν ἕνα φωτεινὸ ἀστέρι νὰ βγαίνει ἀπὸ τὸ στόμα Του. Ἐκοιμήθη ἡμέρα Κυριακὴ μετὰ τὴν Θεία Λειτουργία στὶς 9 Νοεμβρίου τοῦ 1707 καὶ ἐτάφη στὸν περίλαμπρο Ναὸ τῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος στὴν Χριστιανούπολη. Τὸ ἱερὸ σκήνωμά του μεταφέρθηκε ἀργότερα ἀπὸ συγγενικό του πρόσωπο στὴν Ἱερὰ Μονὴ Τιμίου Προδρόμου Γορτυνίας. Πολλὲς φορὲς ὅταν πρόκειται νὰ συμβεῖ κάτι κακὸ (θεομηνία, λοιμός, σεισμός, πόλεμος, ἢ θάνατος μοναχοῦ κλπ.) ἀπὸ τὴν λάρνακα ἀκούγεται τριγμὸς ὡς προειδοποίηση γιὰ τὸ γεγονός. Πρὸς τιμήν Του εἶναι ἀφιερωμένος ὁ νέος Καθεδρικὸς Ἱερὸς Ναὸς τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Τριφυλίας καὶ Ὀλυμπίας στὴν Κυπαρισσία ὅπου καὶ φυλάσσεται τμῆμα ἐκ τῶν σεπτῶν Αὐτοῦ λειψάνων . 








Ο άγιος νεομάρτυρας Νικόλαος ο εκ Μετσόβου






Αυτός ο αθλητής του Χριστού είχε πατρίδα του το Μέτσοβο, που βρίσκεται στην Ήπειρο. Ήταν γεννημένος από γονείς ευσεβείς και, ενώ ήταν ακόμη νέος, αναχώρησε για τα Τρίκαλα και ε­κεί συμφώνησε για εργασία με έναν αρτοποιό, στον οποίο και δούλευε με μισθό. Και μετά από πολύν καιρό, μερικοί Αγαρηνοί άλλοτε με απάτη και υποσχέσεις και άλλοτε με φοβέρες και συκοφαντίες, τον έκαναν και αρνήθηκε αλλοίμονο! τον Χριστό. Όταν όμως ήλθε στα λογικά του, έφυγε και πήγε στην πατρίδα του και ζούσε πάλι χρι­στιανική ζωή.
OLYMPUS DIGITAL CAMERA
Και ύστερα από πολύ καιρό, αφού φόρτωσε το άλογό του δαδί, πήγε με άλλους συμπατριώτες του στα Τρίκαλα, για να το πουλήσει και εκεί τον αναγνώρισε ένας Τούρκος κουρέας, που ήταν γείτονας με τον προαναφερθέντα αρτοποιό και, αφού τον έπιασε, τον έσερνε και τον κατηγορούσε πως αρνήθηκε την πίστη τους και έ­γινε πάλι Χριστιανός. Τότε ο Νικόλαος, επειδή φοβήθηκε, έδωσε σ’ αυτόν το φορτίο του δαδιού και τον παρακαλούσε να μη τον φανερώσει. Εκείνος όμως του έλεγε, ότι εάν του έφερνε κάθε χρόνο, όσο ζούσε, από ένα φορτίο δαδί δεν θα τον φανέρωνε. Και ο Νικόλαος του υποσχέθηκε και κάθε χρόνο του πήγαινε το δαδί, σύμφωνα με την υπόσχεσή του.
Ύστερα όμως από λίγο, καθώς μετάνιωσε ο Νικόλαος για την υπόσχεση, που του έδωσε, δεν ήθελε πλέον να του δώσει το δαδί, αλλά μάλιστα αποφάσισε και να πεθάνει, για να θεραπεύσει την προη­γούμενη άρνηση του Χριστού, που έκανε και πήγε αμέσως στον πνευ­ματικό του και φανέρωσε τον σκοπό του. Εκείνος όμως τον εμπόδιζε και τον συμβούλευε να ξεχάσει αυτόν τον σκοπό, για να μη τύ­χει και δεν μπορέσει να αντέξει τα βασανιστήρια του Μαρτυρίου και υποπέσει πάλι σε δεύτερη άρνηση, λέγοντάς του, ότι το μεν πνεύμα είναι πρόθυμο, αλλά το σώμα είναι αδύνατο. Αλλά αυτός ο ευλο­γημένος παρέμενε σταθερός στην γνώμη του και έλεγε, ότι έ­χει σίγουρες τις ελπίδες του στον Κύριο, ότι θα τον δυναμώσει για να υπομείνει γενναία όλα τα παιδέματα, που θα του κάνουν για την αγάπη του και θα μείνει ασάλευτος στην πίστη του, καταπατώντας κάθε εχθρό και πολέμιο.
Βλέποντας λοιπόν ο πνευματικός τον ζήλο και την προθυμία, που είχε για το Μαρτύριο, αφού τον στήριξε με πολλές συμβουλές και ευχές, τον άφησε να φύγει. Με τέτοια λοιπόν σταθερή γνώμη και απόφαση πήγε στα Τρίκα­λα και, αφού τον συνέλαβε ο κουρέας, τον έπνιγε λέγοντας «Πού εί­ναι, άπιστε, το δαδί, που μου έταξες;». Τότε ο Νικόλαος του απαν­τούσε· «Δεν σου χρωστάω τίποτε». Τότε εκείνος, επειδή θύμωσε, φώ­ναξε μεγαλόφωνα και τον μαρτύρησε. Τότε, αφού έτρεξαν πολλοί Τούρκοι και πληροφορήθηκαν την υπόθεση, συνέλαβαν αμέσως τον ευλογημένο με πολύ θυμό και χτυπώντας τον και σπρώχνοντάς τον τόν πήγαν στο δικαστήριο και μαρτύρησαν, ότι αρνήθηκε την πίστη των Χριστιανών και δέχθηκε την δική τους. Ο Μάρτυρας όμως, όταν τον ρώτησαν αποκρίθηκε, ότι “Χριστιανός γεννήθηκα και Χριστια­νός είμαι και Χριστιανός θέλω να πεθάνω και δεν αρνούμαι ποτέ την πίστη μου με όσα μαρτυρία και αν μου κάνετε”. Και επειδή λοιπόν ού­τε με κολακείες ούτε με φοβέρες μπόρεσαν να τον φέρουν στην γνώμη τους, τον ξυλοκόπησαν αυστηρά για πολλή ώρα και έπειτα τον έρριξαν σε μία σκοτεινή φυλακή και εκεί μέσα τον παίδευαν για πολλές ημέρες με πείνα και δίψα και με άλλα διάφορα βασανιστήρια, αλλά ο Μάρτυρας τα υπέμενε όλα με ανδρεία και με μεγάλη του χαρά.
Και επειδή έμενε ασάλευτος σε όλα, τον έβγαλαν από την φυλακή και τον παρουσίασαν για δεύτερη φορά στο δικαστήριο· και πάλι κήρυξε μεγαλόφωνα τον Χριστό, πώς είναι Θεός αληθινός και αυτόν πιστεύει και δεν τον αρνείται ποτέ. Βλέποντας λοιπόν ο δικαστής το αμετάθετο της γνώμης του, πρόσταξε να ανάψουν μεγάλη πυρκαγιά στην μέση της αγοράς και να τον ρίξουν μέσα σ’ αυτήν. Έτσι, αφού τον μετέφεραν στον τόπο της καταδίκης, τον έρριξαν στην πυρκαγιά, που άναψαν και εκεί όλος χαρά και δοξολογώντας τον Θεό, παρέδω­σε το πνεύμα του.
Ένας κεραμέας όμως, παρακινούμενος από ευλάβεια, πήγε στον τόπο εκείνο την νύχτα, για να βρει κάποιο μέρος από το Άγιο Λείψα­νο και βλέποντας μερικούς Αγαρηνούς, που αγρυπνούσαν και φύλα­γαν, έδωσε σ’ αυτούς αρκετά αργύρια και πήρε την Αγία Κάρα του Μάρτυρα, η οποία ήταν λίγο καταστραμμένη στα μυαλά από την πυρκαγιά και, αφού πήγε στο σπίτι του, την έκρυψε μέσα στον τοίχο από τον φόβο των Τούρκων, χωρίς να το γνωρίζει κανείς άλλος από τους ανθρώπους του σπιτιού του.
Ύστερα όμως από μερικό καιρό πέθανε ο κεραμέας και έμεινε κρυμμένη η Πάντιμη Κάρα του Μάρτυ­ρα, ενώ το σπίτι εκείνο του κεραμέα το αγόρασε άλλος Χριστιανός που ονομαζόταν Μέλανδρος και κατά το βράδυ εκείνο, που τελείωσε το Μαρτύριο ο Άγιος, είδε φως, που έλαμπε στο μέρος εκείνο του τοίχου και εξ αιτίας της απορίας και του θαυμασμού του Μέλανδρου για εκείνο το φως, αποκαλύφθηκε στον ύπνο του, ότι εκεί. όπου εμφα­νίσθηκε το φως, είναι κρυμμένη η Αγία Κάρα του Μάρτυρα Νικολά­ου. Τότε, αφού χάλασε τον τοίχο και την βρήκε, θεώρησε ανάξιο τον εαυτό του να έχει στο σπίτι του έναν τέτοιο θησαυρό· γι’ αυτό πήγε στο Μοναστήρι του Βαρλαάμ όπου είχε και αδελφό Μοναχό και την αφιέρωσε εκεί εις μνημόσυνο αυτού και των γονέων του.
Εκεί λοιπόν βρίσκεται θησαυρισμένη μέχρι και σήμερα αυτή η Α­γία Κάρα και καθημερινά κάνει θαύματα πέρα από κάθε έννοια. Δι­ότι μία φορά, που υπήρχε θανατικό στα Τρίκαλα και πέθαιναν κάθε ημέρα πολλοί και μόνο με την παρουσία της σταμάτησε αμέσως το θανατικό. Το ίδιο και ένα χωριό, που ονομάζεται Ντιστάτα και έπασχε το ίδιο από το θανατικό, το ελευθέρωσε. Ακόμη και τους Καλαρρύτες, που βασανίζονταν μία φορά από λοιμώδη ασθένεια, τους λύ­τρωσε αμέσως με τον παρουσία της.
Κατ’ εξοχήν όμως αυτή η Αγία Κάρα διώχνει και εξαφανίζει τις ακρίδες, διαφυλάσσοντας αβλαβείς τους καρπούς τόσο πολύ, που μέ­νουν εκστατικοί και οι ίδιοι οι Τούρκοι με αυτό το θαύμα. Το οποίο δεν γίνεται μία φορά και δύο, αλλά πολλές φορές μέχρι και σήμερα. Και όχι μόνο αυτό, αλλά και πάθη αθεράπευτα γιατρεύει παραδόξως και πολλά άλλα θαύματα κάνει καθημερινά, σε όποιον τόπο και αν προσκληθεί.
Βρίσκονται δε και μερικά άλλα κομμάτια από το μαρτυρικό λεί­ψανο του Αγίου σε διαφόρους τόπους. Και στα Ιωάννινα βρίσκεται το μισό της παλάμης του χεριού του, με του οποίου τις πρεσβείες ας λυτρωθούμε και εμείς από κάθε ανάγκη και θλίψη. Αμήν.
( Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου, Συναξαριστής, τ. Ε΄, Μάϊος-Ιούνιος, σ. 118-121)
 
 
 
 
 
Ίν’ εκφύγης πυρ της γεέννης παμμάκαρ,
Tο πυρ υπέστης Nικόλαε ευθύφρον.
Βιογραφία Ο Νεομάρτυς Νικόλαος Μπασδάνης ή Βλαχονικόλας ή Εξηντατρίχης, όπως αλλιώς ονομάζεται, γεννήθηκε στο Μέτσοβο της Ηπείρου από φτωχούς, αλλά πολύ πιστούς γονείς. Έζησε σε μια περίοδο δύσκολη και ταραγμένη, αφού μετά την αποτυχία των επαναστατικών κινημάτων του Μητροπολίτου Τρίκκης Διονυσίου του Φιλοσόφου (βλέπε 10 Οκτωβρίου), οι διώξεις και οι πιέσεις των Μουσουλμάνων κατά των χριστιανών, είχαν φτάσει στο αποκορύφωμά τους.

Σε νεαρή ηλικία πήγε στα Τρίκαλα της Θεσσαλίας, όπου εργαζόταν σε τούρκικο αρτοποιείο. Ύστερα από λίγο χρονικό διάστημα, οι Τούρκοι, χρησιμοποιώντας τρομοκρατικές μεθόδους, τον ανάγκασαν να εξισλαμιστεί. Όταν όμως ο Νικόλαος συνειδητοποίησε το μεγάλο χριστιανικό και εθνικό του ολίσθημα, επέστρεψε στο Μέτσοβο, όπου ζούσε χριστιανικά.

Η φτώχεια όμως, και οι δύσκολες συνθήκες διαβιώσεως, που επικρατούν αυτή την περίοδο στο Μέτσοβο, αναγκάζουν τον Νικόλαο να ξαναπάει στα Τρίκαλα, για να πουλήσει δαδί. Εκεί, έγινε αντιληπτός από κάποιον Τούρκο κουρέα, που γειτόνευε με τον αρτοποιό, στον οποίο εργαζόταν ο Άγιος. Ο Τούρκος κουρέας συλλαμβάνει τον Νικόλαο, τον σέρνει βίαια στον δρόμο, και τον βρίζει δημόσια, γιατί πρόδωσε το Ισλάμ, και έγινε πάλι χριστιανός. Ο Νικόλαος, επειδή φοβήθηκε τις συνέπειες, έδωσε στον Τούρκο κουρέα το φόρτωμα του δαδιού και δεσμεύτηκε μαζί του να του φέρνει κάθε χρόνο από ένα φόρτωμα δαδί. Μετά την συμφωνία αυτή, ο Τούρκος άφησε ελεύθερα τον Νικόλαο.

Επιστρέφοντας στο Μέτσοβο ο Νικόλαος, έκανε αυστηρή αυτοκριτική, και συνειδητοποίησε ότι οι συνεχείς αυτές πνευματικές πτώσεις, και οι ένοχοι συμβιβασμοί, δεν αποτελούν γνωρίσματα των γνησίων μαθητών του Ιησού. Τότε, πήρε την μεγάλη απόφαση να μην ξανασυμβιβαστεί σε θέματα πίστεως, και αν χρειαστεί, να θυσιάσει και αυτήν ακόμη την ζωή του στον βωμό της αγάπης του Χριστού. Αυτές οι μεταπτώσεις, όσο απλές και αν φαίνονται, είναι ωστόσο αρκετά δραματικές, και παρουσιάζουν τον ψυχογραφικό πίνακα ενός ανθρώπου, που πορεύεται από την ομιχλώδη ατμόσφαιρα προς το φως. Στην περίπτωση του Νικολάου, παρακολουθούμε την διαλεκτική πορεία μιας ψυχής, που ανακαλύπτει κλιμακωτά τον εαυτό της. Γι αυτ'ο και συγκινεί ιδιαίτερα τις αδύνατες, ασθενικές ψυχές μας. Είναι μια μορφή, που ζητάει τον Ευριπίδη της Ορθοδοξίας.

Με αυτοπεποίθηση ο Νικόλαος πηγαίνει στον πνευματικό του για να εξομολογηθεί τα κρίματά του και να φανερώσει σ' αυτόν τους μελλοντικούς του στόχους. Ο έμπειρος όμως πνευματικός, έχοντας υπόψη του την συναισθηματική αστάθεια του Νικολάου, τον συμβουλεύει να αφήσει προς το παρόν τους υψηλούς αυτούς στόχους, επειδή φοβόταν μην υποπέσει σε δεύτερη άρνηση της πίστεως. Ο Νικόλαος όμως μένει σταθερός στην μεγάλη του απόφαση. Ο πνευματικός, βλέποντας το σταθερό και αμετακίνητο φρόνημα του Νικολάου, τον ευλόγησε και τον άφησε να πορευτεί στο μαρτύριο.

Με την ευχή του πνευματικού του, ο Νικόλαος μεταβαίνει για άλλη μια φορά στα Τρίκαλα με την απόφαση να δώσει αυτή την φορά, την καλήν μαρτυρίαν Ιησού Χριστού. Εκεί τον αντιλαμβάνεται ο Τούρκος κουρέας, ο οποίος εκνευρισμένος τον ρωτάει για το δαδί, που του είχε υποσχεθεί. Στην αρνητική απάντηση του Νικολάου, ο κουρέας τον καταγγέλλει στους Τούρκους της γειτονιάς, οι οποίοι με βίαιο τρόπο τον φέρνουν στο τούρκικο κριτήριο με βασική κατηγορία την αλλαξοπιστία. Στις ερωτήσεις και απειλές των Τούρκων δικαστών, ο Νικόλαος απαντάει: «Χριστιανὸς ἐγεννήθην καὶ Χριστιανὸς εἶμαι καὶ Χριστιανὸς θέλω νὰ ἀποθάνω». Μη μπορώντας να τον μεταπείσουν με την πειθώ, χρησιμοποιούν την βία, η οποία μεταφράζεται σε άγριους ξυλοδαρμούς, σκόπιμη στέρηση της τροφής και του νερού, σαδιστικές και απάνθρωπες ενέργειες. Τέλος, τον ρίχνουν σε σκοτεινή φυλακή, όπου για πολλές μέρες τον ταλαιπωρούν με πείνα, δίψα και διάφορα βασανιστήρια. Αλλά ο Νικόλαος τα υποφέρει όλα με θαυμαστή πίστη και υπομονή.

Για δεύτερη φορά, τον παρουσιάζουν στο άνομο κριτήριο, όπου και πάλι ο Νικόλαος, εκήρυξε μεγαλοφώνως τον Χριστόν, πως είναι Θεός αληθινός και Αυτόν πιστεύει και δεν τον αρνείται πώποτε.

Οι Τούρκοι δικαστές, βλέποντας την αμετάκλητη γνώμη του Νικολάου, παίρνουν την απόφαση να τον ρίξουν στην φωτιά. Με εντολή τους ανάβεται μεγάλη πυρκαΐα στην κεντρική αγορα των Τρικάλων, πάνω στην οποία με μανία και πάθος ρίχνουν τον Νικόλαο. Ο Άγιος, με θαυμαστή γαλήνη και ηρεμία αντιμετώπισε το μαρτύριο, δοξολογώντας μάλιστα τον Χριστό, γιατί αξιώθηκε να ατιμαστεί και να θανατωθεί για χάρη Του. Έτσι την 17η Μαΐου 1617 μ.Χ. ο Νεομάρτυς Νικόλαος παρέδωσε την αγιασμένη του ψυχή, στον Αρχηγό της ζωής και του θανάτου.

Το βράδυ της μαρτυρικής αυτής ημέρας, κάποιος πιστός κεραμοποιός, από ευλάβεια κινούμενος, αφού έδωσε αρκετά χρήματα στους Τούρκους φύλακες, που αγρυπνούσαν στον τόπο του μαρτυρίου, αγόρασε την κάρα του Νεομάρτυρος, που είχε μερικές βλάβες στο σημείο των κροτάφων από την φωτιά. Επειδή όμως φοβόταν τους Τούρκους, έκρυψε την κάρα σε τοίχο του σπιτιού του, χωρίς κανένας να γνωρίζει αυτή του την ενέργεια.

Μετά τον θάνατο του κεραμοποιού, το σπίτι αγοράστηκε από κάποιον που ονομαζόταν Μέλανδρος. Αυτός, δεν γνώριζε απολύτως τίποτε για τον μεγάλο θησαυρό που κρυβόταν στον τοίχο του σπιτιού του. Τις βραδυνές ώρες της 17ης Μαΐου 1618 μ.Χ. είδε να λάμπει φως στο σημείο εκείνο του τοίχου και κατά την διάρκεια του ύπνου, δέχτηκε την πληροφορία ότι στο σημείο αυτό, βρίσκεται κρυμμένη η Κάρα του Νεομάρτυρος Νικολάου. Το πρωΐ, άνοιξε το μέρος εκείνο του τοίχου και βρήκε την Αγία Κάρα. Όμως, επειδή έκρινε τον έαυτό του ανάξιο να κρατάει έναν τόσο μεγάλο θησαυρό, την δώρησε στην Ιερά Μονή Βαρλαάμ των Μετεώρων, όπου είχε αδελφό μοναχό, για μνημόσυνο αιώνιο δικό του και των γονέων του.

Εκεί φυλάγεται μέχρι σήμερα με εξαίρετη ευλάβεια σε οκτάπλευρο ασημένιο κουτί, η κάρα του Αγίου, και γεμίζει τον τόπο με ξεχωριστή ευωδία διαρκείας, που την αισθάνεται έντονα ο κάθε προσκυνητής. Η αργυρά θήκη της Αγίας Κάρας έχει την εξής επιγραφή:

ΚΑΤΕΣΚΕΥΑΣΘΗ ΤΟ ΠΑΡΟΝ ΚΟΥΤΙΟΝ ΤΗΣ ΣΕΒΑΣΜΙΑΣ ΚΑΡΑΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΤΟΥ ΕΚ ΜΕΤΣΟΒΟΥ, ΔΙΑ ΕΞΟΔΩΝ ΤΟΥ ΜΑΚΑΡΙΤΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ ΤΕΚΝΩΝ ΑΥΤΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΚΑΙ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ ΛΟΙΠΩΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΩΝ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ ΔΕΣΚΑΤΑΣ ΕΙΣ ΨΥΧΙΚΗΝ ΣΩΤΗΡΙΑΝ, ΔΙΑ ΣΥΝΔΡΟΜΗΣ ΤΟΥ ΠΑΝΟΣΙΩΤΑΤΟΥ (ΕΝ) ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΙΣ ΣΤΕΦΑΝΟΥ ΗΓΟΥΜΕΝΕΥΟΝΤΟΣ ΠΑΠΑ-ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ ΚΑΙ ΠΑΠΑ-ΕΥΘΥΜΙΟΥ ΤΩΝ ΕΚ ΤΗΣ ΣΕΒΑΣΜΙΑΣ ΜΟΝΗΣ ΤΟΥ ΒΑΡΛΑΑΜ ΕΝ ΜΕΤΕΩΡΟΙΣ. ΔΙΑ ΧΕΙΡΟΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ... ΕΚ ΚΩΜΗΣ ΚΑΛΑΡΡΥ(ΤΩΝ) 1819 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ ΠΡΩΤΗ.

Εκτός από την Αγία Κάρα, σώζονται τεμάχια των χεριών του Αγίου στην Ιερά Μονή Ελεούσης Ιωαννίνων, και στον Ναό του Αγίου Νικολάου Σκαμνελίου Ιωαννίνων, καθώς και δόντι του Αγίου στην Ιερά Μονή Κοιμήσεως Θεοτόκου Μετσόβου.

Τα θαύματα του Αγίου

Η Κάρα του Νεομάρτυρος, τόσο παλιότερα όσο και σήμερα θαυματουργεί. Δέκτες της θαυματουργικής δυνάμεως, είναι όλοι οι χριστιανοί, που προσέρχονται με πίστη.

α) Τα Τρίκαλα, με μόνη την παρουσία της Αγίας Κάρας σώθηκαν κάποτε από βαρύ θανατικό, που μάστιζε την περιοχή.

β) Το ίδιο έγινε και στο χωριό Δεσκάτη Γρεβενών.

γ) Το ιστορικό χωριό Καλαρρύτες Ιωαννίνων, με μόνη την παρουσία της Κάρας του Νεομάρτυρος, λυτρώθηκε από βασανιστική λοιμική αρρώστια.

δ) Κυρίως όμως η Κάρα του Νεομάρτυρος Νικολάου καταδιώκει και εξοντώνει τις ακρίδες. Στις αγροτικές περιοχές της Θεσσαλίας, όπου οι ακρίδες καταστρέφουν τους καρπούς, μεταφέρεται η Αγία Κάρα, και με έναν τρόπο θαυμαστό, οι ακρίδες καταστρέφονται και οι καρποί διατηρούνται αβλαβείς. Και αυτοί ακόμα οι Τούρκοι, έμειναν εκστατικοί μπροστά σε αυτό το θαύμα, που επαναλαμβάνεται και σήμερα πολλές φορές, παρόλο τον ορθολογισμό και την δυσπιστία της εποχής μας.

ε) Στο χωριό Οξύνεια Τρικάλων, είναι ακόμη ζωντανή η παράδοση για θαύματα του Αγίου. Ο Δημήτριος Καλούσιος καταγράφει ως εξής την ζωντανή αυτή παράδοση του χωριού: ... Στο μέρος αυτό ακουγόταν βουή, ήταν ένα στοιχειό· έσκουζε η Μπαλάτσα και πέθαιναν νύμφες και μικρά παιδιά, δεν σωζόταν η νεολαία στο χωριό. Άκουγαν το βουνό, σαν να μούγγριζε ένα βόδι· όταν βούϊζε προς το χωριό Ορθοβούνι, πέθαινε από εκεί ο κόσμος. Βρήκαν εκεί την εικόνα του Αγίου Νικολάου, αλλά ήθελαν να κτίσουν το εκκλησάκι λίγο πιο κάτω, για κοντά, να εδώ στα Λιβάδια, όπου φαίνεται ακόμα το σκάψιμο. Αλλά το καντηλάκι του Αγίου πήγαινε πιο πάνω, στο βουνό. Πάαιναν οι μάστοροι να χτίσουν το πρωΐ, κι εύρισκαν και τα υλικά φευγάτα κει πάνω. Εδώ ήθελε ο Άι-Νικόλας να του χτίσουν το εκκλησάκι. Κι από τότε που χτίσαμε την εκκλησία, σταμάτησε το φονικό, και αυγατήθηκε το χωριό μας.

στ) ...Πολύ θαυματουργός στο χωριό μας ο Άι-Νικόλας, παρατηρεί κάποια άλλη, η Οξύνεια τον τιμά πολύ. Πήγαμε στα ξένα, στην Γερμανία, σκοτωμένο δεν φέραμε πίσω. Ο,τι επιθυμεί ο καθένας προσεύχεται και το παίρνει. Σάπιζαν κάποτε στην περιοχή μας τα κρέατα των ζώων· το χωριό μας έκαμε λιτανεία του Αγίου και δεν έπαθε τίποτα.

ζ) Μια άλλη φορά, είχαμε πολλή ακρίδα· πήραμε πάλι την εικόνα του Αγίου με το άλογο, έγινε λιτανεία και την άλλη μέρα, όλη η ακρίδα έφυγε από τις πλαγιές, και τα χωράφια, κι έπεσε στο ποτάμι.

η) Μας ήρθε και ξηρασία· λιτανεία, και την επομένη έβρεξε.

θ) Ένα μουγγό κορίτσι μίλησε.

ι) Μια κοπέλα, την είχαν στο Δαφνί, στο τρελλοκομείο, την έφεραν εδώ κι έγινε καλά.

ια) Ένας πατέρας από το Τσούγκουρο, που έφερε το παιδί του εδώ και το γιάτρεψε ο Άγιος, έκανε τάμα κι έδωσε και στο παιδί του παραγγελία: Όσο βελάζει κι ένα κατσίκι ακόμα στο κοπάδι, θα το πας στον Άι-Νικόλα.

ιβ) Ένας άλλος από την Οξύνεια, έταξε και είπε και στο παιδί του: Όσο θάχεις τα πρόβατα, θα στέλνεις κάθε χρόνο ένα αρνί στον Άγιο. Άμα τάξεις το σφαχτό, και δεν το δώσεις, τότε η θα ψοφήσει, η θα το φάει ο λύκος!

ιγ) Ο τοπικός μας Άγιος, Νικόλαος ο εκ Μετσόβου ο Νεομάρτυς, κατά καιρούς μας εκπλήσσει με την θαυματουργική του χάριν. Την 8ην Αυγούστου 1968 μ.Χ., μας εχάρισε ένα ακόμη θαύμά του. Αποκατέστησε την εκ χρονίας αγκυλώσεως πάσχουσα χείρα μιας μοναχής, αδελφής της Ι. Μονής του Αγίου Στεφάνου, πράγμα που δεν επέτυχον επί έτη αι υπό των ιατρών θεραπευτικαί αγωγαί και εγχειρήσεις, καθώς και τα ιαματικά λουτρά.

Η εν λόγω μοναχή, κατά την εις τα λουτρά Σμοκόβου παραμονήν της δια λουτροθεραπείαν, είδεν εν ονείρω κάποιον με Μετσοβίτικην ενδυμασία να της λέγη: Καλά είναι και τα λουτρά. Εγώ όμως θα σε κάμω καλά. Να έλθης εις εμενα. Είμαι εκεί κοντά σου. Όταν επέστρεψεν εις το Ησυχαστήριόν της διηγήθη εις την Ηγουμένη το όραμα και ότι της ήταν άγνωστος ο νέος. Η Ηγουμένη αντελήφθη ότι με στολήν Μετσοβίτικην θα ήτο ο Άγιος Νικόλαος, όπου εις την Ι. Μονήν Βαρλαάμ φυλάσσεται η Τιμία Κάρα του Αγίου. Την 8η Αυγούστου η Ηγουμένη μετά δύο ακόμη αδελφών και της πασχούσης μοναχής μετέβησαν εις την Ιεράν Μονήν Βαρλαάμ. Εκεί ανεγνώρισε τον Άγιον εκ μιας τοιχογραφίας. Κατά την στιγμήν που η μοναχή επλησίασε να προσκυνήση την Αγίαν Κάραν και μόλις επέθεσε την αγκυλωμένη χείρα της επ αὐτῆς αντελήφθη την Τιμίαν Κάραν του Αγίου να κινήται, να τρέμη, και εν συνεχεία ησθάνθη ένα τίναγμα εις την χείρά της, ωσάν να ήγγισε επί ηλεκτροφόρου σύρματος. Μετά ταύτα διεπίστωσεν ότι είχε θεραπευθή. Το θαύμα είχε συντελεσθή. Θαυμαστός λοιπόν ο Θεός εν τοις Αγίοις Αυτού. Έκτοτε, αύτη είναι υγιεστάτη και μονάζει σήμερον (1988 μ.Χ.) εις την Μονήν Φυλής Αττικής, ήτις και διηγείται το θαύμα το οποίον έγινεν δια πρεσβειών του Μάρτυρος.

ιδ) Έτερο θαύμα στην δεκαετία του 1980, έγινε στην Ι. Μ. Βαρλαάμ. Ένα κορίτσι από το χωριό Μηλιά Μετσόβου, έπασχε από επιληψία βαρειάς μορφής. Οι γονείς της την πήγαν σε πολλούς γιατρούς, αλλά πουθενά δεν βρέθηκε θεραπεία. Τελικά, την πήγαν στην Ιερά Μονή Βαρλαάμ, όπου ασπάσθηκε την Κάρα του Αγίου. Έκτοτε το κορίτσι αυτό είναι υγιέστατο και ζει και κινείται σε φυσιολογικά πλαίσια.

ιε) Τέλος, αναφέρουμε αντιπροσωπευτικά ένα από τα πολλά θαύματα, που γίνονται συχνά, στον Ναό του στην Κατοχή Αιτωλοακαρνανίας.

Το θαύμα που είναι γνωστό σε όλους τους κατοίκους του χωριού, έχει σχέση με την παρεμπόδιση του γκρεμίσματος του Ναού, όταν γίνονταν τα αρδευτικά έργα από τις εταιρείες ΕΔΟΚ-ΕΤΕΡ. Όταν χαράσσονταν οι γραμμές για τους δρόμους και τα αυλάκια (κανάλια), έφτασαν σιγά-σιγά και στον λόφο του Άη-Νικόλα. Ο επικεφαλής μηχανικός, αφού τοποθέτησε τα μηχανήματα (διόπτρες σκοπεύσεως κλπ), αποφάσισε πως για να γίνει καλό το αντλιοστάσιο και στην σωστή θέση, έπρεπε να κτισθεί στην θέση της εκκλησίας και φυσικά η εκκλησία θα γκρεμιζόταν. Οι άλλοι εργαζόμενοι (ανάμεσά τους και πολλοί Κατοχιανοί), προσπάθησαν να τον μεταπείσουν, αλλά εκείνος δεν άκουγε τίποτε. Όταν όμως ξανακοίταξε με τις διόπτρες, για να χαράξει την τελική γραμμή, είδε μέσα την μορφή ενός νέου μοναχού. Αυτό έγινε πολλές φορές, και το είδαν πολλοί άνθρωποι στην συνέχεια, ενώ όταν μετακινούσε την διόπτρα, η μορφή του μοναχού γινόταν άφαντη. Όταν δόθηκε εντολή, σε χειριστή μπουλντόζας να προχωρήσει στο γκρέμισμα του ναού, το μηχάνημα έπαθε ζημιά. Όσες φορές και αν προσπάθησαν δεν πέτυχαν τον σκοπόν τους. Να σημειωθεί ότι προς άλλλη, αντίθετη κατεύθυνση, το μηχάνημα κινούνταν κανονικά, ενώ προς τον Ναό όχι. Αφού λοιπόν ο μηχανικός πείστηκε πως η θαυμαστή αυτή επέμβαση του Αγίου γινόταν για να διασωθεί το ξωκλήσι, αποφάσισε την τροποποίηση των σχεδίων και τελικά έγινε το αντλιοστάσιο λίγο πιο βόρεια, στην θέση που είναι σήμερα.

Οι Ναοί του Αγίου
α) Μεγαλοπρεπής Ναός βυζαντινού ρυθμού ανεγέρθηκε πριν λίγα χρόνια στα Τρίκαλα, στην θέση παλιού ναού του Νεομάρτυρος, που χτίστηκε το 1957 μ.Χ., επί Μητροπολίτου Δωροθέου. Εφυλάσσετο δε το άσπρο και τριμμένο πουκάμισο του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού που δωρήθηκε το 1972 μ.Χ. στον ομώνυμο Ιερό Ναό του Αγίου Κοσμά στα Τρίκαλα. Το άγιο τούτο πουκάμισο δωρήθηκε στον Ναό από την ευσεβή οικογένεια του Γεωργίου Γκαναβάρα, στο σπίτι της οποίας παλιότερα στην Κρανιά Ασπροποτάμου είχε ξεντυθεί σε μια περιοδεία του ο Άγιος Κοσμάς.

β) Στην πόλη του Τυρνάβου υπάρχει παλιά βασιλική, αφιερωμένη στον Άγιο Νικόλαο τον εκ Μετσόβου, καθώς και ολόκληρος συνοικισμός που φέρει το όνομά του. Ο ναός αυτός χτίστηκε από τους Μετσοβίτες του Τυρνάβου ύστερα από προτροπή του μεγάλου Μετσοβίτη Διδασκάλου του Γένους Νικολάου Τζαρτζούλη, ο οποίος δίδαξε στον Τύρναβο το 1765 μ.Χ. Ο ναός αυτός πανηγυρίζει την Κυριακή του Θωμά.

γ) Ναός του Νεομάρτυρος υπάρχει και στο χωριό Οξύνεια Τρικάλων, στο σημείο όπου κατά την παράδοση ο Άγιος ξεπέζευε με τα ζώά του όταν πήγαινε στα Τρίκαλα για πουλήσει δαδί. Ο Ναός ανακαινίστηκε το 1973 μ.Χ.

δ) Στο Μέτσοβο, υπάρχει προς τιμήν του Νεομάρτυρος γραφικό παρεκκλήσι που χτίστηκε το 1800 μ.Χ. και είναι προσκολλημένο στο ιστορικό μοναστήρι του Αγίου Νικολάου επισκόπου Μύρων της Λυκίας. Στην δυτική εσωτερική πλευρά του Ναού, υπάρχει μια θαυμαστή απλοϊκή υδατογράφης, που έγινε το 1800 μ.Χ. από τον λαϊκό ζωγράφο Διονύσιο Μαρέσο, και παριστάνει το Μέτσοβο με απλοϊκά διακοσμήματα.

Επίσης στο Μέτσοβο και ακριβώς στο χώρο όπου βρισκόταν το σπίτι του Αγίου, χτίστηκε μικρό προσκύνημα.

ε) Στην Κατοχή Αιτωλοακαρνανίας, οι κάτοικοι έκτισαν στον ομώνυμο λόφο αρχικά έναν μικρό ναό, και τα τελευταία έναν μεγαλύτερο. Η παράδοση αναφέρει για τον θαυματουργικό τρόπο ανευρέσεως της εικόνας του Αγίου στην κουφάλα πουρναριού. Κατά πάσαν πιθανότητα, η τιμή του Αγίου μεταφέρθηκε εκεί από τους Βλάχους της Πίνδου, οι οποίοι τους χειμερινούς μήνες μετέφεραν εκεί τα πρόβατά τους.

στ) Τα τελευταία χρόνια χτίστηκε ναός στην τοποθεσία Σαλονίκη της Πάρνηθας.

ζ) Επίσης στο χωριό Βλαχάβα Καλαμπάκας.

η) Και ιδωτικός του Νικολάου Γκουργκούλια, στο χωριό Αχλαδέα Καλαμπάκας.

Η τιμή του Αγίου

Το Μέτσοβο, τα Τρίκαλα, η Αθήνα, τα Γιάννινα και η Μονή Βαρλαάμ των Μετεώρων, γιορτάζουν με ξεχωριστή λαμπρότητα την μνήμη του Νεομάρτυρος.

α) Στο Μέτσοβο, τα παλιότερα χρόνια, η πανήγυρη του Αγίου γιορταζόταν στο παρεκκλήσι του, που είναι προσκολλημένο στο Μοναστήρι του Αγίου Νικολάου, επισκόπου Μύρων της Λυκίας. Επειδή όμως η γιορτή ήταν υποβαθμισμένη, επί της πρώτης Εξαρχίας του Αρχιμανδίτου Βενεδίκτου Βοΐλα (1893 - 1900 μ.Χ.), καθιερώθηκε η 17η Μαΐου ως τοπική γιορτή. Επίσης καθιερώθηκε να ψάλλεται στις Εκκλησίες του Μετσόβου σε κάθε Θεία Λειτουργία το Απολυτίκιο του Νεομάρτυρος πριν από το Απολυτίκιο του Αγίου του Ναού.

Για το πως γιορταζόταν τότε η μνήμη του Αγίου στο Μέτσοβο, η εφημερίδα Ήπειρος, αριθμός φύλλου 50/13-6-1910, γράφει σε ανταπόκρισή της τα εξής: «Τὴν 17ην Μαΐου τοῦ ἔτους 1617 έμαρτύρησεν ἐν Τρικκάλοις τῆς Θεσσαλίας ὁ ἐκ Μετσόβου Νεομάρτυς Νικόλαος ἐμμείνας εἰς τὴν πάτριον θρησκείαν καὶ προτιμήσας τὸ ὑπὲρ τοῦ Χριστοῦ θάνατον μαρτυρικόν. Ἐφ᾿ ᾧ εἰς τὸ ἐν τῇ Ἱερᾷ Μονῇ τοῦ Ἁγίου Νικολάου παρεκκλήσιόν του ἐτελέσθη πανηγυρικὴ Θεία Λειτουργία Ἐξαρχική, εἰς ἥν πλὴν ἄλλων πολλῶν μετέβησαν καὶ οἱ μαθηταὶ τῶν σχολείων μας ἐν παρατάξει τῇ συνοδείᾳ τῶν διδασκάλων».

Σήμερα στο Μέτσοβο, η μνήμη του πολιούχου γιορτάζεται με κάθε λαμπρότητα ως εξής: Τις απογευματινές ώρες της παραμονής της γιορτής γίνεται λιτάνευση της Ιεράς Εικόνας και των λειψάνων του Αγίου. Η ιερά πομπή, ξεκινάει από τον Ιερό Ναό της Αγίας Παρασκευής, διέρχεται δια μέσου των κεντρικών δρόμων της πόλεως και καταλήγει στον Ιερό Ναό του Αγίου Δημητρίου. Εκεί τελείται Μέγας Αρχιερατικός Εσπερινός, με αρτοκλασία και θείο κήρυγμα. Την ημέρα της γιορτής, τελείται στον Ιερό Ναό του Αγίου Δημητρίου πανηγυρική Αρχιερατική Θεία Λειτουργία. Το απόγευμα της γιορτής, στο παρεκκλήσι του Νεομάρτυρος Νικολάου στην Ιερά Μονή του Αγίου Νικολάου Μύρων Λυκίας, ψάλλεται ο παρακλητικός κανόνας του Αγίου, ενώ αργότερα στην κεντρική πλατεία του Μετσόβου οι χορευτικοί σύλλογοι της πόλεως παρουσιάζουν ένα πλούσιο γιορταστικό πρόγραμμα.

β) Πανηγυρικά γιορτάζεται και στα Τρίκαλα ο Νεομάρτυς Νικόλαος. Την παραμονή της γιορτής, στον φερώνυμο Ναό της πόλεως τελείται Μέγας Αρχιερατικός Εσπερινός, με την συμμετοχή όλων των ιερέων της πόλεως και πλήθους πιστών. Το πρωί της γιορτής τελείται πανηγυρική Αρχιερατική Θεία Λειτουργία. Πριν από τον Εσπερινό, στην είσοδο του Ναού, γίνεται η υποδοχή της θαυματουργής αγίας Κάρας του Νεομάρτυρος, η οποία στην συνέχεια εκτίθεται σε λαϊκό προσκύνημα.

γ) Η Μονή Βαρλαάμ των Μετεώρων, που κατέχει τον πολύτιμο θησαυρό της αγίας Κάρας, γιορτάζει με βυζαντινή μεγαλοπρέπεια την μνήμη του Νεομάρτυρος. Το βράδυ της παραμονής της γιορτής, τελείται ολονύχτια αγρυπνία με την συμμετοχή όλων των ηγουμένων των Μονών των Μετεώρων. Την αγρυπνία παρακολουθούν πολλοί πιστοί, που έρχονται γι' αυτό το σκοπό, από διάφορα μέρη.

δ) Αλλά και στην Αθήνα, η μετσοβίτικη παροικία, τιμά την μνήμη του Νεομάρτυρος. Με πρωτοβουλία του Εξωραΐστικού Συλλόγου Μετσόβου, την πρώτη Κυριακή μετά την 17η Μαΐου, τελείται στο παρεκκλήσι της Φοιτητικής Εστίας Τοσίτσα, στην Κάτω Κηφισιά, Θεία Λειτουργία με αρτοκλασία. Ακολουθεί το πατροπαράδοτο μετσοβίτικο γλέντι κάτω από τα πανύψηλα δένδρα της Φοιτητικής Εστίας.

ε) Τέλος, οι Μετσοβίτες των Ιωαννίνων, γιορτάζουν τον Άγιο με πανηγυρική Θεία Λειτουργία και αρτοκλασία στον Ιερό Ναό των Αγίων Αναργύρων Φρουρίου Ιωαννίνων.

Ακολουθίες του Αγίου

Δύο Ακολουθίες προς τιμήν του Αγίου έχουν γραφτεί:

α) Η πρώτη είναι πόνημα του Μεγάλου Μετσοβίτη Διδασκάλου του Γένους Νικολάου Κύρκου ή Τζαρτζούλη και γράφτηκε αιτήσει του φιλοχρίστου λαού. Η Ακολουθία αυτή, εκδόθηκε για πρώτη φορά στην Βενετία το 1757 μ.Χ. από τον Αντώνιο Τζάτα με δαπάνη του Γιαννιώτη Πολυζώη Λαμπανιτζιώτη. Η δεύτερη έκδοση της ίδιας Ακολουθίας, έγινε στην Βενετία το 1771 μ.Χ. με την επιμέλεια και τις διορθώσεις του Αντωνίου Βόρτολη. Ανατύπωση της Ακολουθίας αυτής έγινε το 1968 μ.Χ. στα Τρίκαλα Θεσσαλίας με δαπάνη του αειμνήστου Μετσοβίτη Επαμεινώνδα Σ. Ρουστοπάνη.

β) Η δεύτερη Ακολουθία, είναι ποίημα του αειμνήστου υμνογράφου της Εκκλησίας μας, Γερασίμου μοναχού Μικραγιαννανίτου. Η Ακολουθία αυτή περιλαμβάνεται στο Ηπειρωτικό Λειμωνάριο, που εκδόθηκε στην Αθήνα το 1968 μ.Χ., με την πρόνοια του μακαριστού, τότε Μητροπολίτου Ιωαννίνων Σεραφείμ, και μετέπειτα Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος
.

Σημειώσεις

1) Ορισμένοι συναξαριστές, όπως του Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου, αναφέρουν τη μνήμη του Aγίου Νικολάου εκ Μετσόβου στις 16 Μαΐου.2) Ο Άγιος νεομάρτυρας Νικόλαος, μετά από τις απαραίτητες ενέργειες του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτη Τρίκκης και Σταγών κ. ΑΛΕΞΙΟΥ, κατατάχτηκε επίσημα στο ορθόδ
οξο εορτολόγιο το 1988 μ.Χ. από το Οικουμενικό Πατριαρχείο της Κωνσταντινουπόλεως. Τιμάται στις 17 Μαΐου.

Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.

Πατρὶς χόρευε λαμπροφοροῦσα, νεομάρτυρος τοῦ Νικολάου, καὶ γὰρ οἰκεῖον αὐτόν, ἔχεις νῦν προστάτην σου, τὴν Οὐρανῶν γὰρ βασιλείαν τὴν ἄληκτον, τῶν οἰκείων ἄθλων ἐξωνησάμενος, δυσωπεῖ ἀεὶ Χριστὸν τὸν Θεὸν δωρήσασθαι, τὴν εἰρήνην σοι καὶ τὸ μέγα ἔλεος.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.

Τοῦ Μετσόβου τὸν γόνον καὶ Τρικκάλων τὸ καύχημα, καὶ τῶν πάλαι Μαρτύρων, μιμητὴν καὶ ὁμότροπον, Νικόλαον τιμήσωμεν πιστοί, τὸν νέον τοῦ Σωτῆρος Ἀθλητήν, ὡς λυτρούμενον κινδύνων πολυειδῶν, τοὺς πίστει ἀνακράζοντας· δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ, πᾶσιν ἰάματα.

Κοντάκιον
Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ὡς ἀστὴρ νεόφωτος, λαμπρῶς ἀθλήσας, ἐν ὑστέροις ἔτεσι, τῇ Ἐκκλησίᾳ τοῦ Χριστοῦ, ἐδείχθης Μάρτυς Νικόλαε· διὸ γεραίρει τὴν θείαν σου ἄθλησιν.

Μεγαλυνάριον
Χαίροις τοῦ Μετσόβου θεῖος βλαστός· χαίροις ὁ Τρικκάλων, ἀντιλήπτωρ καὶ ἀρωγός· χαίροις ὁ παρέχων, ἰάσεων τὴν χάριν, Νικόλαε τρισμάκαρ τοῖς σοὶ προστρέχουσι.
 
 

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου